Quantcast
Channel: ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΨΥΧΙΚΑ ΠΑΣΧΟΝΤΩΝ
Viewing all 114 articles
Browse latest View live

ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΟΥΜΕΝΟΥ

$
0
0



ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΟΥΜΕΝΟΥ

Το συμφέρον του πάσχοντος προσώπου, παράλληλα με την προστασία της προσωπικότητας, αποτελεί το κυριότερο στοιχείο της δικαστικής συμπαράστασης. Η δικαστική συμπαράσταση δεν επιβάλλεται για κανέναν άλλο λόγο παρά μόνο για να προστατεύσει τους πάσχοντες. Επομένως το αληθινό συμφέρον (περιουσιακό ή ηθικό) του συμπαραστατέου πρέπει να αποτελεί γνώμονα όλων των ενεργειών που κατατείνουν στην εξυπηρέτηση του και "όλες οι πράξεις... πρέπει να αποβλέπουν στο συμφέρον του συμπαραστατουμένου..." (άρθρο 1684 ΑΚ).
Μάλιστα σε περίπτωση παράβασης των ανωτέρω υποδείξεων ενδεχομένως να θεμελιώνεται ευθύνη προς αποζημίωση του συμπαραστατουμένου, καθώς και λόγος παύσης του δικαστικού συμπαραστάτη, μέλους ή των μελών του εποπτικού συμβουλίου.

Στη δικαστική συμπαράσταση και ανάλογα με το είδος της (στερητικής ή επικουρικής) που έχει τεθεί ο συμπαραστατούμενος, ο δικαστικός συμπαραστάτης, είτε αντιπροσωπεύει τον συμπαραστατούμενο στις δικαιοπραξίες του ενεργώντας αντ΄αυτού (στερητική δικαστική συμπαράσταση), είτε απλώς συναινεί σ΄αυτές (επικουρική δικαστική συμπαράσταση).
 

ΣΤΕΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΟΥΜΕΝΟΥ

Ειδικά για τις περιπτώσεις της στερητικής (μερική ή πλήρης) δικαστικής συμπαράστασης, και εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, το λειτούργημα του δικαστικού συμπαραστάτη διέπεται από τους κανόνες (αναλογική εφαρμογή) της επιτροπείας ανηλίκων (άρθρο 1682 εδ. α'ΑΚ). 


Υποχρέωση απογραφής της περιουσίας του συμπαραστατουμένου 

Ο συμπαραστάτης που ορίστηκε να αντιπροσωπεύει συμπαραστατούμενο που τέθηκε σε καθεστώς πλήρους δικαστικής συμπαράστασης δεν είναι ανεξέλεγκτος, αλλά έχει νόμιμες υποχρεώσεις. Από τις επιτακτικές, πρώτες υποχρεώσεις του συμπαραστάτη είναι η καταγραφή και σύνταξη απογραφής της περιουσίας του συμπαραστατουμένου (άρθρο 1611 ΑΚ), με σκοπό να διασφαλίσει τα συμφέροντα του συμπαραστατέου.

Είναι αυτονόητο πως η απογραφή χρησιμεύει για τη διαπίστωση των χρεών, στην απόδειξη της περιουσίας που παραλαμβάνει ο συμπαραστάτης προς διαχείριση για την οποία θα κληθεί να λογοδοτήσει, στον έλεγχο του συμπαραστάτη και τον εξαναγκασμό του να δηλώσει τις δικές του τυχόν απαιτήσεις κατά της περιουσίας του συμπαραστατέου, για φορολογικούς λόγους και συντελεί στο διαχωρισμό των δυο περιουσιών (συμπαραστατέου και συμπαραστάτη), αφού ο συμπαραστάτης διαχειρίζεται συγχρόνως και τη δική του περιουσία.
Αν και ο νόμος δεν θέτει το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να αρχίσει και να περατωθεί η απογραφή, από το σκοπό της απογραφής προκύπτει εύλογα ότι η απογραφή πρέπει να γίνει το ταχύτερο δυνατόκαι σε σχετικά στενά χρονικά περιθώρια. Μάλιστα, ο συμπαραστάτης καθίσταται υπεύθυνος απέναντι στον συμπαραστατούμενο για κάθε υπαίτια βραδύτητα σύνταξης της απογραφής. 

Η διενέργεια της απογραφής γίνεται από τον συμπαραστάτη παρουσία εκπροσώπου του εποπτικού συμβουλίου (εξώδικη απογραφή) και του συμπαραστατουμένου, όπου η παρουσία του είναι δυνατή, είτε διατάσσεται από τον Ειρηνοδίκη (δικαστική απογραφή) της περιφέρειας που βρίσκεται η περιουσία του συμπαραστατέου, αφού το ζητήσει ο συμπαραστάτης, ή καθένας που έχει έννομο συμφέρον (λ.χ. συγγενής ή μέλος του εποπτικού συμβουλίου) ή ο εισαγγελέας ή και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 838 παρ. 1 ΚΠολΔ) και διενεργείται από συμβολαιογράφο με την παρουσία του συμπαραστάτη, ενός εκπροσώπου του εποπτικού συμβουλίου και του συμπαραστατουμένου, όπου η παρουσία του είναι δυνατή.

Ο συμπαραστάτης είναι υποχρεωμένος να επιδίδει αντίγραφα της έκθεσης απογραφής τόσο στο εποπτικό συμβούλιο όσο και στην κοινωνική υπηρεσία. 


Ευθύνη του δικαστικού συμπαραστάτη 
Ο δικαστικός συμπαραστάτης στην περίπτωση της στερητικής δικαστικής συμπαράστασης, ευθύνεται για κάθε ζημία που προκάλεσε στον συμπαραστατούμενο από υπαιτιότητα του κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τουκαι από ελαφρά αφηρημένη αμέλεια (άρθρο 1632εδ. α'ΑΚ).

Σε περίπτωση που έχουν διορισθεί περισσότεροι συμπαραστάτες ευθύνονται εις ολόκληρον, εκτός αν ο καθένας έχει διορισθεί για χωριστό κύκλο πράξεων, οπό­τε καθένας ενεργεί αυτοτελώς και ευθύνεται ατομικά, για τη ζημία δηλαδή που προκάλεσε στον συμπαραστατούμενο στο πλαίσιο των δικών του ενεργειών (αναλ. ΑΚ 1632 εδ. β’).


Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ 

Οι περισσότερες δικαστικές αποφάσεις σχετικά με την υποβολή ενοίκων οικοτροφείων σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, θέτουν τους ενοίκους αδιακρίτως (καλώς ή κακώς, αυτό είναι άλλο ζήτημα) σε καθεστώς πλήρους στερητικής δικαστικής συμπαράστασης. Έτσι, οι βαρυσήμαντες λέξεις «αποασυλοποίηση», «κοινωνική επανένταξη» κ.λ.π. καθίστανται άνευ νοήματος.

Πέρα από την ανωτέρω επισήμανση είναι σχεδόν βέβαιο πως κανένας δικαστικός συμπαραστάτης δεν έχει προβεί σε απογραφή των περιουσιακών στοιχείων των συμπαραστατουμένων που διαχειρίζονται και δεν έχει τηρήσει τις εκ του νόμου υποχρεώσεις (κοινοποίηση απογραφής κ.λ.π.), με αποτέλεσμα να είναι ανεξέλεγκτος. Κι αυτό διότι τα εποπτικά συμβούλια που έχουν εκ του νόμου τα έργα εποπτείας της δικαστικής συμπαράστασης (άρθρο 1682 εδ. β’ ΑΚ) και θα μπορούσαν να προστατεύσουν τον συμπαραστατούμενο από τις όποιες αυθαιρεσίες του συμπαραστάτη, στην πραγματικότητα έχουν διακοσμητικό και μόνο ρόλο.

Η αδράνεια αλλά και η απουσία άλλων ελεγκτικών μηχανισμών καθιστά τη δικαστική συμπαράσταση από λειτούργημα σε κερδοφόρο «επάγγελμα», ιδιαίτερα σε περιόδους οικονομικής κρίσης.

Το βάρος της λύσης του εν λόγω προβλήματος εναπόκειται και πάλι στον αρμόδιο δικαστή, στον οποίο ο νόμος παρέχει τη δυνατότητα να διορίζει κατά την κρίση του ως μέλος του εποπτικού συμβουλίου και ένα όργανο κοινωνικής υπηρεσίας ή να αναθέτει σε εξαιρετικές περιπτώσεις αποκλειστικά σ’ αυτό τα έργα του εποπτικού συμβουλίου (άρθρο 1682 εδ. γ’ ΑΚ σε συνδυασμό με 1634 παρ. 2 ΑΚ), έτσι ώστε να ελέγχονται τα έργα του δικαστικού συμπαραστάτη και να κινητοποιούνται τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου. 

_________________________________________________ 
Βιβλιογραφία:
*Προστατευτικοί θεσμοί του Αστικού Δικαίου, Αχιλλέας Κουτσουράδης - Αγγέλα Γεωργιάδη, εκδόσεις Π.Ν. Σάκκουλα, Αθήνα 2002,
*Αστικός Κώδικας, Τόμος VIII, Οικογενειακό Δίκαιο, Απ. Γεωργιάδης - Μιχ. Σταθόπουλος, Αθήνα 2003,
*Η δικαστική συμπαράσταση, Ι. Σ. Σπυριδάκη, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1998.



Διεθνείς Καλές Πρακτικές "Δικαστικής Συμπαράστασης" | Σουηδία - Υπηρεσία ψυχικής υγείας που διευθύνεται από λήπτες υπηρεσιών ψυχικής υγείας.

$
0
0

Του Ι. Μπεθάνη
 Διεθνείς Καλές Πρακτικές «Δικαστικής Συμπαράστασης»

Η διαφαινόμενη περικοπή των συντάξεων των ατόμων με ψυχική και νοητική αναπηρία συνιστά περιστολή των δικαιωμάτων τους και εντάσσεται στην πολιτική μείωσης των ισχνών κοινωνικών δαπανών που διατίθενται για τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού. Στην κατεύθυνση της εναρμόνισης με τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία και της διασφάλισης του δικαιώματος για πλήρη ένταξη στην κοινότητα πρόκειται να παρατεθούν σχετικά παραδείγματα καλών πρακτικών. Στο ακόλουθο παράδειγμα που εφαρμόζεται στη Σουηδία, ο θεσμός της «υποστηριζόμενης λήψης αποφάσεων» χαρακτηρίζεται από προωθημένες καινοτομίες. Ορισμένες από αυτές είναι η εμπλοκή και χρηματοδότηση οργανώσεων των ληπτών στο συντονισμό και υλοποίηση των σχετικών μέτρων και η ευελιξία και διαρκής διαθεσιμότητα των εμπλεκόμενων επαγγελματιών τόσο ως προς τη δυνατότητα πρόσβασης όσο και στο εύρος της υποστήριξης που παρέχεται. Η σχετική παρέμβαση έχει διαμορφωθεί σύμφωνα με τις ανάγκες και επιθυμίες του λήπτη-πάσχοντα και έχει ανατρέψει τις στεγανές διαδικασίες (γραφείο, αρμοδιότητες/αναρμοδιότητες, θεραπευτικά πρωτόκολλα, ώρες γραφείου) που ορθώνουν ένα ανάχωμα στην πραγμάτωση της αυτόνομης διαβίωσης. Εστιάζει στην ανατροπή της εξουσιαστικής σχέσης που ενυπάρχει στη σχέση «θεραπευτή»-παρόχου και πάσχοντα και στην αναδιαπραγμάτευση μιας ισότιμης σχέσης που οικοδομείται βαθμιαία ανεξάρτητα από τις επιταγές ενός ανοίκειου και στείρου επαγγελματισμού.



Σουηδία – Υπηρεσία ψυχικής υγείας που διευθύνεται από λήπτες υπηρεσιών ψυχικής υγείας


Skaneείναι η πιο νότια επαρχία της Σουηδίας. Η επαρχία εφαρμόζει ένα σύστημα συνηγόρων του πολίτη, οι περισσότεροι από τους οποίους απασχολούνται στη ΜΚΟ PO-Skåne, η οποία απαρτίζεται και διευθύνεται από τοπικούς συλλόγους της οργάνωσης ληπτών υπηρεσιών ψυχικής υγείας που ονομάζεται Σουηδική Εθνική Ένωση για την Κοινωνική και Ψυχική Υγεία και της οργάνωσης οικογενειών που ονομάζεται Ομοσπονδία Σωματείων για τη Σχιζοφρένεια. Η ΜΚΟ ελέγχεται πλήρως από τους λήπτες υπηρεσιών ψυχικής υγείας και οι προσωπικοί συνήγοροι (ΠΣ) εργάζονται σύμφωνα με τις κατευθύνσεις των ληπτών. Ορισμένες από αυτές τις κατευθύνσεις είναι:
Οι ΠΣ δεν έχουν πενθήμερη απασχόληση και ώρες γραφείου όπως οι υπόλοιπες υπηρεσίες αλλά είναι διαθέσιμοι επτά ημέρες την εβδομάδα καθ΄όλο το 24ωρο. Επειδή τα προβλήματα των ληπτών δεν περιορίζονται κατά τις ώρες γραφείου είναι πιο εύκολο και πρόσφορο να συνεργάζονται με ορισμένους από τους λήπτες τα Σαββατοκύριακα ή τις βραδινές ώρες. Οι ΠΣ εργάζονται 40 ώρες τη βδομάδα με ευέλικτο τρόπο σε χρόνους που οι λήπτες επιλέγουν.
Οι ΠΣ δεν έχουν γραφείο διότι αυτό είναι σύμβολο εξουσίας. Εργάζονται από το σπίτι τους και διαμέσου του τηλεφώνου και του Internetδιευθετούν τις συναντήσεις τους με τους λήπτες στο σπίτι τους ή στην πόλη. Δεν υπάρχουν γραφειοκρατικές ή τυπικές διαδικασίες για την παροχή υποστήριξης από ΠΣ της ΜΚΟ PO-Skåne.
Οι ΠΣ πρέπει να υποστηρίζουν τους λήπτες σε όλο το εύρος των θεμάτων.Σύμφωνα με την εμπειρία της ΜΚΟ, οι πρώτες προτεραιότητες των ληπτών δεν αφορούν ζητήματα στέγασης ή απασχόλησης, αλλά θέματα υπαρξιακά (λ.χ. «Γιατί να ζω;», «Γιατί η ζωή μου έγινε ζωή ενός ασθενή;», «Υπάρχει κάποια ελπίδα να αλλάξει κάτι;»). Οι ΠΣ θα πρέπει να διαθέτουν αρκετό χρόνο ώστε να αφουγκράζονται και να συνομιλούν με τον λήπτη για αυτά τα θέματα.
Οι ΠΣ θα πρέπει να έχουν τις απαιτούμενες δεξιότητες ώστε να διαμεσολαβούν και να υπερασπίζονται τα δικαιώματα των ληπτών σε διάφορες κρατικές και δικαστικές αρχές. Όλοι έχουν πανεπιστημιακή ή ισοδύναμη εκπαίδευση και οι περισσότεροι είναι κοινωνικοί λειτουργοί.
Οι λήπτες έχουν το δικαίωμα να διατηρήσουν την ανωνυμία τους έναντι των αρχών. Η ενδεχόμενη επιθυμία του λήπτη να μην κοινοποιηθεί η παροχή υποστήριξης από ΠΣ γίνεται σεβαστή. Η ΜΚΟ επιχορηγείται από την κοινότητα για τις παρεχόμενες υπηρεσίες και το σύμφωνο χρηματοδότησης τους παρέχει τη δυνατότητα να μην χορηγήσουν ορισμένες από τις πληροφορίες που έχουν συγκεντρώσει περιλαμβανομένων των ονομάτων των ληπτών.

Το δικαίωμα στη δικαιοπραξία των ατόμων με νοητική και ψυχική αναπηρία. Έκθεση του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (FRA).

$
0
0


    OΟργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτωντης Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΟΘΔτΕΕ) προέβη το 2013 στην εκπόνηση μιας έκθεσηςγια το δικαίωμα στη δικαιοπραξία των ατόμων με νοητική και ψυχική αναπηρία (ΑμΨΝΑ). Η έκθεση αποτυπώνει το σχετικό θεσμικό πλαίσιο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μεταφέρει την εμπειρία των ατόμων με ΑμΨΝΑ από την εφαρμογή του.

Αφετηρία της έκθεσης ήταν η υιοθέτηση της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία του ΟΗΕ (2006), η οποία αντιπροσωπεύει μία αλλαγή παραδείγματος προς μια προσέγγιση για την αναπηρία που βασίζεται στην οπτική των δικαιωμάτων. Πρόκειται για μια μετατόπιση από το ιατρικό μοντέλο της αναπηρίας σε ένα κοινωνικό μοντέλο σύμφωνα με το οποίo«υπαίτια της ανικανότητας-αναπηρίας είναι η κοινωνία και όχι το άτομο». Ως συνέπεια, απαιτείται η λήψη μέτρων για την άρση των εμποδίων και των διακρίσεων ώστε να διασφαλιστεί η ισότιμη ένταξη των ατόμων με αναπηρία στην κοινωνία.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το δεύτερο μέρος της έκθεσης που αφορά το θεσμικό πλαίσιο των χωρών της Ε.Ε. και τις ποικίλες εκφάνσεις του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης. Αναλυτικότερα, εξετάζονται όλες οι πτυχές της δικαστικής συμπαράστασης: ολική ή μερική δικαστική συμπαράσταση, εύρος της δικαστικής συμπαράστασης (εάν πχ αφορά μόνο τη διαχείριση της περιουσίας ή και θέματα θεραπευτικά ή προσωπικά κλπ), την τακτική ή όχι επανεξέταση της δικαστικής συμπαράστασης, το δικαίωμα του ατόμου που έχει τεθεί σε συμπαράσταση να ασκήσει έφεση, την ύπαρξη και την αποστολή των ελεγκτικών οργάνων, τα κριτήρια για να τεθεί ένα άτομο σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, τον προσδιορισμό και την οριοθέτηση των ατόμων ή αρχών που  μπορούν να κινήσουν τη διαδικασία ορισμού δικαστικού συμπαραστάτη ή να αποτελέσουν δυνητικούς δικαστικούς συμπαραστάτες, τη συνεκτίμηση των προτιμήσεων των ΑμΨΝΑ στον ορισμό του δικαστικού συμπαραστάτη και στη λήψη αποφάσεων που τα αφορούν, την υιοθέτηση ασφαλιστικών δικλείδων όπως την τοποθέτηση μεντόρων που υποβοηθούν το ΑμΨΝΑ στην άσκηση των δικαιωμάτων του.

Ωστόσο, είναι εύλογο να υποθέσει κανείς όπως έχει δείξει και η ελληνική εμπειρία ότι θα υπάρχει ένα χάσμα εφαρμογής του θεσμικού πλαισίου. Στην Ελλάδαπχ. είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις που εφαρμόζεται η μερική δικαστική συμπαράσταση ή η άσκηση έφεσης από τα ΑμΨΝΑ και τα όργανα εποπτείας (εποπτικό συμβούλιο) που ορίζονται από το οικογενειακό δικαστήριο δεν ασκούν το ρόλο τους. Στην έκθεση δεν παρέχονται πληροφορίες για τα προβλήματα εφαρμογής και υλοποίησης των θεσμικών ρυθμίσεων ανά χώρα.

Στο τρίτο μέρος της έκθεσης, κατόπιν μιας εκτενούς ποιοτικής έρευνας πεδίου εκτίθεται η εμπειρία των ΑμΨΝΑ από την εφαρμογή του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης. Στην έρευνα συμμετείχαν είτε μέσω συνεντεύξεων είτε μέσω ομάδων εστίασης (focusgroups) 115 άτομα με ψυχική αναπηρία και 105 άτομα με νοητική αναπηρία από 9 χώρες της ΕΕ. Κατ’ αυτό τον τρόπο έχει ενσωματωθεί η οπτική των ΑμΨΝΑ που έχουν στερηθεί το δικαίωμα προς δικαιοπραξίακαι οι επιπτώσεις της εφαρμογής του μέτρου της δικαστικής συμπαράστασης στην καθημερινή τους ζωή. Ενδεικτικά, άτομο με νοητική αναπηρία από την Ουγγαρία με πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση αναφέρει: «Δεν μπορώ να ψηφίσω, να παντρευτώ ….και  να δουλέψω…»,ενώ σύμφωνα με ΑμΨΑ από τη Γερμανία: «Γενικά, νομίζω ότι το εργαλείο της δικαστικής συμπαράστασης είναι πολύ καλό μα οι δικαστικοί συμπαραστάτες έχουν πολύ λίγο χρόνο και αυτό δημιουργεί αρκετά προβλήματα».Επίσης, παρέχει μαρτυρίες για άτυπους περιορισμούς στη δυνατότητα λήψης αποφάσεων που απορρέουν από την πατερναλιστική συμπεριφορά είτε οικείων είτε επαγγελματιών ψυχικής υγείας στην κοινότητα και σε ιδρυματικά πλαίσια. ΑμΨΑ από την Ελλάδα: «Η μητέρα μου δεν με αφήνει να πάω πουθενά μόνη γιατί δεν γνωρίζω την πόλη» και από τη Ρουμανία: «Εύχομαι από τα βάθη της καρδιάς μου ο  ψυχίατρος μου να με ενημέρωνε για τη διάγνωσή μου και την αγωγή που παίρνω». Τέλος, παρατίθενται καλές πρακτικές υποστηριζόμενης λήψης αποφάσεων που συνέτειναν στην ενδυνάμωση των ΑμΨΝΑ και την προαγωγή της αυτονομίας τους. ΑμΨΑ από τη Σουηδία: «Ο συμπαραστάτης μου γνώριζε πολλά για μένα και τις ανάγκες μου. Με άκουγε πάντα με προσοχή και είμαστε ακόμη σε επαφή».

Μολαταύτα, η έκθεση δεν αναδεικνύει επαρκώς τις υφιστάμενες καινοτόμες πρακτικές οι οποίες εναρμονίζονται με τη νέα προσέγγιση της υποστηριζόμενης λήψης αποφάσεων που εισάγει η Σύμβαση των Δικαιωμάτων των ΑμΨΝΑ.

Συμπερασματικά, η χαρτογράφηση του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου είναι ένα αναγκαίο βήμα ώστε να προσδιοριστεί η απόσταση που πρέπει η κάθε χώρα-μέλος της ΕΕ να διανύσει ώστε να υλοποιήσει τις αλλαγές που η Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με αναπηρίες (ΣΔΑμΑ) επιτάσσει. Στην κατεύθυνση αυτή, ο ΟΘΔτΕΕ λειτουργεί ήδη συμβουλευτικά και επικουρικά στη διαδικασία προσαρμογής των εθνικών θεσμικών πλαισίων. Στην Ελλάδα, ωστόσο, όπως καταδεικνύουν οι σχετικές με τη δικαστική συμπαράσταση ρυθμίσεις –παρακράτηση συντάξεων ασθενών- το χάσμα εφαρμογής της Σύμβασης διευρύνεται παρά την επικύρωση της από τη βουλή. Αναμένονται με ενδιαφέρον οι προτάσεις της ΕΣΑμΕΑ, η οποία στο πλαίσιο υλοποίησης συγχρηματοδοτούμενου έργου πρόκειται να υποβάλλει προτάσεις για τα απαιτούμενα μέτρα προσαρμογής που θα πρέπει να λάβει η χώρα μας.

Ολόκληρο το κείμενο της έκθεσης μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Ακούσια νοσηλεία - Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων - Η απόφαση στην υπόθεση Καραμανώφ κατά Ελλάδας.

$
0
0


ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) έκρινε ότι υπήρξε στη συγκεκριμένη περίπτωση παραβίαση του άρθρου 5 παρ. 1ε΄ ΕΣΔΑ, διότι παραβιάσθηκαν οι κανόνες και οι προθεσμίες που θέτει ο ν. 2071/1992 σχετικά με τη διαδικασία υποβολής ψυχικά ασθενούς σε ακούσια νοσηλεία. 
Ειδικότερα, ο προσφεύγων νοσηλεύτηκε από τις 12 Νοεμβρίου 2008, όταν μεταφέρθηκε στο Ψυχιατρείο Αθηνών, μέχρι τις 22 Μαΐου 2009, ημερομηνία της εξόδου του μετά την απόφαση που εκδόθηκε στις 14 Μαΐου 2009 επί της αίτησης για ακούσια νοσηλεία του, δηλαδή για διάρκεια έξι μηνών και δέκα ημερών, ενώ το άρθρο 96 παρ. 6 του ανωτέρω νόμου προβλέπει ότι η συνολική διάρκεια κατά την οποία ένας ασθενής μπορεί να διαμένει σε ψυχιατρείο πριν το δικαστήριο πάρει απόφαση επί παρόμοιας αίτησης, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβεί τις δεκατρείς ημέρες. 
Περαιτέρω, το ΕΔΑΔ σημειώνει, ότι δεν τηρήθηκαν δύο προθεσμίες που τέθηκαν από το Ν 2071/1992: η προθεσμία των σαράντα οκτώ ωρών που προβλέπεται για τη διαβίβαση στον Εισαγγελέα της έκθεσης των ψυχιάτρων (άρθρο 96 παρ. 5) και η προθεσμία των δέκα ημερών που πρέπει να μεσολαβήσει ανάμεσα στην αίτηση του Εισαγγελέα εν όψει του εγκλεισμού και την απόφαση του Δικαστηρίου επί της αίτησης αυτής (άρθρο 96 παρ. 6). 
Αντί για σαράντα οκτώ ώρες χρειάστηκαν δεκαέξι ημέρες για τη διαβίβαση της έκθεσης των δύο εμπειρογνωμόνων ψυχιάτρων που εξέτασαν τον προσφεύγοντα (από τις 12.11.2008 έως τις 28.11.2008). 
Εξάλλου, η εκδίκαση της  αίτησης στις 28.11.2008 ορίστηκε για τις 19.12.2008, δηλαδή σε διάστημα κατά πολύ μεγαλύτερο από τις δέκα ημέρες που προβλέπει το άρθρο 96 παρ. 6 για να εκδώσει απόφαση το Δικαστήριο. Η εκδίκαση έγινε συνεπώς, πάνω από ένα μήνα αφότου ξεκίνησε ο εγκλεισμός του προσφεύγοντα.

(Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της προσωρινής απόφασης μεταφρασμένο από την Μεταφραστική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών και εδώμπορείτε να διαβάσετε το τελικό κείμενο της απόφασης στα γαλλικά.
Επίσης, σχετικά με την εφαρμογή της ακούσιας νοσηλείας στην Ελλάδα, μπορείτε να διαβάσετε εδώτην εισήγηση του Ευτύχη Φυτράκηστην ημερίδα της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας, στις 2.03.2012, με θέμα "Ακούσια νοσηλεία: ένα επικίνδυνο "κοκτέιλ"θεραπείας με φυλακή", η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Άτη", τεύχος 5/2013).

_____________________

No4902
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Η καταδίκη της Ελλάδας για ακούσια νοσηλεία ψυχικά ασθενούς


ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΚΑΡΑΜΑΝΩΦ κατά ΕΛΛΑΔΑΣ
(Προσφυγή αριθ. 46372/09)
ΑΠΟΦΑΣΗ
Στρασβούργο, 26 Ιουλίου 2011
Η παρούσα απόφαση θα καταστεί οριστική σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται από το άρθρο 44 § 2 της Σύμβασης. Μπορεί να υποστεί αλλαγές ως προς την μορφή.

Στην υπόθεση Καραμανωφ κατά Ελλάδας,
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Πρώτο Τμήμα),
συνεδριάζοντας σε Συμβούλιο αποτελούμενο από τους:
Nina Vajic, πρόεδρο,
Elisabeth Steiner,
Khanlar Hajiyev,
ΓεώργιοΝικολάου,
Mirjana Lazarova Trajkovska,
JuliaLaffranque,
Λίνο-Αλέξανδρο Σισιλιάνο, δικαστές,
και τον SarenNielsen, Γραμματέα του Τμήματος.
Αφού διασκέφθηκε σε συμβούλιο στις 5 Ιουλίου 2011,
Εκδίδει την πιο κάτω απόφαση, η οποία ελήφθη την ημερομηνία αυτή:
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
1.     Η υπόθεση προέκυψε μετά από προσφυγή (αρ. 46372/09) κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας την οποία κατέθεσε ένας Έλληνας υπήκοος, ο κος Αλέξανδρος Καραμανωφ («ο προσφεύγων»), ο οποίος προσέφυγε στο Δικαστήριο στις 22 Ιουλίου 2009 με βάση το άρθρο 34 της Σύμβασης προστασίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών («η Σύμβαση»).
2.   Ο προσφεύγων εκπροσωπείται από τον κο Κ. Σαραντόπουλο, Δικηγόρο Αθηνών. Η Ελληνική Κυβέρνηση («η Κυβέρνηση») εκπροσωπείται από τους πληρεξουσίους της, τον κο Δ. Καλόγηρο, Δικαστικό Αντιπρόσωπο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
3.   Ο προσφεύγων επικαλείται συγκεκριμένα παραβίαση του άρθρου 5 § 1 της Σύμβασης λόγω της αυτεπάγγελτης νοσηλείας του σε ψυχιατρείο.
4.  Στις 25 Φεβρουαρίου 2010, η Αντιπρόεδρος του Πρώτου Τμήματος αποφάσισε να κοινοποιήσει την αιτίαση σχετικά με το άρθρο 5 §1 στην Κυβέρνηση. Σύμφωνα με το άρθρο 29 §1 της Σύμβασης, αποφασίστηκε επίσης ότι το Τμήμα θα αποφαινόταν συγχρόνως επί του παραδεκτού και επί της ουσίας.
ωσ προσ το πραγματικο
1. τα πραγματικα περιστατικα τησ υπο κριση υπόθεσης
5.    Ο προσφεύγων γεννήθηκε το 1978 και κατοικεί στην Αθήνα.
6.   Στις 12 Νοεμβρίου 2008, η μητέρα του προσφεύγοντα κάλεσε τον Εισαγγελέα να πάρει τα απαραίτητα μέτρα έτσι ώστε ο προσφεύγων να εξεταστεί σε ψυχιατρείο για να ελεγχθεί αν χρειαζόταν να νοσηλευθεί ακουσίως.
7.   Οι αστυνομικοί του τόπου διαμονής του προσφεύγοντα ανέκριναν διάφορα άτομα που γνώριζαν τον προσφεύγοντα. Από τις μαρτυρίες αυτές προκύπτει ότι ο προσφεύγων είχε ψυχιατρικά προβλήματα, είχε νοσηλευθεί στο παρελθόν, είχε διακόψει την φαρμακευτική του αγωγή και ήταν επιθετικός και επικίνδυνος.
8.   Στις 12 Νοεμβρίου 2008, ο Εισαγγελέας διέταξε την μεταφορά του προσφεύγοντα στα επείγοντα του Ψυχιατρείου Αθηνών, όπου εξετάστηκε από δύο ψυχιάτρους, σύμφωνα με το άρθρο 96 §4 του νόμου 2071/1999. Σύμφωνα με την διάγνωση τους, ο προσφεύγων υπέφερε από «σχιζοφρενική διαταραχή με παραληρήματα και διαταραχές της αντίληψης». Οι ψυχίατροι υπογραμμίζανε ότι ο προσφεύγων δεν παρακολουθούταν από γιατρό, δεν ήταν σε θέση να κρίνει την κατάσταση της υγείας του, δεν δεχόταν να νοσηλευτεί εκουσίως (και είχε φύγει από το νοσοκομείο όπου θα του χορηγούνταν περιπατητική αγωγή μιας ημέρας).
9.   Η έκθεση των δύο ψυχιάτρων διαβιβάστηκε στον Εισαγγελέα στις 28 Νοεμβρίου 2008. Την ίδια μέρα ο Εισαγγελέας προσέφυγε στο Πρωτοδικείο Αθηνών για αποφασίσει το Πρωτοδικείο για την αναγκαιότητα της ακούσιας νοσηλείας του προσφεύγοντα, σύμφωνα με τα άρθρα 95 και επόμενα του Νόμου 2071/1992 σχετικά με την ακούσια νοσηλεία.
10.   Η εξέταση του αιτήματος του Εισαγγελέα ορίστηκε από το Δικαστήριο στις 19 Δεκεμβρίου 2008.
11.   Στις 18 Δεκεμβρίου 2008, ο γιατρός ο υπεύθυνος για την αγωγή του προσφεύγοντα, και Διευθυντής της Ψυχιατρικής Κλινικής βεβαίωσε με ιατρικό πιστοποιητικό ότι ο προσφεύγων παρουσίαζε αισθητή βελτίωση της κατάστασης της υγείας του και ότι προβλεπόταν να του δοθεί εξιτήριο. Το πιστοποιητικό υπογράμμιζε την ανάγκη ψυχιατρικής παρακολούθησης και περιπατητικής θεραπείας. Η έξοδος του προσφεύγοντα ορίστηκε για τις 29 Ιανουαρίου 2009. Ωστόσο, ο προσφεύγων ενημερώθηκε μεταγενέστερα ότι δεν θα έβγαινε την ημερομηνία αυτή, επειδή ο Εισαγγελέας διέταξε την μεταφορά του σε ιδιωτική κλινική, όπου είχε νοσηλευτεί πολλές φορές από το 1996 (βλ. κατωτέρω). Η απόφαση μεταφοράς βασιζόταν σε αίτημα που διατύπωσε η μητέρα του προσφεύγοντα, που είχε οριστεί επίτροπος του γιου της.
12.   Στις 19 Δεκεμβρίου 2008, ο προσφεύγων, πάντα έγκλειστος, παραστάθηκε ενώπιον του Πρωτοδικείου Αθηνών, με την συνοδεία ψυχιάτρου και των δύο δικηγόρων του, και υποστήριξε ότι η περίπτωση του δεν παρουσίαζε κανένα στοιχείο επικινδυνότητας και βίας και ότι δεν συνέτρεχε λόγος για ακούσια νοσηλεία. Στην δικογραφία ενώπιον του δικαστή υπήρχε ένα πιστοποιητικό που συνέταξε στις 16 Νοεμβρίου 2007 ένας ψυχίατρος, καθηγητής Πανεπιστημίου, σύμφωνα με το οποίο η νοσηλεία του προσφεύγοντα σε ψυχιατρείο δεν ήταν η κατάλληλη θεραπεία. Το πιστοποιητικό διαπίστωνε ότι ο προσφεύγων δεν ήταν επικίνδυνος για τον εαυτό του ή για τους άλλους, λόγω του ότι συναινούσε να υποστεί περιπατητική αγωγή.
13.   Στις 19 Δεκεμβρίου 2008, το Δικαστήριο αποφάσισε να επανεξετάσει την υπόθεση, ζητώντας υπό το πρίσμα αυτό μια νέα ψυχιατρική εξέταση του προσφεύγοντα από την Υποδιευθύντρια του Ψυχιατρείου. Η προδικαστική αυτή απόφαση εκδόθηκε στις 22 Ιανουαρίου 2009 και διαβιβάστηκε στην Υποδιευθύντρια στις 27 Ιανουαρίου 2009.
14.   Στις 22 Δεκεμβρίου 2008, οι δικηγόροι του προσφεύγοντα συνάντησαν τον Εισαγγελέα και επέστησαν την προσοχή του στο ότι μια θετική  απάντηση  στην  αίτηση της   19ηςΔεκεμβρίου  2008  (ανωτέρω παράγραφος 11) θα ήταν όχι μόνο καταστροφική για την υγεία του προσφεύγοντα αλλά και παράνομη, αφού το άρθρο 96 §9 του Νόμου 2071/1999 προέβλεπε ότι μέχρι να αποφανθεί το Δικαστήριο, ο υπεύθυνος για τον εγκλεισμό και την διακοπή του ήταν ο Ιατρικός Διευθυντής της Ψυχιατρικής Κλινικής.
15.  Στις 26 Ιανουαρίου 2009, με αίτημα της μητέρας του προσφεύγοντα, ο Εισαγγελέας διέταξε την μεταφορά του στην Ιδιωτική Κλινική «Γαλήνη» (ανωτέρω παράγραφος 11).
16.   Στις 25 Φεβρουαρίου 2009, ο Εισαγγελέας έλαβε την έκθεση της Υποδιευθύντριας του Ψυχιατρείου, που συνιστούσε την παράταση του εγκλεισμού. Η έκθεση διαπίστωνε τα επίμονα παραληρήματα και τις ιδέες καταδίωξης και ανέφερε ότι ο προσφεύγων δεν είχε συνείδηση της κατάστασης του.
17.   Στις 14 Μαΐου 2009, το Πρωτοδικείο απέρριψε το αίτημα του Εισαγγελέα της 28ηςΝοεμβρίου 2008 για νοσηλεία του προσφεύγοντα. Διαπίστωσε ότι ο ψυχίατρος του Νοσοκομείου Αθηνών που τον παρακολουθούσε είχε δηλώσει ότι ο προσφεύγων δεν είχε επικίνδυνες ιδέες και δεν είχε επιδείξει βίαιη συμπεριφορά. Υπογράμμισε ότι ο ίδιος ψυχίατρος είχε κάνει την ίδια διάγνωση τον Ιανουάριο του 2008 και ότι, τότε, είχε εκφράσει την άποψη ότι μια ακούσια νοσηλεία κινδύνευε να προκαλέσει στον προσφεύγοντα βαρύ ψυχικό τραυματισμό. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο προσφεύγων είχε δηλώσει ότι θα έπαιρνε ανελλιπώς τη θεραπευτική αγωγή του και ότι θα τον παρακολουθούσε ψυχίατρος, και έτσι δεν ήταν πια επικίνδυνος για τον ίδιο ούτε για τον περίγυρο του. Τέλος, το Δικαστήριο διευκρίνιζε ότι το συμφέρον της οικογένειας του προσφεύγοντα να ελέγξει την συμμετοχή του στην οικογενειακή επιχείρηση, εξαιτίας του ότι αυτός συζούσε με μια αλλοδαπή με την οποία η οικογένεια του δεν ήθελε αυτός να παντρευτεί, δεν αφορούσε το αντικείμενο της διαδικασίας ενώπιον του.
18.   Στις 22 Μαΐου 2009, ο προσφεύγων βγήκε από το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αθηνών.

II.       ΤΟ ΟΙΚΕΙΟ ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ
19.  Το άρθρο 95 §2 του Νόμου 2071/1992 αναφέρει με τους  ακόλουθους όρους τις προϋποθέσεις του εγκλεισμού χωρίς την συναίνεση του ενδιαφερομένου:
«Ι. α. Ο ασθενής να πάσχει από ψυχική διαταραχή.
β. Να μην είναι ικανός να κρίνει για το συμφέρον της υγείας του.
γ. Η έλλειψη νοσηλείας να έχει ως συνέπεια είτε να επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας του, ή
II. Η νοσηλεία ασθενή που πάσχει από ψυχική διαταραχή να είναι απαραίτητη για να αποτραπούν πράξεις βίας κατά του ίδιου ή τρίτου.»
20.   Το άρθρο 96 περιγράφει την διαδικασία εισαγωγής ενός ασθενή σε ψυχιατρική κλινική χωρίς την συναίνεση του. Η διαδικασία αρχίζει με αίτημα κοντινού συγγενή του ασθενή προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών. Εάν δεν υπάρχει στενός συγγενής, σε επείγουσες περιπτώσεις τον εγκλεισμό μπορεί να ζητήσει αυτεπαγγέλτως ο Εισαγγελέας. Το αίτημα του στενού συγγενή του ασθενή πρέπει να συνοδεύεται από δύο ιατρικές γνωματεύσεις αιτιολογημένες που να τις έχουν εκδώσει δύο ψυχίατροι, ή αν δεν υπάρχουν δύο ψυχίατροι, ένας ψυχίατρος και ένας γιατρός παρεμφερούς ειδικότητας (άρθρο 96 §§1 και 2).
21.  Ο Εισαγγελέας που παραλαμβάνει την αίτηση και τις ιατρικές γνωματεύσεις πρέπει να ελέγξει αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 95 §2 και διατάσσει την μεταφορά του ασθενή σε ψυχιατρική κλινική.
22.   Το άρθρο 96 §4 προβλέπει ότι μόλις μεταφερθεί, ο ασθενής πρέπει να ενημερωθεί, από τον Διευθυντή ή από άλλο αρμόδιο, για τα δικαιώματα του και ιδίως για το δικαίωμα του να ασκήσει ένδικο μέσο. Η πληροφόρηση αυτή καταγράφεται σε πρακτικό που υπογράφεται τόσο από εκείνον που κάνει την ενημέρωση και από αυτόν που συνοδεύει τον ασθενή.
23.   Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν ιατρικές γνωματεύσεις επειδή η εξέταση του ασθενή δεν ήταν δυνατή λόγω της άρνησης του να εξεταστεί, ο Εισαγγελέας μπορεί να διατάξει την μεταφορά του ασθενή σε δημόσιο ψυχιατρείο, για εξέταση και για να συνταχτούν οι ιατρικές γνωματεύσεις που λείπουν. Η μεταφορά γίνεται υπό συνθήκες που διασφαλίζουν τον σεβασμό της προσωπικότητας και της αξιοπρέπειας του ασθενή. Η διαμονή του ασθενή για τις απαραίτητες εξετάσεις δεν πρέπει να υπερβεί τις 48 ώρες (άρθρο 96 §5).
24.   Toάρθρο 96 §6 ορίζει ότι εντός προθεσμίας τριών ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία ο Εισαγγελέας διέταξε την μεταφορά του ασθενή, ο Εισαγγελέας πρέπει να ζητήσει από το Δικαστήριο να αποφανθεί. Το Δικαστήριο πρέπει να εκδώσει απόφαση εντός προθεσμίας δέκα ολόκληρων ημερών και κεκλεισμένων των θυρών. Μπορεί μεταξύ άλλων, να διατάξει να εξεταστεί ο ασθενής από έναν άλλον ψυχίατρο (άρθρο 96 §7). Η κλήση για παράσταση πρέπει να επιδοθεί στον ασθενή σαράντα οκτώ ώρες πριν την δικάσιμο. Ο ασθενής μπορεί να παραστεί με τον δικηγόρο του και έναν ψυχίατρο ως τεχνικό σύμβουλο. Σε περίπτωση που ο ασθενής είναι επικίνδυνος, οι προθεσμίες αυτές μπορεί να συντομευτούν. (άρθρο 96 §6).
25.  Η απόφαση του Δικαστηρίου πρέπει να είναι επαρκώς αιτιολογημένη (άρθρο 96 §8).
26.   Στο χρονικό διάστημα ανάμεσα στην εισαγωγή του ασθενή και την απόφαση του Δικαστηρίου, ο ασθενής υπόκειται στην θεραπευτική ευθύνη του επιστημονικού διευθυντή της ψυχιατρικής κλινικής (άρθρο 96 §9).
27.   Στις 14 Απριλίου 2011, η Εθνική επιτροπή Δικαιωμάτων του ανθρώπου υιοθέτησε, σε ολομέλεια, μια έκθεση σχετικά με τα θέματα προστασίας των δικαιωμάτων όσων υποφέρουν από ψυχιατρικές διαταραχές στο πλαίσιο της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα.
28.   Στο κεφάλαιο που αφορά τις ακούσιες νοσηλείες (άρθρα 95-100 του Νόμου 2071/1992), η Εθνική επιτροπή έκρινε ότι η σχετική διαδικασία είχε τεθεί υπό τον έλεγχο της δικαστικής εξουσίας και ενσωμάτωνε πολλές από τις αρχές που συνάγονται από τη Νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ωστόσο, υπογράμμιζε ότι η εφαρμογή του Νόμου αποδείχθηκε προβληματική, λόγω της ίδιας της διαδικασίας αλλά κυρίως επειδή δεν δημιουργήθηκαν άλλοι οργανισμοί πλην των ψυχιατρείων και οι οποίοι μπορούσαν να αποτελούν εναλλακτικές λύσεις στον εγκλεισμό.
29.   Ενώ το ποσοστό των ακούσιων νοσηλειών δεν υπερέβαινε το 7% ή το 8% σε άλλες χώρες της Ευρώπης, στην Ελλάδα κυμαινόταν ανάμεσα σε 55% και 65%. Το νούμερο αυτό αποδεικνύει από μόνο του ότι η φροντίδα του νομοθέτη να διασφαλίσει τον δικαστικό έλεγχο της διαδικασίας είχε παρακαμφθεί, και ότι στην πράξη, η διαπίστωση της πιθανής επικινδυνότητας του ασθενή εμφανιζόταν ως αντανακλαστικό του Εισαγγελέα, του Δικαστή και του ψυχίατρου.
30.   Τα προβλήματα εφαρμογής του Νόμου 2071/1992 εκτείνονταν σε όλες τις διατάξεις του, ιδίως σε εκείνες που διέπουν την ιατρική διάγνωση (ανεπαρκής αιτιολογία και μη εξατομικευμένη εκτίμηση), την μεταφορά του ασθενή (σε 97% των περιπτώσεων με αστυνομικό ή υπηρεσιακό όχημα), την προθεσμία σαράντα οκτώ ωρών, την ενημέρωση του ασθενή (δεν προκύπτει με βεβαιότητα), τον δικαστικό έλεγχο, την διάρκεια της διαμονής στο ψυχιατρείο, την κλήση για παράσταση στην δίκη και την δικαστική απόφαση.
31.   Σε μια έκθεση του Μαΐου του 2007, ο συνήγορος του πολίτη διαπίστωνε, στο κεφάλαιο το σχετικό με τα προβλήματα εφαρμογής των διαδικαστικών προϋποθέσεων του Νόμου 2071/1992, ότι η τήρηση της προθεσμίας σαράντα οκτώ ωρών δεν ήταν πάντα δυνατή λόγω του ανεπαρκούς αριθμού των εφημερευόντων ψυχιάτρων και λόγω του ότι οι ασθενείς δεν ήταν επαρκώς πληροφορημένοι για τα δικαιώματα τους, ιδίως για το δικαίωμα τους να κάνουν χρήση ένδικου μέσου.
32.   Όσον αφορά τον δικαστικό έλεγχο, ο συνήγορος του πολίτη παραδεχόταν ότι δεν είχε την δυνατότητα να ελέγξει αν τηρούνταν οι διατάξεις της δικαστικής διαδικασίας και ιδιαίτερα αν ο ορισμός δικασίμου γινόταν σύντομα από το δικαστήριο με την παραλαβή της αίτησης του εισαγγελέα. Σημείωνε επίσης ότι τα σχετικά άρθρα του Νόμου 2071/1992 δεν ήταν πλήρη επειδή δεν προβλέπανε τις συνέπειες που έπρεπε να προκύψουν από την μη τήρηση και εξαιτίας αυτού δεν είχαν παρά ενδεικτικό χαρακτήρα.

ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ
Ι.      ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΔΙΑΦΟΡΑΣ
33.   Ο προσφεύγων επικαλείται πολλές παραβιάσεις του άρθρου 5 της Σύμβασης καθώς και του άρθρου 13. Στο πεδίο του άρθρου 5 §1, παραπονείται ότι νοσηλεύθηκε ακουσίως χωρίς να έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από το οικείο εθνικό δίκαιο. Σε αυτό του άρθρου 5 §3, παραπονείται ότι το Πρωτοδικείο δεν αποφάνθηκε εντός εύλογης προθεσμίας. Στο πεδίο του άρθρου 5 §4, παραπονείται ότι η αίτηση του Εισαγγελέα να μην μεταφερθεί σε ιδιωτική κλινική έμεινε αναπάντητη, πράγμα που παρέτεινε αντίστοιχα την στέρηση της ελευθερίας του. Τέλος, υπό το πρίσμα του άρθρου 13, παραπονείται ότι δεν του προσφέρθηκε πραγματική προσφυγή κατά της απόφασης του Εισαγγελέα να μεταφερθεί σε ιδιωτική κλινική, αφού ένα αίτημα προς την κατεύθυνση αυτή έμεινε αναπάντητο.
34.   Το Δικαστήριο θεωρεί ότι όλες οι αιτιάσεις που διατυπώθηκαν από τον προσφεύγοντα ως προς τα διάφορα αυτά άρθρα και τις παραγράφους αναφέρονται σε ένα και μόνο θέμα, δηλαδή στο αν ο προσφεύγων στερήθηκε την ελευθερία του σύμφωνα με διαδικασία που προβλέπεται από το νόμο. Ειδικότερα, προκύπτει από τα πραγματικά περιστατικά της υπό κρίση υπόθεσης και όσα αναπτύσσει ο προσφεύγων στην προσφυγή του ότι αυτός παραπονείται για την μη τήρηση των διατάξεων του εθνικού δικαίου σχετικά με την ακούσια νοσηλεία, ιδίως λόγω της αδικαιολόγητης παράτασης του εγκλεισμού του από τον Εισαγγελέα, ή λόγω του ότι η προσφυγή του ενώπιον του Εισαγγελέα να παύσει την νοσηλεία του έμεινε αναπάντητη, ή ακόμα λόγω της προθεσμίας στην οποία το Πρωτοδικείο αποφάνθηκε για την περίπτωση του. Το Δικαστήριο θα εξετάσει τις αιτιάσεις του προσφεύγοντα μόνον υπό το πρίσμα του άρθρου 5 §1 της Σύμβασης.

II. ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΛΟΥΜΕΝΗ ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5 §1 ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ.
35.   Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η στέρηση της ελευθερίας του δεν δικαιολογούνταν σε καμμία στιγμή της περιόδου κατά την οποία νοσηλεύθηκε ακουσίως και ότι οι διατάξεις του Νόμου 2071/1992, σχετικά ιδίως με τα ένδικα μέσα (άρθρα 99 §3) και η προθεσμία στην οποία αποφαίνεται το Δικαστήριο (άρθρα 96 §6 και 99 §2) δεν τηρήθηκαν στην περίπτωση του. Επικαλείται το άρθρο 5 §1 της Σύμβασης που ορίζει τα εξής:
«Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν και την ασφάλειαν. Ουδείς επιτρέπεται να στερηθή της ελευθερίας του ειμή εις τας ακολούθους περιπτώσεις και συμφώνως προς την νόμιμον διαδικασίαν:
ε) εάν πρόκειται περί νομίμου κρατήσεως ατόμων δυναμένων να μεταδώσωσι μεταδοτικήν ασθένειαν, φρενοβλαβούς, αλκοολικού, τοξικομανούς ή αλήτου,»

Α.     Ως προς το παραδεκτό
36.  Το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η αιτίαση αυτή δεν είναι προδήλως αβάσιμη υπό την έννοια του άρθρου 35 §3 της Σύμβασης και ότι η Κυβέρνηση δεν εγείρει κανένα λόγο απαραδέκτου. Το Δικαστήριο κρίνει επίσης ότι δεν αντίκειται σε κανένα άλλο λόγο απαραδέκτου. Θα πρέπει λοιπόν να κριθεί παραδεκτή.

Β.     Ως προς την ουσία
37.   Η Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η απόφαση του εισαγγελέα που αποφάσισε την αυτεπάγγελτη εξέταση και την ακούσια νοσηλεία του προσφεύγοντα σε Ψυχιατρικό Νοσοκομείο δικαιολογούνταν πλήρως από την κατάσταση της ψυχικής του υγείας. Η υπέρβαση της προθεσμίας για την αποστολή της έκθεσης των δύο ψυχιάτρων και της προθεσμίας για την εξέταση της αίτησης του προσφεύγοντα από το Δικαστήριο δεν παραβίασε το άρθρο 5 §1 και δεν επέφερε αυθαίρετη παραβίαση της ελευθερίας του λόγω του περιεχομένου της διάγνωσης των ψυχιάτρων του ψυχιατρικού νοσοκομείου Αθηνών και λόγω του ότι ο εγκλεισμός του στο νοσοκομείο αυτό και σε αυτή την ιδιωτική κλινική δεν υπερέβη τους έξι μήνες και δύο ημέρες.
38.   Η Κυβέρνηση υποστηρίζει επίσης ότι το διάστημα των πέντε μηνών και δεκαέξι ημερών που μεσολάβησε ανάμεσα στην αίτηση του Εισαγγελέα και την απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου είναι εύλογο, επειδή η προθεσμία δέκα ημερών που προβλέπεται από το άρθρο 96§6 μπορεί να νοηθεί μόνον ότι ορίζει την προθεσμία για τον ορισμό δικασίμου και όχι την έκδοση της απόφασης, πράγμα που θα ήταν αδύνατο στην περίπτωση που θα κρινόταν απαραίτητη μια νέα ψυχιατρική εξέταση.
39.   Ο προσφεύγων απαντά ότι, στις παρατηρήσεις της η Κυβέρνηση δεν δίνει καμία απάντηση σχετικά με τις αιτιάσεις παραβίασης της Σύμβασης και περιορίζεται σε μια «τυπική επανάληψη» των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης. Υποστηρίζει ότι η οικεία νομοθεσία δεν τηρήθηκε στην υπό κρίση υπόθεση και ότι ο Εισαγγελέας δεν είχε την εξουσία από το Νόμο να πάρει μέτρα σχετικά με την μεταφορά του από την μία κλινική στην άλλη, κατά παραβίαση της σύστασης του Διευθυντή του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου που συνιστούσε την έξοδο του για τις 29 Ιανουαρίου και περιπατητική αγωγή.
40.   Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι το άρθρο 5 §1 παραπέμπει ως επι το πλείστον στην εθνική νομοθεσία και καθιερώνει την υποχρέωση για τήρηση των ουσιαστικών και δικονομικών κανόνων, αλλά ότι απαιτεί, επιπλέον, η στέρηση της ελευθερίας που γίνεται να μην είναι αντίθετη προς τον σκοπό του άρθρου αυτού, που είναι να προστατεύει το άτομο κατά της αυθαιρεσίας (Winterwerpκατά Ολλανδίας, απόφαση της 24ηςΟκτωβρίου 1979, σειρά Α αρ. 33, §39 και HutchisonReidκατά Ηνωμένου Βασιλείου, αρ. 50272/99, 20 Φεβρουαρίου 2003, §46). Εναπόκειται κατά πρώτον, στις εθνικές αρχές και ιδίως στα Δικαστήρια, να ερμηνεύουν και να εφαρμόζουν το εθνικό δίκαιο. Ωστόσο, από την στιγμή που ως προς το άρθρο 5§1 η μη τήρηση του εθνικού δικαίου επιφέρει παραβίαση της Σύμβασης, το Δικαστήριο μπορεί και πρέπει να ασκεί κάποιον έλεγχο για να αναζητήσει αν τηρήθηκε το εθνικό δίκαιο (Douiyebκατά Ολλανδίας [GC], αρ. 31464/96, §45, 4 Αυγούστου 1999, και Panteaκατά Ρουμανίας, αρ. 33343/96, §220, CEDH 2003-VI).
41.   Το Δικαστήριο υπενθυμίζει την πάγια νομολογία του σύμφωνα με την οποία ένα άτομο δεν μπορεί να θεωρηθεί «σχιζοφρενής» και να υποστεί στέρηση της ελευθερίας του παρά αν συντρέχουν τουλάχιστον οι ακόλουθες τρεις προϋποθέσεις: πρώτον, η σχιζοφρένεια του πρέπει να αποδεικνύεται με πειστικό τρόπο. Δεύτερον η διαταραχή πρέπει να έχει χαρακτήρα ή έκταση που να νομιμοποιεί τον εγκλεισμό. Τρίτον, ο εγκλεισμός δεν μπορεί να παραταθεί έγκυρα αν δεν εμμένει μια τέτοια διαταραχή (προαναφερθείσα Winterwerp, §39 και Johnsonκατά Ηνωμένου Βάσιμου, απόφαση της 24ηςΟκτωβρίου 1997, Recueildesarretsetdecisions1997-VII, §60).
42.   Τέλος, το Δικαστήριο επαναλαμβάνει ότι ένα από τα απαραίτητα στοιχεία για τη «νομιμότητα» της κράτησης υπό την έννοια του άρθρου 5 §1 ε) είναι η μη αυθαιρεσία. Η στέρηση της ελευθερίας είναι ένα μέτρο τόσο βαρύ που δεν δικαιολογείται παρά όταν εξετάστηκαν άλλα μέτρα, λιγότερο βαριά και κρίθηκαν ανεπαρκή για την διάσωση του ατομικού ή δημοσίου συμφέροντος που απαιτούσε τον εγκλεισμό. Πρέπει να αποδειχθεί ότι η στέρηση ελευθερίας του ενδιαφερόμενου ήταν απαραίτητη λόγω των περιστάσεων (Herczegfalvyκατά Αυστρίας, απόφαση της 24ηςΣεπτεμβρίου 1992, σειρά Α, αρ. 244, Litwaκατά Πολωνίας, αρ. 26629/95, §78, CEDH2000-ΙΠ και Gajesiκατά Ουγγαρίας, αρ. 34503/03, 3 Οκτωβρίου 2006).
43.   Το Δικαστήριο σημειώνει ότι ο νόμος 2071/1992 έχει θεσπίσει μια δικαστική διαδικασία σε θέματα ακούσιας νοσηλείας. Αν και οι ψυχίατροι έχουν σημαντικές αρμοδιότητες σε θεραπευτικό επίπεδο, η διαδικασία, στο σύνολο της, διεξάγεται υπό τον έλεγχο του Εισαγγελέα. Μόνον το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την ακούσια νοσηλεία. Η αίτηση για ακούσια νοσηλεία, που μπορεί να προέρχεται από ένα στενό συγγενή του ασθενή, υποβάλλεται στον Εισαγγελέα, που είναι εξουσιοδοτημένος να διατάξει την μεταφορά του ασθενή σε μια ψυχιατρική κλινική για να υποστεί μια εξέταση χωρίς αυτό να μπορεί να υπερβεί τις 48 ώρες και με σκοπό να συναχτεί μια διάγνωση της ψυχικής του κατάστασης και να δώσει έτσι στο νοσοκομείο τα απαραίτητα στοιχεία για να αποφανθεί αυτό για το αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που επιτρέπουν την ακούσια νοσηλεία. Ο εισαγγελέας έχει επίσης την υποχρέωση να προσφύγει εντός προθεσμίας τριών ημερών από την αίτηση του για μεταφορά του ασθενή σε κλινική, στο Πρωτοδικείο, το οποίο και πρέπει να εξετάσει την υπόθεση εντός προθεσμίας δέκα ημερών σε διαδικασία κατ'αντιμωλία (ανωτέρω παρ. 19-26).
44.   Συνάγεται ότι η διαμονή ενός ατόμου που παρουσιάζει ψυχικές διαταραχές σε ψυχιατρική κλινική με εντολή του Εισαγγελέα και πριν αποφανθεί οριστικά το Δικαστήριο επί της ακούσιας νοσηλείας, υποβάλλεται σε προθεσμίες και καλά ορισμένους διαδικαστικούς κανόνες, που έχουν σκοπό να αποφευχθεί κάθε αυθαιρεσία στην διαδικασία λήψης απόφασης που κινδυνεύει να επιφέρει μακροχρόνιες συνέπειες στην ζωή του ασθενή.
45.   Πρώτον, το Δικαστήριο σημειώνει ότι στην υπό κρίση υπόθεση, ο προσφεύγων νοσηλεύτηκε από τις 12 Νοεμβρίου 2008, όταν μεταφέρθηκε στον Ψυχιατρείο Αθηνών για να υποστεί μια εξέταση σύμφωνα με το άρθρο 96 §5 του Νόμου 2071/1992, μέχρι τις 22 Μαΐου 2009, ημερομηνία της εξόδου του μετά την απόφαση που εκδόθηκε στις 14 Μαΐου 2009 επί της αίτησης για ακούσια νοσηλεία του, δηλαδή για διάρκεια έξι μηνών και δέκα ημερών, ενώ το άρθρο 96 §6 του ίδιου νόμου προβλέπει ότι η συνολική διάρκεια κατά την οποία ένας ασθενής μπορεί να διαμένει σε ψυχιατρείο πριν το δικαστήριο πάρει απόφαση επί παρόμοιας αίτησης, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση, να υπερβεί τις δεκατρείς ημέρες.
46.  Δεύτερον, το Δικαστήριο σημειώνει ότι εντός της περιόδου αυτής, δεν τηρήθηκαν δύο προθεσμίες που τέθηκαν από το Νόμο 2071/1992 : η προθεσμία των σαράντα οκτώ ωρών που προβλέπεται για την διαβίβαση στον Εισαγγελέα της έκθεσης των ψυχιάτρων (άρθρο 96 §5 - ανωτέρω παράγραφος 23) και η προθεσμία των δέκα ημερών που πρέπει να μεσολαβήσει ανάμεσα στην αίτηση του Εισαγγελέα εν όψει του εγκλεισμού και την απόφαση του Δικαστηρίου επί της αίτησης αυτής (άρθρο 96§6 - ανωτέρω παράγραφος 24). Αντί για σαράντα οκτώ ώρες, χρειάστηκαν δεκαέξι ημέρες για την διαβίβαση της έκθεσης των δύο εμπειρογνωμόνων ψυχιάτρων που εξέτασαν τον προσφεύγοντα (από τις 12 Νοεμβρίου 2008 ως τις 28 Νοεμβρίου 2008). Εξάλλου, η εκδίκαση της αίτησης ακούσιας νοσηλείας της 28ηςΝοεμβρίου 2008 ορίστηκε για τις 19 Δεκεμβρίου 2008, δηλαδή σε διάστηκα κατά πολύ μεγαλύτερο από τις δέκα ημέρες που προβλέπει το άρθρο 96 §6 για να εκδώσει απόφαση το Δικαστήριο. Η εκδίκαση έγινε συνεπώς, πάνω από ένα μήνα αφότου ξεκίνησε ο εγκλεισμός του προσφεύγοντα.
47.   Επίσης, το Δικαστήριο δεν μπορεί να δεχτεί τα επιχειρήματα της Κυβέρνησης σύμφωνα με τα οποία το περιεχόμενο της έκθεσης των ψυχιάτρων και το ότι το Δικαστήριο διέταξε πρόσθετη ψυχιατρική έκθεση δικαιολογούν τις σημαντικές υπερβάσεις των προθεσμιών που συνέβησαν μεταγενέστερα στην υπό κρίση υπόθεση. Το Δικαστήριο σημειώνει ότι χρειάστηκαν πέντε μήνες και δεκαέξι ημέρες για να εκδώσει οριστική απόφαση (από τις 28 Νοεμβρίου 2008, ημερομηνία της προσφυγής του Εισαγγελέα ως τις 14 Μαΐου 2009, ημερομηνία της δικαστικής απόφασης που απορρίπτει την αίτηση). Καμία έγκυρη εξήγηση δεν προκύπτει από τον φάκελο ούτε από τις παρατηρήσεις της Κυβέρνησης για τα ακόλουθα περιστατικά:
-ενώ το Δικαστήριο πήρε την απόφαση να διατάξει νέα ψυχιατρική εξέταση του προσφεύγοντα στις 19 Δεκεμβρίου 2008, η απόφαση αυτή εκδόθηκε στις 22 Ιανουαρίου 2009 και κοινοποιήθηκε στον ορισμένο εμπειρογνώμονα για να την πραγματοποιήσει στις 29 Ιανουαρίου 2009 ο οποίος και διαβίβασε την έκθεση του στον Εισαγγελέα μόνο στις 25 Φεβρουαρίου 2009.
-η απόφαση που απέρριπτε την αίτηση του Εισαγγελέα για ακούσια νοσηλεία του προσφεύγοντα δεν εκδόθηκε παρά μόνο στις 14 Μαΐου 2009, ενώ από το άρθρο 96 προκύπτει σαφώς ότι το Δικαστήριο πρέπει να αποφανθεί εντός πολύ συντόμων προθεσμιών.
-τέλος, ενώ η απόφαση που απορρίπτει την ακούσια νοσηλεία εκδόθηκε στις 14 Μαΐου 2009, ο προσφεύγων βγήκε από το Νοσοκομείο μόνον στις 22 Μαΐου 2009.
48.   Επίσης, το Δικαστήριο σημειώνει ότι παρά το ότι ο Διευθυντής του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου αποφάνθηκε υπέρ της εξόδου του προσφεύγοντα στις 29 Ιανουαρίου 2009, ο Εισαγγελέας διέταξε την μεταφορά του σε μια ιδιωτική κλινική, με αίτηση της μητέρας του προσφεύγοντα και ενώ εκκρεμούσε η διαδικασία ενώπιον του Πρωτοδικείου. Ωστόσο, το εθνικό δίκαιο προβλέπει ότι ανάμεσα στην εισαγωγή του ασθενή και την απόφαση του Δικαστηρίου, ο ασθενής υπόκειται στην θεραπευτική ευθύνη του Επιστημονικού Διευθυντή της Ψυχιατρικής Κλινικής (άρθρο 96 §9 του Νόμου).
49.   Συμπερασματικά, το Δικαστήριο θεωρεί ότι η μη τήρηση των προθεσμιών που προβλέπουν οι παράγραφοι 5 και 6 του Νόμου και η αυθαίρετη παρέμβαση του Εισαγγελέα που διατάσσει την μεταφορά του προσφεύγοντα σε ιδιωτική κλινική πριν αποφανθεί το Δικαστήριο επιφέρανε παραβίαση του άρθρου 5 §1 ε) της Σύμβασης ως προς το ότι η στέρηση της ελευθερίας του προσφεύγοντα δεν διατάχτηκε σύμφωνα με «τις νόμιμες διαδικασίες».

III. ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 41 ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
50.   Σύμφωνα με το άρθρο 41 της Σύμβασης,
«Εάν το Δικαστήριο κρίνει ότι υπήρξε παραβίαση της Σύμβασης ή των Πρωτοκόλλων της, και αν το εσωτερικό δίκαιο του Υψηλού Συμβαλλόμενου Μέρους δεν επιτρέπει παρά μόνο ατελή εξάλειψη των συνεπειών της παραβίασης αυτής, το Δικαστήριο χορηγεί, εφόσον είναι αναγκαίο, στον παθόντα δίκαιη ικανοποίηση.»
51.   Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με το άρθρο 60 του Κανονισμού του ο προσφεύγων πρέπει να υποβάλει τις αξιώσεις του, υπολογισμένα και κατανεμημένα ανά κατηγορία και να συνοδεύονται από σχετικά δικαιολογητικά, εντός της προθεσμίας που του έχει ταχθεί για την παρουσίαση των παρατηρήσεων του επί της ουσίας.
52.   Ωστόσο, ο προσφεύγων δεν παρουσίασε κανένα αίτημα δίκαιης ικανοποίησης σύμφωνα με τις επιταγές του προαναφερθέντος άρθρου 60. Επομένως, το Δικαστήριο θεωρεί ότι δεν συντρέχει λόγος να του επιδικάσει ποσό για το λόγο αυτό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, ΟΜΟΦΩΝΑ,
1.    Κηρύσσει την προσφυγή παραδεκτή
2.    Αποφαίνεται ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 5 § 1 της Σύμβασης
Συντάχτηκε στα γαλλικά, στην συνέχεια κοινοποιήθηκε εγγράφως στις 26 Ιουλίου 2011, κατ'εφαρμογή του άρθρου 77 § §2 και 3 του Κανονισμού.
SorenNielsen                                                           NinaVajic
Γραμματέας                                                              Πρόεδρος
 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΙΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΏΝ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
REPUBLIQUE HELLENIQUE, MINISTERE DES AFFAIRES ETRANGERES, SERVICE DE TRADUCTION HELLENIC REPUBLIC, 
MINISTRY OF FOREIGN AFFAIRS, TRANSLATION SERVICE
 

"Ακούσια νοσηλεία: ένα επικίνδυνο «κοκτέιλ» θεραπείας με φυλακή"*.

$
0
0

Του Ευτύχη Φυτράκη, Δρ. Ν. – Ειδικού επιστήμονα του ΣτΠ.


Η συζήτηση για την ψυχιατρική περίθαλψη και τα δικαιώματα του ανθρώπου, στην εποχή τωνμνημονίων, δεν μπορεί να αγνοεί τη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται στη χώρα. Είναι, παράλληλα, αλήθεια ότι σε περιόδους κρίσης, ή ακριβέστερα μετάβασης, παρατηρείται αύξηση των ψυχικών διαταραχών, αλλά και της εγκληματικότητας. Ταυτόχρονα, όμως, αυξάνεται η τιμωρητικότητα απέναντι σε κάθε απόκλιση, ενώ ελαττώνεται η ανεκτικότητα απέναντι στο διαφορετικό. Αποτέλεσμα αυτής της πίεσης είναι η διατύπωση ενός διαρκώς εντεινόμενου κοινωνικού αιτήματος για ενίσχυση τnς ποινικής και ψυχιατρικής καταστολής.
Ξανακερδίζουν έτσι τη χαμένη του αίγλη η παραδοσιακή ψυχιατρική και το παλαιό ποινικό δίκαιο, δηλ. το άσυλο και η φυλακή. Ο ψυχιατρικός εγκλεισμός είναι ένα πρώτο άμεσο βήμα σ'αυτή την κατεύθυνση. Ακόμα μια φορά, ο εισαγγελέας και ο ψυχίατρος καλούνται να απαντήσουν στις προ(σ)κλήσεις που τους απευθύνονται.

Ι.  Η πραγματικότητα.
Aς προσπαθήσουμε να σχηματίσουμε μια εικόνα για την εφαρμογή τnς ακούσιας νοσηλείας, μέσα από τρεις αληθινές υποθέσεις:
Υπόθεση 1: Στις 16.1.2011 κατατίθεται αίτηση ακούσιας νοσηλείας κατά της Α. από τον πατέρα της. Διατάσσεται διερεύνηση μέσω τns ΕΛ.ΑΣ., που καταλήγει στη λήψη κατάθεσης του ίδιου του πατέρα! Την επόμενη μέρα εκδίδεται εισαγγελική παραγγελία εξέτασηs και η Α. διαγιγνώσκεται με «ψυχωσική συνδρομή», της επιβάλλεται καθήλωση και της χορηγείται «βαριά» φαρμακευτική αγωγή. Τελικά μετά από 15 ημέρες (στις 2.2.2011), εκδίδεται εισαγγελική παραγγελία νοσηλείας, η οποία «φθάνει» στο νοσοκομείο στις 10.2.2011, και αυθημε¬ρόν υποβάλλεται αίτηση του εισαγγελέα στο αρμόδιο δικαστήριο. Συνολικά 45 ημέρες (στις 22.2.2011) από τον εγκλεισμό, ορίζεται δικάσιμος, ενώ ακολούθως, (στις 16.3.2011), χορηγείται εξιτήριο, χωρίς ποτέ να γίνει κάποιο δικαστήριο. Σύνολο εγκλεισμού: 2 μήνες!
Υπόθεση 2: Στις 17.10.2010, ο κύριος P., με εισαγγελική παραγγελία, εξετάζεται σε νοσοκομείο και ακολούθως εισάγεται σε άλλο. Μετά από 12 ημέρες (29.10.2010), κατατίθεται αίτηση του εισαγγελέα στο δικαστήριο, ενώ 35 ημέρες αργότερα ορίζεται δικάσιμος. Στις 21.12.2010 δίδεται εξιτήριο, ενώ η απόφαση τελικά εκδίδεται στις 29.8.2011, δηλ. 10 μήνες και 12 ημέρες αργότερα.
Το σκεπτικό της απόφασης αναφέρει ότι η κατάσταση του ασθενούς «είναι δυνητικά επικίνδυνη για τον εαυτό του, χωρίς να αποδεικνύεται κάτι το αντίθετο». Σύνολο εγκλεισμού: 2 μήνες και 4 ημέρες!
Υπόθεση 3: Στις 11.12.2007 ο κύριος Β. διαγνώστηκε με «ψυχωσική συνδρομή» και εγκλείστηκε σε γενικό νοσοκομείο. Στις 28.12.2007, δηλ. 17 ημέρες από τον εγκλεισμό, ο εισαγγελέας διέταξε τη νοσηλεία του κυρίου Β. και στις 7.1.2008 υπέβαλε αίτηση στο αρμόδιο δικαστήριο. Στις 16.1.2008, χορηγήθηκε εξιτήριο, ενώ τελικά το δικαστήριο συνεδρίασε στις 15.1.2008 και η απόφαση του εκδόθηκε στις 14.4.2008, δηλ. 4 μήνες αργότερα, κρίνοντας την αίτηση απαράδεκτη, λόγω κακής κλήτευσης. Σύνολο εγκλεισμού: 35 ημέρες!
Ο κ. Β. της ως άνω υπόθεσηs προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο εξέδωσε την πρώτη καταδικαστική απόφαση κατά της Ελλάδας, σε υπόθεση ακούσιας νοσηλείας, για παραβίαση του άρ. 5 § 1 ΕΣΔΑ, το οποίο ορίζει ότι η στέρηση της ελευθερίας μπορεί να γίνεται μόνο με νόμιμο τρόπο.

II.  Η νομοθεσία: ποια νομοθεσία;
Η ελληνική νομοθεσία για την ακούσια νοσηλεία, δηλ. ν. 2071/1992, έχει πολλές φορές επαινεθεί για τη φιλελεύθερη κατεύθυνση που τον διακρίνει και τις εγγυήσεις που προβλέπει. Αξίζει να δούμε τον ευτελισμό της μέσα από τρία σημεία:
-Αρμόδιο δικαστήριο: Αρχικά είχε οριστεί το Πολυμελές Πρωτοδικείο, στη συνέχεια έγινε το Μονομελές Πρωτοδικείο ενώ, εντελώς πρόσφατα, αρμόδιο κατέστη το Ειρηνοδικείο. Ευτυχώς δεν υπάρχει κατώτερο δικαστήριο.
-Προϋποθέσεις: Μετά την ισχύ της Σύμβασης του Οβιέδο, το δεύτερο ζεύγμα προϋποθέσεων ακούσιας νοσηλείας, δηλ. ψυχική διαταραχή+επικινδυνότητα, έχει καταργηθεί. Απομένει μόνο η περίπτωση της ψυχικής διαταραχής+ανάγκης θεραπείας. Κανείς όμως φαίνεται να μην το έχει αντιληφθεί!
-Ποιος αποφασίζει: Με την τροποποίηση του Αστικού Κώδικα, το 1996, ορίστηκε ότι η ακούσια νοσηλεία διατάσσεται μόνο από το δικαστήριο. Συνεπώς, η αρμοδιότητα του εισαγγελέα αφορά αποκλειστικά και μόνο την παραγγελία ακούσιας εξέτασης αλλά όχι νοσηλείας. Μπορεί λοιπόν ακόμα να μιλάμε για «εισαγγελικά»;

III.  Ποιος γνωρίζει ή ποιος νοιάζεται για το νόμο;
Τόσο ο νομικός όσο και ο ιατρικός κόσμος, ή με μεγαλύτερη ακρίβεια η δικαστική και η ψυχιατρική εξουσία, φαίνεται να κινούνται ερήμην του νόμου, σ'ένα πλαίσιο που προκαλεί αμοιβαία ικανοποίηση. Ερευνητικά (Θεσσαλονίκη 1992-2001), έχει βρεθεί ότι σε 903 αιτήσεις έγιναν δεκτές οι 684, η προθεσμία των 3 ημερών για την εισαγωγή της αίτησης του εισαγγελέα στο δικαστήριο τηρήθηκε στο 5,4%, η εκδίκαση της υπόθεσης έγινε σε 10 ημέρες στο 9,6 % των περιπτώσεων, υποστήριξη δικηγόρου είχε το 0,7 % των «ασθενών», ενώ σε μία (1) μόνο περίπτωση ασκήθηκε έφεση.
Σε έρευνα του 2006 αντίστοιχα, για την ακούσια ψυχιατρική νοσηλεία, βρέθηκε ότι από τους ψυχιάτρους μόνο το 50% γνώριζε ποιος την αποφασίζει, το 46,2% γνώριζε το σκοπό της, ενώ μόνο το 34,6% γνώριζε το ανώτατο χρονικό όριο της. Συχνά, εξάλλου, παρατηρείται σύγχυση για το δικαίωμα γνωμάτευσης, το οποίο -φυσικά- δεν διαθέτουν οι ειδικευόμενοι ψυχίατροι.

IV.  Πού είναι τα όρια τnς λογικής;
Ο ν. 2071/92 προβλέπει, πολύ ορθά, την ενημέρωση του ακουσίως νοσηλευόμενου για τα δικαιώματα του. Ποιος ενημερώνεται στην πράξη; Όσο απίστευτο και αν φαίνεται είτε ο συνοδός (κατά κανόνα μέλος της οικογένειάς του που επιδίωξε τον εγκλεισμό του) είτε ο αστυνομικός που τον παραδίδει!
Ζήτημα τέθηκε στην περίπτωση που το δικαστήριο σε υπόθεση ακούσιας νοσηλείας διατάξει ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη: ποιός την πληρώνει; Όσο παράλογο και αν φαίνεται, την πληρώνει αυτός εναντίον του οποίου στρέφεται η όλη η διαδικασία, δηλ. ο «ασθενής», γιατί -λέει- είναι για το καλό του! Το ίδιο ζήτημα τίθεται και με τα νοσήλια της ακούσιας νοσηλείας: επιβαρύνουν τον έγκλειστο, αν και αυτός ούτε το επέλεξε ούτε συναίνεσε στη νοσηλεία του.
Αν ο προσαγόμενος για ακούσια εξέταση αρνείται να συνεργαστεί, τί μέλλει γενέσθαι; Κι όμως ασκήθηκε ποινική δίωξη σε ασθενή για «απείθεια» και στο δικηγόρο τns για ηθική αυτουργία σ'αυτήν. Ευτυχώς, αργότερα, υπήρξε αθώωση, αφού από κανένα νόμο δεν προέκυπτε υποχρέωση συνεργασίας.
Η εκμετάλλευση της ακούσιας νοσηλείας από συγγενικά πρόσωπα για ιδιοτελείς σκοπούς φάνηκε και σε μία περίπτωση ασθενούς που διαβιούσε σε Ξενώνα. Όσο και αν φαίνεται αδιανόητο, έφτασε μέχρι εκεί το περιπολικό, της αστυνομίας προκειμένου να τον μεταφέρει στο ψυχιατρείο, από το οποίο είχε εξέλθει προ πολλού καιρού, για αναγκαστική νοσηλεία.

V.   Συμπεράσματα
Το ελληνικό σύστημα ακούσιας νοσηλείας, μπορεί κανείς, χωρίς δόση υπερβολής, να διαπιστώσει ότι έχει καταρρεύσει πλήρως! Ειδικότερα:
• Δεν εξυπηρετεί την ανάγκη ψυχιατρικής θεραπείας, σε όσους το έχουν ανάγκη, ούτε διασφαλίζει τις απαιτήσεις του κράτους δικαίου και την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
• Εκθέτει την ψυχιατρική ως αυθαιρεσία και την δικαστική/εισαγγελική εξουσία ως ανήμπορη/απρόθυμη να παρέχει αληθινή έννομη προστασία. Ίσως είναι ώρα να κάνει ο νομικός αλλά και ο ψυχιατρικός κόσμος την αυτοκριτική του, ώστε να πάμε ένα βήμα μπροστά. Η αποτυχία της δικαστικής εξουσίας και της κρατούσας ψυχιατρικής να εγγυηθούν την αξιοπρέπεια και την ελευθερία των πολιτών, ψυχικά πασχόντων ή μη, δεν σηκώνει διορθώσεις, αλλά απαιτεί ριζικές αλλαγές.

VI.  Πρόταση.
Η Ελλάδα χρειάζεται ένα νέο σύστημα ακούσιας ψυχιατρικής νοσηλείας. Σε αδρές γραμμές, αυτό το σύστημα θα έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
• Απαλλαγή της Αστυνομία; και της Εισαγγελικής Αρχής από τη διαδικασία.
• Εμπλοκή και ευθύνη του Τομέα Ψυχικής υγείας (ΤΕΨΥ),
• Απαραίτητη στενή εμπλοκή ίων κοινωνικών υπηρεσιών των Δήμων.
• Απόφαση από διοικητικό όργανο του ΤΕΨΥ με διεπιστημονικότητα (π.χ. ψυχίατρο, νομικό, κοινωνικό λειτουργό).
• Εμπλοκή/επίβλεψη από την Ειδική Επιτροπή Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ψυχικά Ασθενών.
• Δυνατότητα προσφυγής στα δικαστήρια. 


*Κείμενο προφορικής εισήγησης στην ημερίδα της Ελλ. Ψυχιατρικής Εταιρείας και του περιοδικού «’Ατη» με θέμα «Ακούσια νοσηλεία», Αθήνα 2.3.2012, δημοσιεύτηκε επίσης στοπεριοδικό "Άτη", τεύχος 5/2013.
Πηγή: Δίκαιο και Δικαιώματα, Κριτική της Ποινικής και Ψυχιατρικής καταστολής.

Συστάσεις και Προτάσεις της Ειδικής Επιτροπής (6/2012) για τις προληπτικές μηχανικές καθηλώσεις στο 7ο Τμήμα του Ψ.Ν.Α.

$
0
0


 Αθήνα, 12- 06 - 2012

ΘΕΜΑ: Επίσκεψη κλιμακίου της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές στο 7ο Τμήμα του Ψυχικατρικού Νοσοκομείου Αττικής (ΨΝΑ).


Κλιμάκιο της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές αποτελούμενο από τους κ.κ. Β. Τομαρά πρόεδρο, τα μέλη της Β. Κωστοπούλου, Μ. Μητροσύλη, Ε. Φυτράκη και το αναπληρωματικό μέλος της κ. Π. Παπαδόπουλο επισκέφθηκε απροειδοποίητα την 15-5-2012 το 7οΤμήμα του ΨΝΑ κατόπιν καταγγελιών, που αφορούσαν τα περιοριστικά μέτρα στο Τμήμα αυτό. Τα μέλη του κλιμακίου επιθεώρησαν το τμήμα και συνομίλησαν με την ψυχίατρο διευθύντριά του κα Β. Παντέ και με την προϊσταμένη νοσηλεύτρια κα Γ. Δράκου. Ακολούθως, επισκέφθηκαν το γραφείο διοίκησης όπου συνομίλησαν με τον διοικητή κ. Ο. Χαραλαμπάκη, τον αναπληρωτή διοικητή κ. Κ. Νικολάου, τον πρόεδρο του Επιστημονικού Συμβουλίου κ. Χ. Πανέτα και την διευθύντρια της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας κα Μ. Τσατοπούλου. Η διευθύντρια της Ιατρικής Υπηρεσίας κα Ν. Κατσάνου ήταν εκτός Νοσοκομείου.
Υπόψη της Ειδικής Επιτροπής τέθηκαν έγγραφα: (α) της κας Β. Παντέ προς την κα Ν. Κατσάνου, (β) της κας Ν. Κατσάνου προς τον διοικητή ΨΝΑ και (γ) υπηρεσιακά σημειώματα που αφορούν το 7οΤμήμα και το Περίπτερο Π2ΑΒ.

ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
Το 7οΤμήμα νοσηλεύει 17 άνδρες με σοβαρή νοητική υστέρηση ή αυτισμό που συνοδεύονται από διαταραχές συμπεριφοράς και ψυχωτικές εκδηλώσεις. Ορισμένοι έχουν και κινητικές αναπηρίες. Εμφανίζουν, αρκετά συχνά, ψυχοκινητική ανησυχία έως και διέγερση με αποτέλεσμα τραυματισμούς συνασθενών ή μελών του προσωπικού, αυτοτραυματισμούς και καταστροφές αντικειμένων.
Η ψυχίατρος επισκέπτεται το Τμήμα τέσσαρες ημέρες της εβδομάδας, ενώ, μεταξύ και άλλων καθηκόντων της, διευθύνει και το 10οΤμήμα. Οι νοσηλευτές είναι 13 (2 ΤΕ, 6 ΔΕ, 5 βοηθοί νοσηλευτών) οι οποίοι κατά τη γνώμη της προϊσταμένης τους εμφανίζουν σημεία εξουθένωσης (burn-out). Στο Τμήμα υπηρετούν τέσσαρες καθαρίστριες και μια τραπεζοκόμος. Δύο ψυχολόγοι επισκέπτονται εκ περιτροπής τον ίδιο νοσηλευόμενο (μια εβδομαδιαία συνεδρία με την καθεμιά).
Οι νοσηλευόμενοι είναι τοποθετημένοι σε πέντε τρίκλινους και δύο δίκλινους θαλάμους, ενώ ένας ακόμη δίκλινος θάλαμος χρησιμοποιείται ως απομόνωση. Υπάρχουν βοηθητικοί χώροι και ευρύχωρη αυλή. Το κτίριο είναι σε αρκετά καλή κατάσταση. Ευδιάκριτη, δυσάρεστη, οσμή. Το ημερήσιο πρόγραμμα των νοσηλευομένων είναι εξαιρετικά στοιχειώδες (μπάνιο, ένδυση, γεύματα, περιορισμένος αυλισμός, απογευματινό επισκεπτήριο για μερικούς). Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του κλιμακίου οι νοσηλευόμενοι βρίσκονταν κυρίως στον διάδρομο του τμήματος, καθισμένοι ή περιφερόμενοι.
Τα μέλη του κλιμακίου επισκόπησαν τους ιατρικούς φακέλους και τις κάρτες φαρμάκων. Οι φάκελοι είναι ενημερωμένοι εργαστηριακά και από ιατρούς άλλων ειδικοτήτων, όχι όμως και από ψυχίατρο. Συστηματική ενημέρωσή τους γίνεται από τους δύο ψυχολόγους για το νοσηλευόμενο που παρακολουθούν.
Τηρείται τετράδιο «πρωτόκολλο περιοριστικών μέτρων» με καθημερινές εγγραφές 9 μμ, 0.00, 3 πμ, 6 πμ από τους νοσηλευτές και σπανιότερα από ειδικευόμενο ιατρό. Οι εγγραφές αυτές είναι στερεότυπες (συνήθως με τη διατύπωση «καμία μεταβολή»). Διακόπηκαν την 18ηΑπριλίου. Προφανώς, μετά από αντιρρήσεις των ειδικευομένων ιατρών να ενημερώνουν το τετράδιο, η διευθύντρια του Τμήματος, σε συνεννόηση με την διευθύντρια της Ιατρικής Υπηρεσίας και τον πρόεδρο του Επιστημονικού Συμβουλίου επέλεξαν τη λύση να καθηλώνονται με ιμάντες επί κλίνης, προληπτικά, οι 10 από τους 17 νοσηλευόμενους κάθε νύχτα από 9 μμ έως 9 πμ.
Σημειωτέον ότι στο ΨΝΑ υφίσταται από 10-8-2005 «πρωτόκολλο προστατευτικού περιορισμού επί κλίνης» το οποίο αποκλίνει, αν και όχι σημαντικά, από τα «περιοριστικά μέτρα κατά την ψυχιατρική νοσηλεία» της Ειδικής Επιτροπής (30-1-2008) τα οποία έχουν αποσταλεί σε όλες τις μονάδες ψυχικής υγείας.

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ - ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Οι τρόφιμοι του 7ουΤμήματος θα έπρεπε να βρίσκονται σε οικοτροφεία αυξημένης φροντίδας. Με δεδομένη την αναστολή προσλήψεων στο Δημόσιο, και μέχρις ότου αυτή αρθεί, προτείνεται να απευθυνθεί πρόσκληση από το Υπουργείο Υγείας & Κοινωνικής Αλληλεγγύης στις ΑΜΚΕ για τη σύσταση δύο οικοτροφείων αυξημένης φροντίδας που θα στεγάσουν και θα περιθάλψουν τα εν λόγω άτομα. Μέχρι τότε, όμως:
  • Το μέτρο της προληπτικής νυκτερινής μηχανικής καθήλωσης στο 7οΤμήμα πρέπει να αρθεί άμεσα και η ενημέρωση του σχετικού τετραδίου να ενεργοποιηθεί και πάλι.
  • Να ακυρωθείαμέσως η παραγγελία των εννέα ή 10 «ειδικών καρεκλών με μπράτσα από σίδερο-ατσάλι» που θα «πακτωθούν», καθώς και των «εδικών κατασκευών σε ζώνες για ορισμένους ασθενείς ώστε … να περιορίζονται αυτοί στις καρέκλες» (έγγραφο της κας Κατσάνου προς τη διοίκηση).
  • Οι δύο λειτουργικότεροι τρόφιμοι να μεταστεγαστούν σε οικοτροφεία. Για τους υπολοίπους 15 συνιστώνται τα ακόλουθα μέτρα θεραπευτικά μέτρα:
  • Στους υπάρχοντες χώρους να δημιουργηθούν περισσότεροι μονόκλινοι θάλαμοι, είτε με την κατάτμηση θαλάμων σε μικρότερους είτε με την αξιοποίηση δωματίων που τώρα χρησιμοποιούνται ως βοηθητικοί χώροι (είναι γνωστό ότι η διαταρακτική συμπεριφορά τέτοιων ασθενών επαυξάνεται όσο αυτοί υπερφορτώνονται από ερεθίσματα).
  • Στους τέσσερις ασθενείς που κινδυνεύουν να πέσουν τη νύχτα από το κρεβάτι (έγγραφο κας Παντέ) να τοποθετηθούν προστατευτικά κιγκλιδώματα στα κρεβάτια τους. Προστατευτικά κράνη για ασθενείς που χτυπούν το κεφάλι τους στους τοίχους, ειδικά γάντια για ασθενείς που τραυματίζουν τον πρωκτό τους, κ.α., ώστε να αποφεύγεται η μηχανική καθήλωση.
  • Τοποθέτηση σκιάστρων στην αυλή, ώστε αυτή να χρησιμοποιείται περισσότερο.
  •  Έξοδοι-εκδρομές με τη χρήση του υπηρεσιακού οχήματος.
  • Δημιουργία θεραπευτικής-υποστηρικτικής-εμψυχωτικής ομάδας: Η κα Παντέ θα πρέπει να επικουρείται στο έργο της στο 7οΤμήμα και από δεύτερο ψυχίατρο. Η ομάδα θα πρέπει να περιλαμβάνει, πέραν της ψυχολόγου και της προϊσταμένης νοσηλεύτριας, εργοθεραπευτή (πλήρους απασχόλησης στο 7οΤμήμα), φυσικοθεραπευτή και γυμναστή (μερικής απασχόλησης). Σημειωτέον ότι στο ΨΝΑ υπηρετούν 48 εργοθεραπευτές, 11 γυμναστές και 5 φυσικοθεραπευτές (οι περισσότεροι από όλους αυτούς στο Τμήμα Απεξάρτησης 18ΑΝΩ). Στα καθήκοντα της ομάδας είναι η καθημερινή επίσκεψη, η κατάστρωση και παρακολούθηση προσωπικού πλάνου για τον κάθε νοσηλευόμενο, ο ορισμός προσώπου αναφοράς για τον καθένα και η συνεργασία με την οικογένειά του  όπου υπάρχει).  Με δεδομένη την ανεπάρκεια νοσηλευτικού προσωπικού στο ΨΝΑ (όπως διαβεβαίωσε η διευθύντρια της νοσηλευτικής υπηρεσίας) προτείνεται για το 7οΤμήμα η επαύξησή του κατά έναν σε κάθε βάρδια, καθώς επίσης και η κυκλική εναλλαγή του νοσηλευτικού προσωπικού (π.χ. ανά έτος).
  • Οι οδηγίες της Ειδικής Επιτροπής για τα περιοριστικά μέτρα θα πρέπει να τηρούνται και στο 7οΤμήμα. Η ιδιαιτερότητα, εκεί, έγκειται στο ότι οι ψυχοκινητικές διεγέρσεις είναι απρόβλεπτες για το νοσηλευτικό προσωπικό και επαναλαμβανόμενες. Η λειτουργία της θεραπευτικής-υποστηρικτικής-εμψυχωτικής ομάδας θα βοηθήσει τους νοσηλευτές να αναγνωρίζουν συνθήκες και ερεθίσματα που πυροδοτούν τη διέγερση, ώστε αυτά να αποφεύγονται.Είναι σημαντικό, κάθε βράδυ ο εφημερεύων ψυχίατρος (ενδεχομένως του 10ουΤμήματος) να επισκέπτεται το 7οΤμήμα και να αποφασίζει για την ανάγκη τυχόν μηχανικής καθήλωσης συγκεκριμένου νοσηλευόμενου. Είναι επίσης απολύτως εφικτό, αν όχι ανά 15΄ όπως προβλέπουν οι οδηγίες της Ειδικής Επιτροπής, αλλά ανά 30΄ ο νοσηλευτής (νοσηλευτές) της νυκτερινής βάρδιας να επιθεωρεί τους θαλάμους και αν διαπιστώνει ότι κάποιος καθηλωμένος είναι ήρεμος να τον αποκαθηλώνει μετά από συνεννόηση με τον εφημερεύοντα ψυχίατρο.
  • Το 7οΤμήμα, η Ιατρική Υπηρεσία, το Επιστημονικό Συμβούλιο και η διοίκηση του ΨΝΑ θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους το παράδειγμα του οικοτροφείου ΓΑΛΗΝΗ Α΄ και του Κέντρου Ημέρας Αυτιστικών «στην αυλή του κόσμου» του Κέντρου Παιδιού και Εφήβου, όπου, με ευρωπαϊκή τεχνολογία, λειτουργεί, αντί απομόνωσης και μηχανικού περιορισμού, θάλαμος «αισθητηριακής χαλάρωσης» ο οποίος καθηρεμεί τους διεγερτικούς ασθενείς. Η τεχνολογία του περιλαμβάνει θερμαινόμενο στρώμα νερού, δάπεδο δόνησης, ειδική μουσική και φωτεινές έγχρωμες παραστάσεις στους τοίχους. Σημειώνεται ότι το κόστος είναι χαμηλό.
  • Το πνεύμα αυτών των συστάσεων-προτάσεων της Ειδικής Επιτροπής θα πρέπει να ισχύσει και στο Περίπτερο Π2ΑΒ, το οποίο περιθάλπει ασθενείς με την ίδια, αλλά, ελαφρότερη, κλινική σημειολογία.

Κλείνοντας την παρέμβασή της, η Ειδική Επιτροπή θέλει να επισημάνει ότι στις συνθήκες της σημερινής κρίσης στη χώρα μας «ένα φάντασμα πλανιέται» πάνω από την ψυχική υγεία: Το «φάντασμα» της Λέρου. Μπορούμε, τουλάχιστον, με τα μέσα και την ηθική που διαθέτουμε, να διατηρήσουμε όσα κατακτήθηκαν από το 1984 και μετά, στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού του συστήματος ψυχικής υγείας ή της αποκαλούμενης «ψυχιατρικής μεταρρύθμισης».




                   
Για την Ειδική Επιτροπή
Ο Πρόεδρος

   Βλάσης Τομαράς
                                                   
Εδώμπορείτε να διαβάσετε αυτούσιο το κείμενο της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές



Ψ.Ν.Α. - "Δαφνί" - Η προστασία των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων και η διαφύλαξη των δικαιωμάτων των ψυχικά πασχόντων.

$
0
0

Με αφορμή την υπόθεση επώνυμης καταγγελίας συγγενών νοσηλευόμενης, στην οποία αναφέρεται παραβίαση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων της στο Ψ.Ν.Α.– “Δαφνί”, η οποία δημοσιοποιήθηκε στον Τύπο (βλ. εδώ), καθώς και το δημοσίευμα που ακολούθησε και αναφέρεται στο ενδεχόμενο να στραφεί νομικά η διοίκηση του εν λόγω ιδρύματος “κατά των υπογεγραμμένων της καταγγελίας για την  νοσηλευόμενη ψυχικώς πάσχουσα στο ίδρυμα, οι οποίοι αποκάλυψαν πολύ προσωπικά δεδομένα της ψυχικώς πάσχουσας” (βλ. τα σχετικά άρθρα εδώκαι εδώ), σημειώνουμε τα εξής, αφού προηγουμένως διευκρινίσουμε πως οι πληροφορίες μας βασίζονται στα στοιχεία που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας, χωρίς να έχουμε πρόσβαση στις λεπτομέρειες της υπόθεσης, και ειδικότερα στη φράση “ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα”, η οποία υπονοεί την υπαγωγή της εν λόγω καταγγελίας στις διατάξεις τουν. 2472/1997 "Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα".

Με βάση και μόνον τα σχετικά δημοσιεύματα, κατά την άποψή μας, δεν προκύπτει καμιά απολύτως ποινική ευθύνη των καταγγελλόντων -  συγγενών της παθούσης, οι οποίοι συνέταξαν καταγγελία, απευθυνόμενη σε αρμόδιους φορείς και ταυτόχρονη κοινοποίηση στον Ημερήσιο Τύπο, με σκοπό τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων της πάσχουσας από την αναφερόμενη κακομεταχείρισή της από το ίδρυμα, επειδή στο κείμενο της καταγγελίας, και προκειμένου να στοιχειοθετηθούν οι ισχυρισμοί τους για τη συμπεριφορά των υπευθύνων του ιδρύματος,αναφέρεται η ασθένεια της πάσχουσας, για τους κατωτέρω ενδεικτικά αναφερόμενους λόγους:

1) Διότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2472/1997, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα -στην οποία συμπεριλαμβάνεται και “η διαβίβαση ή διάδοση ή κάθε άλλης μορφής διάθεση” (άρθρο 2 παρ. δ’, ν. 2472/1997)-, ναι μεν επιτρέπεται “μόνο όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει τη συγκατάθεσή του” (άρθρ. 5 παρ. 1, ν. 2472/1997), όμως κατ΄ εξαίρεση επιτρέπεται η επεξεργασία και χωρίς τη συγκατάθεσή του, εκτός των άλλων, όπως και στη συγκεκριμένη περίπτωση, όταν η “επεξεργασία είναι αναγκαία για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του υποκειμένου, εάν αυτό τελεί σε φυσική ή νομική αδυναμία να δώσει τη συγκατάθεσή του” (άρθρο 5 παρ. 2γ’, ν. 2472/1997).

2) Διότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν στοιχειοθετείται η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος, αφού, κατά τη νομολογία, δεν θεωρούνται δεδομέναοι πληροφορίες, των οποίων κάνει κάποιος χρήση και οι οποίες περιήλθαν σε γνώση του, χωρίς να ερευνήσει κάποιο αρχείο ή χωρίς να του τις έχει μεταδώσει τρίτος που επενέβη σε αρχείο, γιατί ελλείπει το “αρχείο” (και συνακολούθως η επέμβαση σε “αρχείο”) ως στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση που η πάθηση περιήλθε σε γνώση των καταγγελλόντων επειδή τη βίωσαν υπό την ιδιότητά τους ως συγγενών της παθούσης.
Αυτό άλλωστε συνάγεται ευθέως και από τη διατύπωση των διατάξεων των παρ. 4 και 6 του άρθρου 22, με τις οποίες απειλούνται ποινικές κυρώσεις σε περίπτωση παράνομης επεμβάσεως σε αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή αυθαίρετης χρησιμοποίησης του προϊόντος τέτοιας επεμβάσεως, όχι, όμως και στην περίπτωση που δεν έχει γίνει τέτοια επέμβαση και ο φερόμενος ως δράστης γνωρίζει τα διαδιδόμενα"από μόνος του", αφού, στην περίπτωση αυτή, δεν στοιχειοθετείται το εν λόγω έγκλημα.

3) Διότι, σε κάθε περίπτωση, το αδίκημα της προσβολής "ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων"πραγματώνεται με επέμβαση δίχως δικαίωμα σε (παράνομα ή νόμιμα) αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με λήψη γνώσης αυτών, με αφαίρεση, με επεξεργασία, με μετάδοση, με ανακοίνωση, με γνωστοποίηση σε τρίτους κ.λπ. 

Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι, όπου ο νόμος προστατεύει ποινικά το απόρρητο του ιατρικού δεδομένου (όπως λ.χ. η περίπτωση παραβίασης επαγγελματικής εχεμύθειας γιατρού, άρθρο 371 ΠΚ), θέτει, ως λόγο άρσης του αδίκου (βλ. παρ. 4 άρθρου 371 ΠΚ), τη διαφύλαξη εννόμου συμφέροντος πρωτίστως του ίδιου του υποκειμένου των δεδομένων, όπως φαίνεται εν προκειμένω να ισχύει με το άρθρο 5 παρ. 2γ’ ν. 2472/1997.

Ο θεσμός της Δικαστικής Συμπαράστασης*

$
0
0


Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ.
Ο θεσμός της δικαστικής συμπαράστασης ρυθμίζεται στο τέταρτο Βιβλίο,  κεφάλαιο δέκατο έκτο του Οικογενειακού Δικαίου και στα άρθρα 1666 – 1688 του Αστικού Κώδικα (ΑΚ). Πράγματι, αν και οι σχέσεις τις οποίες ρυθμίζει ο εν λόγω θεσμός δεν είναι οικογενειακές, ωστόσο υπάγονται παραδοσιακά στο Οικογενειακό δίκαιο. Εύλογα, λοιπόν, θα αναρωτηθεί κανείς: ποιος ο λόγος υπαγωγής της δικαστικής συμπαράστασης στο Οικογενειακό Δίκαιο;
Ο θεσμός της δικαστικής συμπαράστασης συμπεριλαμβάνεται στο Οικογενειακό Δίκαιο αφενός μεν διότι πρότυπο για τη ρύθμιση του θεσμού αυτού αποτελεί η καθαρά οικογενειακή σχέση της “γονικής μέριμνας”, αφετέρου δε επειδή η επιμέλεια των προσώπων αυτών ανατίθεται, συνήθως και όχι απαραίτητα, σε συγγενικά πρόσωπα. Άλλωστε, για τους παραπάνω λόγους ονομάζονται οι σχέσεις αυτές «οιονεί οικογενειακές σχέσεις», με χαρακτηριστικό γνώρισμα ότι τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται η επιμέλεια των ανικάνων ασκούν λειτούργημα[1].

ΙΙ. ΟΡΙΣΜΟΙ.
Τι εννοούμε, όμως, με τον όρο «δικαστική συμπαράσταση»; Ποιος είναι ο «συμπαραστατούμενος», ποιος ο «συμπαραστατέος»; Ποιος είναι ο «προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης» και ποιος ο (οριστικός) «δικαστικός συμπαραστάτης»; Δικαστική συμπαράστασηείναι η κατάσταση στην οποία τίθεται με δικαστική απόφαση ένα πρόσωπο, λόγω πνευματικών, σωματικών ή χαρακτηρολογικών ανωμαλιών και κατά τη διάρκεια της οποίας το πρόσωπο αυτό είτε είναι ανίκανο για ορισμένες ή όλες τις δικαιοπραξίες, είτε για να επιχειρήσει έγκυρα κάποιες από αυτές ή το σύνολό τους χρειάζεται τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη του[2]. Συμπαραστατούμενοςονομάζεται το ενήλικο πρόσωπο που βρίσκεται σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, συμπαραστατέοςδε εκείνος που πρόκειται να υπαχθεί στο καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης.Δικαστικός συμπαραστάτηςή απλώς συμπαραστάτηςκαλείται το όργανο του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης, που αντιπροσωπεύει τον συμπαραστατούμενο στις δικαιοπραξίες του ή συναινεί σ’ αυτές[3].Τέλος, προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτηςείναι το πρόσωπο το οποίο ασκεί καθήκοντα δικαστικού συμπαραστάτη πριν από την κίνηση της διαδικασίας της δικαστικής συμπαράστασης, κατά τη διάρκεια της και μέχρι την έναρξη του λειτουργήματος του δικαστικού συμπαραστάτη.

III. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ.
1. Η προστασία της προσωπικότητας και αξιοπρέπειας του πάσχοντα, σύμφωνα με τις Συνταγματικές επιταγές[4], είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του δικαίου της δικαστικής συμπαράστασης τόσο σε ουσιαστικό όσο και σε δικονομικό πεδίο[5]. Η παρεχόμενη προστασία και η διαδικασία παροχής της έχουν διαμορφωθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε εξαιτίας της πάθησής του να μην θίγεται η προσωπικότητα του, αλλά ούτε και να υφίσταται κάποια μείωση ή φαλκίδευση του[6]. Χάριν αυτής της προστασίας απαριθμούνται στο δίκαιο της δικαστικής συμπαράστασης επακριβώς και αποκλειστικά οι ειδικοί λόγοι[7], που, εφόσον ελεγχθεί δικαστικά η θετική συνδρομή τους στο πρόσωπο του πάσχοντα, οδηγούν στην μετάπτωσή του σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, μέσα από την τήρηση μιας δικαστικής διαδικασίας.
2. Η εξασφάλιση της αυτοδιάθεσης του πάσχοντακαι η δυνατότητα της αυτόβουλης διαμόρφωσης των σχέσεών του, χωρίς εξωτερικές επιδράσεις. Η αυτοδιάθεση δηλαδή εξασφαλίζεται, κατά κύριο λόγο, από τη δυνατότητα που παρέχει ρητά ο νόμος στο πρόσωπο, εφόσον έχει αυτή τη δυνατότητα, να υποδείξει το ίδιο στο δικαστήριο το δικαστικό συμπαραστάτη του[8].
3. Το συμφέρον του πάσχοντος προσώπουαποτελεί παράλληλα με την προστασία της προσωπικότητάς του το κυριότερο στοιχείο της δικαστικής συμπαράστασης[9]. Η δικαστική συμπαράσταση δεν επιβάλλεται για κανέναν άλλο λόγο παρά μόνο για να προστατεύσει τους πάσχοντες. Επομένως, το αληθινό συμφέρον (περιουσιακό ή ηθικό) του συμπαραστατέου πρέπει να αποτελέσει το γνώμονα όλων των ενεργειών που κατατείνουν στην εξυπηρέτηση του, γεγονός που καταγράφεται στη θεμελιώδη διάταξη του άρθρου 1684 ΑΚ: «Όλες οι πράξεις … πρέπει να αποβλέπουν στο συμφέρον του συμπαραστατουμένου…». Συνέπεια της παράβασης των ανωτέρω υποδείξεων είναι, ενδεχομένως, η θεμελίωση ευθύνης αποζημίωσης προς τον συμπαραστατούμενο, καθώς και λόγος παύσεως οργάνου ή μέλους οργάνου[10]. Απόρροια της αρχής αυτής είναι και ο περιορισμός των προσώπων τα οποία νομιμοποιούνται ενεργητικά[11]να επισπεύσουν τη θέση κάποιου σε δικαστική συμπαράσταση[12].
4. Η απόλυτη ελευθερία και ευρεία δικαιοδοσία του δικαστηρίουστην κλιμάκωση των αποτελεσμάτων της δικαστικής συμπαράστασης, ανάλογα με τη συγκεκριμένη περίπτωση κάθε ατόμου. Η ελευθερία αυτή του δικαστηρίου περιορίζεται και προσδιορίζεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, βέβαια, από τις ανάγκες και τα συμφέροντα του συμπαραστατουμένου. Το ελαστικό, εξάλλου, καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης είναι σύμφωνο με τα πορίσματα της σύγχρονης ψυχιατρικής που επέβαλε τον εκσυγχρονισμό και άλλων ευρωπαϊκών νομοθεσιών.

IV.  ΕΚΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΑΚΟΥΣΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗ ΣΕ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ.
Η υποβολή σε δικαστική συμπαράσταση, ανάλογα με τις προϋποθέσεις διακρίνεται: α) μόνο εκούσια, όταν η υποβολή σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης γίνεται μόνο με αίτηση του ίδιου του συμπαραστατούμενου[13]και, β) εκούσια και ακούσια, στην πρώτη περίπτωση όταν η υποβολή του προσώπου γίνεται με αίτηση του ιδίου, και στη δεύτερη περίπτωση όταν γίνεται από άλλο νομιμοποιούμενο πρόσωπο και του εισαγγελέα ή αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο[14].

V. ΟΙ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΕΩΝ.
Σε δικαστική συμπαράστασηυποβάλλεται ο ενήλικος (και όχι ο ανήλικος[15])[16]όταν: α) λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του, καθώς και άτομα τρίτης ηλικίας που, λόγω της προχωρημένης τους ηλικίας, παρουσιάζουν εξασθένηση των διανοητικών ή σωματικών τους δυνάμεων[17], β) λόγω ασωτίας, τοξικομανίας ή αλκοολισμού, εκθέτει σε κίνδυνο της στέρησης τον εαυτό του, το σύζυγό του, τους κατιόντες του ή τους ανιόντες του και, γ) όταν πρόκειται για πρόσωπο το οποίο εκτίει ποινή στερητική της ελευθερίας  τουλάχιστον δύο (2) ετών.

VI. ΟΙ ΨΥΧΙΚΑ ΠΑΣΧΟΝΤΕΣ. 

Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 1666 ΑΚ, την πρώτη κατηγορία συμπαραστατέων, με την οποία θα ασχοληθούμε κυρίως στο παρόν άρθρο με αφορμή τα προβλήματα που συνάντησε η «ΚΛΙΜΑΚΑ» κατά την υλοποίηση προγραμμάτων αποασυλοποίησης, αποτελούν τα ενήλικα εκείνα πρόσωπα τα οποία «λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής» αδυνατούν συνολικά ή εν μέρει να φροντίζουν μόνα τους για τις υποθέσεις τους.
Προϋποθέσεις για την υπαγωγή ενός προσώπου της κατηγορίας αυτής σε  εκούσια ή ακούσια (βλ. ανωτέρω κεφ. IV. υπό β’) δικαστική συμπαράσταση είναι:
α) ψυχική ή διανοητική διαταραχή (απλή, χρόνια κ.ά., αν αυτό υπαγορεύεται από το συμφέρον του συμπαραστατούμενου) του προσώπου και,
β) ολική ή μερική αδυναμίατου προσώπου να φροντίζει μόνο του για τις υποθέσεις τουτόσο προσωπικής όσο και περιουσιακής φύσεως, η οποία οφείλεται στην ψυχική ή διανοητική διαταραχή του.

VII. ΚΛΙΜΑΚΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ.
Το δικαστήριο, ανάλογα με τις ιδιομορφίες της κάθε ατομικής περίπτωσης, είναι ελεύθερο να αποφασίζει την υποβολή του πάσχοντος προσώπου σε ένα από τα ακόλουθα είδη της δικαστικής συμπαράστασης[18]

1. Πλήρης στερητική δικαστική συμπαράστασηυπάρχει όταν το πρόσωπο κηρύσσεται ανίκανο για όλες τις δικαιοπραξίες και περιέχεται σε κατάσταση πλήρους δικαιοπρακτικής ανικανότητας, δικαιοπρακτεί δε μέσω του δικαστικού συμπαραστάτη του (βλ. υποσημ. 18, άρθρο 1676 εδ. α’ αριθμ. 1 ΑΚ). Βέβαια, στις δίκες που αφορούν τη δικαστική συμπαράσταση ή την υποβολή … σε ακούσια νοσηλεία…, είναι πλήρως ικανός να παρίσταται στο δικαστήριο με το δικό του όνομα, να επιχειρεί όλες τις διαδικαστικές πράξεις, να επιχειρεί ή να δέχεται επιδόσεις κάθε είδους και να ασκεί ή να παραιτείται από ένδικα μέσα[19].
2. Μερική στερητική δικαστική συμπαράσταση, στην περίπτωση αυτή το πρόσωπο κηρύσσεται ανίκανο για ορισμένες μόνο δικαιοπραξίες και περιέχεται σε κατάσταση περιορισμένης δικαιοπρακτικής ικανότητας, καταρτίζει δε τις δικαιοπραξίες για τις οποίες είναι ανίκανος (εκτός από τις προσωποπαγείς) μέσω του δικαστικού συμπαραστάτη του (βλ. υποσημ. 18, άρθρο 1676 εδ. α’ αριθμ. 1 ΑΚ). Επίσης, δεν μπορεί να επιχειρεί μόνος «χαριστικές δικαιοπραξίες, να εισπράττει απαιτήσεις και να παρέχει εξόφληση», εκτός εάν αυτές έχουν επιτραπεί ρητά στην απόφαση[20]
3. Πλήρης επικουρική δικαστική συμπαράστασηυπάρχει στην περίπτωση κατά την οποία το πρόσωπο, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, για να επιχειρήσει οποιαδήποτε δικαιοπραξία και για να είναι αυτή ισχυρή χρειάζεται τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη του και περιέχεται σε κατάσταση ολικής περιορισμένης δικαιοπρακτικής ικανότητας (βλ. υποσημ. 18, άρθρο 1676 εδ. α’ αριθμ. 2 ΑΚ), ενώ συγχρόνως, είναι περιορισμένα ανίκανος για όλες τις εν ζωή περιουσιακές δικαιοπραξίες, για το γάμο, όχι όμως για τη διαθήκη.
4. Μερική επικουρική δικαστική συμπαράστασηυπάρχει στην περίπτωση κατά την οποία το πρόσωπο, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, για να επιχειρήσει ορισμένες δικαιοπραξίες, οι οποίες πρέπει να αναφέρονται στην απόφαση, χρειάζεται ομοίως τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη του και περιέχεται σε κατάσταση μερικής περιορισμένης δικαιοπρακτικής ικανότητας.
5. Συνδυασμός μερικής στερητικής και μερικής επικουρικής δικαστικής συμπαράστασης, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ότι το πρόσωπο θα τεθεί σε κατάσταση συνδυασμού μερικής στερητικής και μερικής επικουρικής δικαστικής συμπαράστασης. Στην περίπτωση αυτή το πρόσωπο έχει περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητα, η οποία μπορεί, ανάλογα με τις ρυθμίσεις της σχετικής δικαστικής απόφασης, να είναι ολική ή μερική. Το πρόσωπο είναι ανίκανο για τις δικαιοπραξίες στις οποίες αναφέρεται η στερητική δικαστική συμπαράσταση, ικανό με συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη για τις δικαιοπραξίες στις οποίες αναφέρεται η επικουρική δικαστική συμπαράσταση και πλήρως ικανό για τις λοιπές δικαιοπραξίες (εκτός αν η μερική στερητική και μερική επικουρική δικαστική συμπαράσταση καλύπτουν το σύνολο των δικαιοπραξιών).

VIII. Η ΑΝΑΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΟΥΜΕΝΟΥ.
Το δικαστήριο μπορεί να αναθέτει στον δικαστικό συμπαραστάτη, την επιμέλεια του προσώπου του συμπαραστατουμένου συνολικά ή εν μέρει[21]. Κατά την άσκηση όμως της επιμέλειας, ο δικαστικός συμπαραστάτης οφείλει να εξασφαλίζει στον συμπαραστατούμενο τη δυνατότητα να διαμορφώνει μόνος του τη ζωή του, εφόσον η κατάστασή του το επιτρέπει. Σε περίπτωση κατά την οποία η επιμέλεια δεν υπάγεται ρητά στην απόφαση της δικαστικής συμπαράστασης, τότε, ο συμπαραστατούμενος αυτός μόνος έχει την επιμέλεια του.

IX. ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΝΑ ΚΙΝΗΣΟΥΝ ΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ.
Σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε στο προγενέστερο δίκαιο, όπου ο καθένας που είχε έννομο συμφέρον μπορούσε να ζητήσει την υποβολή άλλου σε καθεστώς επιμέλειας, κατά το νέο δίκαιο συρρικνώθηκε ο κύκλος των προσώπων που νομιμοποιούνται να ζητήσουν την υποβολή κάποιου σε δικαστική συμπαράσταση.
Ειδικότερα: α) παρέχεται η δυνατότητα και στον ίδιο τον ψυχικά πάσχοντα ενήλικο να υποβάλλει αίτηση[22]για την υποβολή του σε δικαστική συμπαράσταση, όταν βέβαια δεν πάσχει από ψυχική διαταραχή βαριάς μορφής, β) ο σύζυγός του «εφόσον υπάρχει έγγαμη συμβίωση», γ) οι γονείς του συμπαραστατέου, ο καθένας τους αυτοτελώς, δ) τα τέκνα του συμπαραστατέου, ομοίως αυτοτελώς το κάθε τέκνο, ε) ο εισαγγελέας πρωτοδικών του αρμοδίου οικογενειακού δικαστηρίου και, στ) αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο[23]της συνήθους διαμονής του συμπαραστατέου.
Πρέπει να επισημάνουμε, ότι σκοπός της τελευταίας περίπτωσης, περί αυτεπάγγελτης κήρυξης της δικαστικής συμπαράστασης από το δικαστήριο, είναι να βοηθήσει στην προστασία εκείνων των ατόμων για τα οποία δεν υπάρχει φροντίδα, είτε λόγω ανυπαρξίας συζύγου ή στενών συγγενών, είτε λόγω αδιαφορίας.

X.  ΚΑΘΗΚΟΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ.
Εξ’ αιτίας της προαναφερόμενης αυτεπάγγελτης δυνατότητας που έχει το δικαστήριο, για κίνηση της διαδικασίας της δικαστικής συμπαράστασης, διατυπώνεται στο άρθρο 1668 ΑΚ[24]σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 5 Ι, 1 και 2 του Π.Δ. 250/1999, καθήκον γραπτής[25]πληροφόρησης του δικαστηρίου σε εύλογο χρονικό διάστημα, για τα περιστατικά που μπορούν να συνεπάγονται την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση, καθήκον το οποίο βαρύνει τους υπαλλήλους του δημοσίου, των Ο.Τ.Α., τους εισαγγελείς, τα όργανα των αρμοδίων κοινωνικών υπηρεσιών, τους προϊσταμένους των μονάδων ψυχικής υγείας και, επιπρόσθετα, τους ειδικούς επιστήμονες[26]που υπηρετούν στην περιφέρεια του δικαστηρίου το οποίο είναι αρμόδιο να επιληφθεί αυτεπαγγέλτως της σχετικής περίπτωσης ή και σε μονάδες της ευρύτερης περιφέρειας.

XI.  ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Τα πρωτεύοντα όργανα της δικαστικής συμπαράστασης είναι: α) το οικογενειακό δικαστήριο, β) το εποπτικό συμβούλιο και γ) ο δικαστικός συμπαραστάτης.
1. Το οικογενειακό δικαστήριοκαθίσταται ο τελικός εγγυητής της προστασίας των συμφερόντων του συμπαραστατουμένου και προσαρμόζει τη δικαστική συμπαράσταση και τη λειτουργία της στις πραγματικές ανάγκες της συγκεκριμένης περίπτωσης. Η επικοινωνία του δικαστηρίου με τον συμπαραστατέο, ώστε να σχηματίσει άμεση αντίληψη, είναι κατ΄ αρχήν υποχρεωτική[27]. Επίσης, μπορεί να μην είναι απαραίτητη η προσωπική επικοινωνία του δικαστηρίου με τον συμπαραστατέο, όταν ο ίδιος ο συμπαραστατέος παρίσταται στο δικαστήριο. Το οικογενειακό δικαστήριο, ενδεικτικά, έχει αρμοδιότητα της επιλογής του είδους και της έκτασης της δικαστικής συμπαράστασης στο οποίο θα υπαχθεί το συγκεκριμένο πρόσωπο, να την μεταβάλει[28], σύμφωνα με το συμφέρον του συμπαραστατέου προσώπου[29]καθώς και να την αίρει [30].  Έχει, επίσης, αρμοδιότητα να ορίζει, να παύει και να αντικαθιστά τον δικαστικό συμπαραστάτη και τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου. Να επιλύει τυχόν διαφωνία μεταξύ του εποπτικού συμβουλίου και δικαστικού συμπαραστάτη.
2. Το Εποπτικό Συμβούλιο – Ο Ειρηνοδίκης. Το εποπτικό συμβούλιο είναι συλλογικό όργανο της δικαστικής συμπαράστασης με αποστολή την εποπτεία της δικαστικής συμπαράστασης και ειδικότερα την εποπτεία του έργου του δικαστικού συμπαραστάτη. Αποτελείται «από τρία έως πέντε μέλη, τα οποία διορίζονται με την ίδια απόφαση που διορίζει τον δικαστικό συμπαραστάτη από συγγενείς ή φίλους του συμπαραστατουμένου (εποπτικό συμβούλιο)»[31]. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις το ίδιο άρθρο παρέχει τη δυνατότητα στο δικαστήριο να διορίσει ως μέλος του εποπτικού συμβουλίου και ένα όργανο της κοινωνικής υπηρεσίας ή να αναθέσει σε εξαιρετικές περιπτώσεις αποκλειστικά σ’ αυτό τα έργα του εποπτικού συμβουλίου[32]. Η εναλλακτική αυτή λύση προσφέρεται ιδίως σε περιπτώσεις που δεν υπάρχουν κατάλληλοι συγγενείς ή φίλοι ή συντρέχει άλλος σπουδαίος λόγος. Το εποπτικό συμβούλιο διορίζεται, κατ’ αρχήν, για όλο το χρονικό διάστημα της διάρκειας της δικαστικής συμπαράστασης και η θητεία του αρχίζει με την έκδοση της απόφασης που κηρύσσει την δικαστική συμπαράσταση και λήγει με την με οποιοδήποτε τρόπο λήξη της δικαστικής συμπαράστασης. Από τις σχετικές διατάξεις περί του εποπτικού συμβουλίου δεν προκύπτει ευθέως σε τι ακριβώς συνίσταται η «εποπτεία». Βέβαιο είναι, όμως, πως αυτή δεν πρέπει να έχει διακοσμητικό ρόλο. Το έργο του εποπτικού συμβουλίου θα πρέπει να συνίσταται στην παροχή ή όχι αδείας στον δικαστικό συμπαραστάτη να συναινέσει ή να μην συναινέσει στην επιχείρηση πράξεων από τον συμπαραστατούμενο. Στην περίπτωση προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη, τα έργα της εποπτείας της δικαστικής συμπαράστασης ασκεί ο ειρηνοδίκης»[33]του τόπου διαμονής του συμπαραστατουμένου καθώς, επίσης, στις περιπτώσεις εκείνες που τα έργα του δικαστικού συμπαραστάτη έχουν ανατεθεί σε σωματείο ή ίδρυμα ή στην Κοινωνική Υπηρεσία[34].
3. Ο Δικαστικός Συμπαραστάτης. Ο δικαστικός συμπαραστάτης είναι κατά κανόνα φυσικό πρόσωπο[35] (βλ. όμως και άρθρο 1671 ΑΚ, υποσημ. αριθμ. 33), ασκεί λειτούργημα[36], προσωποπαγές, μη υποχρεωτικό[37]και κατ’ αρχήν άμισθο[38]Σ’ αυτόν ανατίθεται η νόμιμη αντιπροσώπευσητου συμπαραστατουμένου (στην περίπτωση της στερητικής δικαστικής συμπαράστασης) ή η παροχή συναίνεσηςσε ορισμένες πράξεις του συμπαραστατουμένου (στην περίπτωση της επικουρικής δικαστικής συμπαράστασης). Ο δικαστικός συμπαραστάτης διορίζεται, κατ’ αρχήν κι αυτός, για όλο το χρονικό διάστημα της διάρκειας της δικαστικής συμπαράστασης και η θητεία του αρχίζει με την τελεσιδικία της απόφασης που τον διορίζεικαι λήγει με την με οποιοδήποτε τρόπο λήξη της δικαστικής συμπαράστασης. Το έργο του αναφέρεται στη διοίκηση, διαχείριση κ.λ.π., της περιουσίας του συμπαραστατουμένου. Είναι δυνατόν να υπάρχουν δύο ή και περισσότεροι συμπαραστάτες, λ.χ. να ανατεθεί στον έναν η διοίκηση της περιουσίας και στον άλλο η επιμέλεια του προσώπου του συμπαραστατουμένου. Ο δικαστικός συμπαραστάτης οφείλει να ασκεί το λειτούργημά του σύμφωνα με το νόμο και με γνώμονα το συμφέρον του συμπαραστατουμένου. Παράβαση των υποχρεώσεών του αυτών γεννά, εκτός άλλων, υποχρέωση για αποζημίωση του συμπαραστατουμένου ή των κληρονόμων του.
3.1 Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1669 ΑΚ, το δικαστήριο διορίζει ως δικαστικό συμπαραστάτη το φυσικό πρόσωπο που έχει προτείνει αυτός τον οποίο αφορά το μέτρο και το προτεινόμενο πρόσωπο κρίνεται κατάλληλο και μπορεί κατά το νόμο να διορισθεί. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν προτείνει κανέναν ή αν εκείνος ο οποίος προτάθηκε δεν κρίνεται κατάλληλος, τότε το δικαστήριο έχει την ελευθερία να προτείνει εκείνον που κρίνει ως πλέον κατάλληλο. Το δικαστήριο, πριν προβεί στο διορισμό του κατάλληλου προσώπου, λαμβάνει υπόψη του την τυχόν εκφρασμένη βούληση του συμπαραστατέου να αποκλεισθεί συγκεκριμένο πρόσωπο, τους δεσμούς του με τους συγγενείς του ή άλλα πρόσωπα και ιδίως με τους γονείς του, τα παιδιά του και τη σύζυγό του, καθώς και τον κίνδυνο από την τυχόν υφιστάμενη αντίθεση συμφερόντων ανάμεσα στον συμπαραστατέο και σε αυτόν που πρόκειται να διοριστεί.

3.2 Ενδεικτικά, ως προς τις πράξεις και υποχρεώσεις του δικαστικού συμπαραστάτη:
3.2.1 Στην επικουρική δικαστική συμπαράσταση και στις περιπτώσεις συναίνεσης του δικαστικού συμπαραστάτη, η οποία συμπληρώνει τη βούληση του συμπαραστατούμενου «παρέχεται εγγράφως, μόνο πριν από την επιχείρηση της πράξης». Σε περίπτωση κατά την οποία ο δικαστικός συμπαραστάτης «αρνείται να συναινέσει, αποφασίζει το δικαστήριο ύστερα από αίτηση του συμπαραστατουμένου». Επίσης, «οι πράξεις του συμπαραστατουμένου, για τις οποίες ο νόμος απαιτεί τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη, είναι άκυρες, αν επιχειρήθηκαν χωρίς αυτή τη συναίνεση. Την ακυρότητα προτείνει μόνο ο δικαστικός συμπαραστάτης, ο συμπαραστατούμενος και οι καθολικοί ή ειδικοί διάδοχοί του»[39],
3.2.2 Απαγορεύονται στον δικαστικό συμπαραστάτη: α) οι χαριστικές δικαιοπραξίες σε βάρος της περιουσίας του συμπαραστατουμένου[40], β) η ιδιόχρηση της περιουσίας του συμπαραστατουμένου[41]κ.ά.,
3.2.3 Στη στερητική δικαστική συμπαράσταση έχει υποχρέωση: α) σύνταξης απογραφής[42], β) προκλήσεως προσδιορισμού ετήσιας δαπάνης[43], γ) επωφελούς τοποθέτησης μετρητών[44], δ) λογοδοσίας[45], στ) ενημέρωσης του δικαστηρίου[46]κ.ά.,
3.2.4 Πράξεις του δικαστικού συμπαραστάτη για τις οποίες απαιτείται προηγούμενη άδεια του εποπτικού συμβουλίου είναι: α) «… 1. να εκμισθώνει ή να μισθώνει ακίνητα, 2. να συνάπτει σύμβαση με αντικείμενο την παροχή της εργασίας του … ή σύμβαση μαθητείας, 3. να επιχειρεί και κάθε άλλη πράξη που υπερβαίνει τα όρια της τακτικής διαχείρισης, εφόσον αυτή δεν εμπίπτει στα άρθρα 1623, 1624 και 1625» (βλ. άρθρο 1619 ΑΚ), β) «…για σύναψη σύμβασης εργασίας και την άσκηση επαγγέλματος» (βλ. άρθρο 1620 ΑΚ), γ) για την διεξαγωγή δικών (άρθρο 1621 ΑΚ) κ.ά.,
3.2.5 Πράξεις για τις οποίες απαιτείται γνωμοδότηση του εποπτικού συμβουλίου και άδεια του δικαστηρίου είναι: α)  «…: 1. να διαθέτει την περιουσία του … συνολικά ή κατά ένα μέρος της, 2. να εκποιεί ή να αποκτά με αντάλλαγμα ακίνητο ή εμπράγματο δικαίωμα σε ξένο ακίνητο, 3. να εκχωρεί απαίτηση που έχει αντικείμενο τη μεταβίβαση ακινήτου …, 4. να εκποιεί τους τίτλους και τα πολύτιμα αντικείμενα του άρθρου 1614, 5. να επιχειρεί οποιοδήποτε έργο σε ακίνητο … 6. να εκποιεί εμπορική, βιομηχανική ή άλλη επιχείρηση που περιλαμβάνεται στην περιουσία του … να αποφασίζει τη διάλυση και την εκκαθάρισή της, καθώς και να ιδρύει νέα επιχείρηση, 7. να εκμισθώνει ακίνητο του … για χρόνο που υπερβαίνει τα εννέα έτη, 8. να δανείζει ή να δανείζεται…» (βλ. άρθρο 1624 ΑΚ), β) « 1. να αποποιείται κληρονομία ή να παραιτείται από τη νόμιμη μοίρα κληρονομίας … 2. να αποδέχεται κληροδοσία ή δωρεά που συνεπάγεται βάρη, 3. να αποποιείται κληροδοσία …» (βλ. άρθρο 1625 ΑΚ) κ.ά.,
3.2.6 Ο δικαστικός συμπαραστάτης δεν μπορεί να εκπροσωπήσειτον συμπαραστατούμενο: α) στην τέλεση γάμου, β) στο συναινετικό διαζύγιο, γ) στην τέλεση υιοθεσίας με την ιδιότητα του υιοθετούντος κ.ά, μπορεί, όμως, να τον εκπροσωπήσει: α) στην αγωγή ακυρώσεως γάμου του, β) στην αγωγή διαζυγίου, γ) στην πολιτική αγωγή για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη (ενεργητικά και παθητικά) κ.α.,
Σε περίπτωση κατά την οποία ο δικαστικός συμπαραστάτης δεν συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του, ευθύνεται σε αποζημίωση του συμπαραστατουμένου[47]και μπορεί να παυθεί[48].
4. Ο προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης[49]. Η κατάσταση του προσώπου η οποία υπαγορεύει την υποβολή του σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης υπάρχει τόσο πριν την έναρξη όσο και κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κηρύξεως του σε δικαστική συμπαράσταση. Το γεγονός αυτό καθιστά, σε πολλές περιπτώσεις, αναγκαία την προσωρινή θέση του προσώπου αυτού υπό επιμέλεια, έτσι ώστε να αντιμετωπίζονται επείγοντα ζητήματα, αλλά και να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη συμμετοχή του στις συναλλαγές. Εξάλλου, λόγω της ρύθμισης του άρθρου 1681 ΑΚ[50], παρίσταται ανάγκη να υπάρχει δικαστικός συμπαραστάτης του προσώπου κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της δημοσίευσης της απόφασης η οποία κηρύσσει τη δικαστική συμπαράσταση και της τελεσιδικίας της.
5. Ο ειδικός δικαστικός συμπαραστάτης[51]είναι το πρόσωπο το οποίο διορίζεται για να υποκαταστήσει στα έργα του τον οριστικό ή/και προσωρινό δικαστικό συμπαραστάτη, όταν τα συμφέροντα συμπαραστατουμένου και δικαστικού συμπαραστάτη ή των προσώπων με τα οποία αυτός συνδέεται («… του συζύγου του, ή των συγγενών του σε ευθεία γραμμή εξ’ αίματος ή εξ’ αγχιστείας απεριόριστα και σε πλάγια γραμμή εξ αίματος έως το δεύτερο βαθμό…» άρθρο 1627 ΑΚ) συγκρούονται.
6. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να βρεθεί το κατάλληλο φυσικό πρόσωπο, για να διοριστεί ως δικαστικός συμπαραστάτης, η δικαστική συμπαράσταση ανατίθεται σύμφωνα με το άρθρο 1671 ΑΚ[52], σε σωματείο ή ίδρυμα που έχουν συσταθεί ειδικά γι’ αυτό το σκοπό και διαθέτουν την κατάλληλη υποδομή και προσωπικό, διαφορετικά στην αρμόδια Κοινωνική Υπηρεσία[53]. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζεται η περίπτωση ατόμων ουσιαστικά εγκαταλελειμμένων.

XΙΙ.  Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ.
Ο νόμος 2447/1996 προέβλεπε την ίδρυση σε κάθε Πρωτοδικείο μιας αυτοτελούς υπηρεσίας, της Κοινωνικής Υπηρεσίας[54].  Αυτή θα εξέφραζε την κρατική μέριμνα στο πεδίο των προσωπικών σχέσεων του πάσχοντα και θα είχε αφενός μεν βοηθητικό ρόλο στον έλεγχο της δράσης των άλλων οργάνων (συμπαραστάτη, εποπτικού συμβουλίου), αφετέρου δε θα επικουρούσε το έργο του οικογενειακού δικαστηρίου[55]. Ειδικότερα, προκειμένου το δικαστήριο να αποφασίσει την θέση του ενηλίκου σε δικαστική συμπαράσταση συνεκτιμά, αναφέρεται στο νόμο, την έκθεση της αρμόδιας Κοινωνικής Υπηρεσίας, σχετικά με την αναγκαιότητα του μέτρου και την καταλληλότητα του προσώπου που πρόκειται να διοριστεί ως δικαστικός συμπαραστάτης ή του σωματείου ή του ιδρύματος, στο οποίο πρόκειται να ανατεθεί η δικαστική συμπαράσταση[56]. Μέχρι και σήμερα, όμως, οι προβλεπόμενες στα άρθρα 49 επ. του ν. 2447/1996 Κοινωνικές Υπηρεσίες δεν έχουν ακόμα συγκροτηθεί. Προς διευκόλυνση της εκδίκασης των σχετικών υποθέσεων, ορίστηκε ότι «όπου ο νόμος απαιτεί την υποβολή στο δικαστήριο και την υποχρεωτική συνεκτίμηση από αυτό έκθεσης της Κοινωνικής Υπηρεσίας, αν η έκθεση αυτή δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα, το δικαστήριο δικάζει χωρίς έκθεση»[57].
Ταυτόχρονα, η μη σύσταση των κοινωνικών υπηρεσιών (ή έστω σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά τη θέση σε ισχύ του νέου δικαίου), αλλά και οι δυσκολίες που συνόδεψαν τις μεταβατικές ρυθμίσεις – λύσεις αποτέλεσαν, δυστυχώς, την αχίλλειο πτέρνα της μεταρρύθμισης, ενώ κατέστησαν αδρανές στην πράξη όλο το νομικό πλαίσιο της δικαστικής συμπαράστασης[58].


XΙΙΙ.  ΛΗΞΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ.

Η δικαστική συμπαράσταση λήγει, αφενός μεν αυτοδικαίως στις περιπτώσεις θανάτου του συμπαραστατουμένου ή με την κήρυξή του σε αφάνεια, οπότε αυτός θεωρείται νεκρός και αφετέρου, με δικαστική απόφαση, η οποία αίρει την δικαστική συμπαράσταση, καταργεί δηλαδή το καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης, οπότε το πρόσωπο επανέρχεται από πλευράς δικαιοπρακτικής ικανότητας και επιμέλειας στην κατάσταση στην οποία βρισκόταν πριν από την κήρυξη της δικαστικής συμπαράστασης[59]. Μετά τη λήξη της δικαστικής συμπαράστασης ο δικαστικός συμπαραστάτης είναι υποχρεωμένος σε απόδοση της περιουσίας στον συμπαραστατούμενο και σε λογοδοσία.

Βιβλιογραφία. 

1. Ι. Δεληγιάννη, Η σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου στον τομέα της επιτροπείας, Αρμ. 1995.1249. 
2. Π. Αγγαλοπούλου, Προστασία των ψυχικά διαταραγμένων, ΚριτΕπιθ 1995/2.205 επ.
3. Πεπραγμένα της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, τόμ. Ι και ΙΙ. 
4. Αχ. Κουτσουράδης, Η μεταρρύθμιση του Ν. 2447/1996. 
5. Ι. Δεληγιάννη, Η δικαστική συμπαράσταση, Θεσσαλονίκη 1997. 
6. Ι. Σπυριδάκης, Η μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου, Αθήνα 1997. 
7. Ι. Σπυριδάκης, Η δικαστική συμπαράσταση, Αθήνα 1998. 
8. Δεληγιάννης, Εγγενή χαρακτηριστικά και υστερογενείς περιπέτειες της πρόσφατης μεταρρύθμισης του οικογενειακού δικαίου, ΚριτΕ 1997. Πανεπιστήμιο Πειραιώς-Ένωση Αστικολόγων, Η πρόσφατη μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου, (ν. 2447/1996), 1998. 
9. Αχ. Κουτσουράδης, «Παρατηρήσεις στη νέα διαδικασία ακούσιας νοσηλείας (εγκλεισμού) ψυχικά πάσχοντα», Σε μνήμη Ι. Καρακατσάνη, 1999. 
10 Αχ. Κουτσουράδης – Αγγ. Γεωργιάδου, Προστατευτικοί Θεσμοί του Αστικού Δικαίου, 2002.

    (*Το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο υπ'αριθμ. 8/2004 τεύχοςτου περιοδικού "Αφιερώματα"της "Κλίμακα").

    ____________________________________________

    [1]Βλ. Ι. Σ. Σπυριδάκης, «Η δικαστική συμπαράσταση», σελ. 1.
    [2]Βλ. άρθρα 1676 και 1678 του ΑΚ.
    [3]Βλ. Ι. Σ. Σπυριδάκης ό.π. υποσημ. αριθμ. 1, σελ. 7. Για τους όρους βλ. Ε αρ. 35, Πεπραγμένα ΙΙ, σελ. 274 (κριτική Σταθοπούλου) και σελ. 287 (απάντηση Δεληγιάννη), Σπυριδάκης, Μεταρρύθμιση 26 σημ. Αξίζει να σημειωθεί ότι, με την πάροδο του χρόνου και τη συχνή χρήση των όρων, οι λέξεις «συμπαραστατέος» και «συμπαραστατούμενος» έχουν καταστεί οικείες και έτσι εκ των υστέρων η επιλογή της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής μπορεί να θεωρηθεί επιτυχής.
    [4]Βλ. Σύνταγμα, άρθρο 2 παρ. 1:  «1. Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας.», άρθρο 5 παρ. 1: «1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.».
    [5]Βλ. Αχ. Κουτσουράδης –Αγγ. Γεωργιάδου, «Προστατευτικοί Θεσμοί του Αστικού Δικαίου», σελ. 10 επ.
    [6]Βλ. Κουτσουράδης, «Παρατηρήσεις στη νέα διαδικασία ακούσιας νοσηλείας (εγκλεισμού) ψυχικά πάσχοντα», Σε μνήμη Ι. Καρακατσάνη, 1999, 335 επ. 336.
    [7]Βλ. άρθρο 1666 ΑΚ: «Σε δικαστική συμπαράσταση υποβάλλεται ο ενήλικος: 1. όταν λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του…».
    [8]Βλ. άρθρο 1667 ΑΚ: «Η υποβολή σε δικαστική συμπαράσταση αποφασίζεται από το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του ιδίου του πάσχοντος…», άρθρο 1669 ΑΚ: «Το δικαστήριο διορίζει δικαστικό συμπαραστάτη το φυσικό πρόσωπο που έχει προτείνει αυτός τον οποίον αφορά το μέτρο» και πιο κάτω στο ίδιο άρθρο «…αφού λάβει υπόψη του την τυχόν εκφρασμένη βούληση του συμπαραστατέου, να αποκλειστεί συγκεκριμένο πρόσωπο…», άρθρο 1680 ΑΚ: «… Κατά την άσκηση της επιμέλειας ο δικαστικός συμπαραστάτης οφείλει να εξασφαλίζει στον συμπαραστατούμενο τη δυνατότητα να διαμορφώνει μόνος του τις προσωπικές του σχέσεις, εφόσον του το επιτρέπει η κατάστασή του.» και άρθρο 1684 ΑΚ: «…πριν από κάθε ενέργεια ή απόφαση, πρέπει να επιδιώκεται η προσωπική επικοινωνία με τον συμπαραστατούμενο και να συνεκτιμάται η γνώμη του.».
    [9]Bλ.λ.χ. άρθρο 1676 παρ. 3, εδ. 2 ΑΚ: «…Το δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την αίτηση, οφείλει όμως να επιβάλλει στον συμπαραστατούμενο τους ελάχιστους δυνατούς περιορισμούς που απαιτεί το συμφέρον του… ».
    [10]Βλ.  Ι. Σ. Σπυριδάκης ό.π. υποσημ. αριθμ. 1, σελ. 114.
    [11]Κατά τον Δεληγιάννη νομιμοποιούνται εκείνοι «μόνο που τεκμαίρεται βάσιμα ότι κινούνται αποκλειστικά από ηθικό ενδιαφέρον» για τον συμπαραστατέο. 
    [12]Βλ. άρθρο 1667 ΑΚ: «Η υποβολή σε δικαστική συμπαράσταση αποφασίζεται από το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του ιδίου του πάσχοντος ή του συζύγου του, εφόσον υπάρχει έγγαμη συμβίωση… ή των γονέων ή τέκνων του ή του εισαγγελέα ή και αυτεπαγγέλτως…».
    [13]Βλ. άρθρο 1667 παρ. 2 ΑΚ: «… Όταν το πρόσωπο πάσχει αποκλειστικά από σωματική αναπηρία, το δικαστήριο αποφασίζει μόνο ύστερα από αίτηση του ιδίου.» και άρθρο 1688 ΑΚ: «…Η δικαστική συμπαράσταση κηρύσσεται μόνο με αίτηση του προσώπου εκτίει την ποινή και μόνο για τις πράξεις που αυτός προσδιόρισε στην αίτησή του.».
    [14]Βλ. άρθρο 1667 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 12.
    [15]Δικαιολογητικός λόγος, εκτός των άλλων, είναι ότι η όλη διαδικασία της υποβολής του ανηλίκου σε δικαστική συμπαράσταση θα μπορούσε να επιφέρει επιδείνωση της κατάστασης της ψυχικής του υγείας.
    [16]Βλ. άρθρο 1666 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 7.
    [17]Βλ. Πεπραγμένα της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, τόμος ΙΙ, σελ. 115 επ.
    [18]Βλ. άρθρο 1676 ΑΚ: «Ανάλογα με την περίπτωση, το δικαστήριο που υποβάλλει ένα πρόσωπο σε δικαστική συμπαράσταση, είτε: 1. τον κηρύσσει ανίκανο για όλες ή για ορισμένες δικαιοπραξίες, γιατί κρίνει ότι αδυνατεί να ενεργεί γι'αυτές αυτοπροσώπως (στερητική δικαστική συμπαράσταση, πλήρης ή μερική) είτε 2. ορίζει ότι για την ισχύ όλων ή ορισμένων δικαιοπραξιών του απαιτείται η συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη (επικουρική δικαστική συμπαράσταση, πλήρης ή μερική) είτε 3. αποφασίζει συνδυασμό των δύο προηγούμενων ρυθμίσεων. Το δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την αίτηση, οφείλει όμως να επιβάλλει στον συμπαραστατούμενο τους ελάχιστους δυνατούς περιορισμούς που απαιτεί το συμφέρον του. Στην περίπτωση της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 1667, το δικαστήριο δεν
    μπορεί να επιβάλει, με την αρχική ή την τροποποιητική απόφασή του, περιορισμούς περισσότερους από όσους ζητούνται.
    ».
    [19]Βλ. άρθρο 802 παρ. 1 ΚΠολΔ.
    [20]Βλ. άρθρο 1678 παρ. 3 ΑΚ:«… Επίσης δεν μπορεί, εφόσον δεν του έχει επιτραπεί ρητά, να επιχειρεί μόνος χαριστικές δικαιοπραξίες, να εισπράττει απαιτήσεις και να παρέχει εξόφληση»..
    [21]Βλ. άρθρο 1680 ΑΚ, ό.π. υποσημ αριθμ. 8.
    [22]Βλ. άρθρο 1667 παρ. 1 εδ. α’ ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 8.
    [23]Βλ. άρθρο 1667 παρ. 1 εδ. α’ ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 12.
    [24]Βλ. άρθρο 1668 ΑΚ: «Οι δημόσιοι ή δημοτικοί υπάλληλοι, οι εισαγγελείς, τα όργανα των αρμόδιων κοινωνικών υπηρεσιών, καθώς και οι προϊστάμενοι μονάδων ψυχικής υγείας οφείλουν να γνωστοποιούν στο δικαστήριο κάθε περίπτωση που μπορεί να συνεπάγεται την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική
    συμπαράσταση, αμέσως μόλις την πληροφορούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους
    .».
    [25]Βλ. άρθρο 5 παρ. 2 εδ. 2 του Π.Δ. 250/1999, όπου γίνεται λόγος για διαβίβαση στο δικαστήριο αναφοράς: «Το καθήκον πληροφόρησης του δικαστηρίου για τα περιστατικά που μπορούν να συνεπάγονται την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση …και στα όργανα των αρμόδιων κοινωνικών υπηρεσιών, βαρύνει όλους τους ειδικούς επιστήμονες του άρθρου 1 του παρόντος … Τα ίδια αυτά πρόσωπα βαρύνει, εξάλλου, και η υποχρέωση να αναφέρουν, είτε στον συντονιστή … είτε και απευθείας … κάθε άλλη περίπτωση που καθιστά αναγκαία την αυτεπάγγελτη ενέργεια του δικαστηρίου υπέρ προσώπου που, λόγω των μειονεξιών που παρουσιάζει, έχει ανάγκη από δικαστική προστασία κατά το νόμο. Μαζί με την αναφορά διαβιβάζεται και κάθε άλλο χρήσιμο στοιχείο ή πληροφορία και υποβάλλονται σχετικές προτάσεις…».
    [26]Βλ. άρθρο 1 του Π.Δ. 250/1999: «Οι αρμοδιότητες κοινωνικής υπηρεσίας … οι οποίες αναφέρονται στη λειτουργία του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης,ασκούνται, από τους ειδικούς επιστήμονες (κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχιάτρους, Ψυχολόγους επισκέπτες υγείας και άλλους επιστήμονες κατάλληλους για την αντιμετώπιση σωματικά αναπήρων και εξαρτημένων προσώπων, όπως τοξικομανών ή αλκοολικών)…».
    [27]Βλ. άρθρο 804 ΚΠολΔ: «1. Το δικαστήριο επικοινωνεί με ….  ώστε να σχηματίσει άμεση αντίληψη για την κατάστασή του. Η προσωπική επικοινωνία μπορεί να γίνεται μέσα στο συνηθισμένο περιβάλλον του συμπαραστατέου, αν το ζητεί ο ίδιος ή αν αυτό διευκολύνει τη διευκρίνιση των πραγμάτων και δεν αντιτίθεται ο συμπαραστατέος. Η επικοινωνία παραλείπεται μόνο αν πιστοποιείται αρμοδίως ότι υπάρχει βάσιμος κίνδυνος για την υγεία του προσώπου, για το οποίο πρόκειται, ή αν αυτό βρίσκεται σε προφανή αδυναμία να επικοινωνήσει με το περιβάλλον... 2. Η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης μπορεί, κατά την κρίση του δικαστηρίου, να παραλείπεται, αν προσκομίζεται βεβαίωση δημόσιας αρχής ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου για την κατάσταση του συμπαραστατέου.».
    [28]Βλ. άρθρο 1677 ΑΚ: «Με μεταγενέστερη απόφασή του, το δικαστήριο μπορεί να τροποποιεί και αυτεπάγγελτα το είδος και την έκταση της δικαστικής συμπαράστασης.».
     [29]Βλ. άρθρο 1676 εδ. β’ ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 18.
    [30]Βλ. άρθρο 1685 ΑΚ: «Αν έλειψαν οι λόγοι που την προκάλεσαν, η δικαστική συμπαράσταση αίρεται με απόφαση του δικαστηρίου ύστερα από αίτηση των προσώπων που μπορούν να τη ζητήσουν ή και αυτεπαγγέλτως…».
    [31]Βλ. άρθρο 1682 ΑΚ:«Σε κάθε περίπτωση στερητικής δικαστικής συμπαράστασης έχουν …ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις για την επιτροπεία ανηλίκων. Τα έργα της εποπτείας της δικαστικής συμπαράστασης ασκεί συμβούλιο από τρία έως πέντε μέλη, τα οποία διορίζονται με την ίδια απόφαση που διορίζει τον δικαστικό συμπαραστάτη από συγγενείς ή φίλους του συμπαραστατουμένου (εποπτικό συμβούλιο)… Στην περίπτωση προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη, τα έργα της εποπτείας της
    δικαστικής συμπαράστασης ασκεί ο ειρηνοδίκης
    .».
    [32]Βλ. άρθρο 1682 εδ. γ’ ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 30, σε συνδ. με άρθρο 1634 παρ. 2 ΑΚ: «…Το δικαστήριο μπορεί, αν κρίνει ότι το επιβάλλει το συμφέρον … να διορίσει ως μέλος του εποπτικού συμβουλίου και ένα όργανο της κοινωνικής υπηρεσίας ή να αναθέσει σε εξαιρετικές περιπτώσεις αποκλειστικά σ'αυτό τα έργα του εποπτικού συμβουλίου…».
    [33]Βλ. άρθρο 1682 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 30.
    [34]Βλ. άρθρο 1671 ΑΚ: «Αν δεν βρίσκεται κατάλληλο φυσικό πρόσωπο … η δικαστική συμπαράσταση ανατίθεται σε σωματείο ή ίδρυμα, που έχουν συσταθεί ειδικά για το σκοπό αυτόν και διαθέτουν το κατάλληλο προσωπικό και υποδομή, αλλιώς στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία…», άρθρο 1635 ΑΚ: «…προσωρινός ή οριστικός, ενεργεί η κοινωνική υπηρεσία, καθώς και όταν δεν προβλέπεται ή δεν έχει συγκροτηθεί ακόμη εποπτικό συμβούλιο, τα έργα του εποπτικού συμβουλίου ασκεί ο ειρηνοδίκης…».
    [35]Βλ. άρθρο 1669 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 8.
    [36]Βλ άρθρο 1681 εδ. β’ ΑΚ: «Τα αποτελέσματα της δικαστικής συμπαράστασης αρχίζουν αφότου
    δημοσιευθεί η σχετική απόφαση. Για την έναρξη όμως του λειτουργήματος του δικαστικού συμπαραστάτη απαιτείται τελεσιδικία της απόφασης που τον διορίζει.
    ».
    [37]Βλ. άρθρο 1682 εδ. α’ ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 30, σε συνδ. με άρθρο 1599 ΑΚ: «Ο διοριζόμενος έχει το δικαίωμα να αποποιηθεί το διορισμό, εκτός αν έχει διοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 1600. Έχει επίσης το δικαίωμα να παραιτείται, μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος».
    [38]Βλ. άρθρο 1682 εδ. α’ ΑΚ,  ό.π. υποσημ. αριθμ. 30, σε συνδ. με άρθρο 1631 ΑΚ: «Το δικαστήριο μπορεί … να ορίζει …αμοιβή για την απασχόληση … ανάλογη με τους κόπους του και το μέγεθος της περιουσίας που διαχειρίζεται. Αν η περιουσία αυτή δεν επαρκεί … να καταβληθεί …  αμοιβή ανάλογη … ή αν δεν υπάρχει καθόλου περιουσία και το δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει, λόγω των ειδικών περιστάσεων, να καταβληθεί αμοιβή, η αμοιβή την οποία καθορίζει καταβάλλεται … από το δημόσιο ταμείο…» και άρθρο 66 ν. 2447/96: «Στον Κρατικό Προϋπολογισμό και σε βάρος των κονδυλίων του Υπουργείου Δικαιοσύνης αναγράφεται υποχρεωτικά κάθε χρόνο η δαπάνη που απαιτείται για να καταβάλλονται στους επιτρόπους ή τους δικαστικούς συμπαραστάτες η αμοιβή τους και στους ίδιους, καθώς και στα μέλη των εποπτικών συμβουλίων οι δαπάνες τους, που είναι καταβλητέες από το δημόσιο ταμείο …».
    [39]Βλ. άρθρο 1683 ΑΚ:«Η συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη, από την οποία εξαρτάται η ισχύς ορισμένων ή και όλων των δικαιοπραξιών … παρέχεται εγγράφως, μόνο πριν από την επιχείρηση της πράξης. Αν ο δικαστικός συμπαραστάτης αρνείται να συναινέσει, αποφασίζει το δικαστήριο ύστερα από αίτηση του συμπαραστατουμένου. Οι πράξεις του συμπαραστατουμένου… είναι άκυρες, αν επιχειρήθηκαν χωρίς αυτή τη συναίνεση. Την ακυρότητα προτείνει μόνο ο δικαστικός συμπαραστάτης, ο συμπαραστατούμενος και οι καθολικοί και οι ειδικοί διάδοχοί του».
    [40]Βλ. άρθρο 1617 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Ο… δεν δικαιούται να καταρτίζει δικαιοπραξίες με χαριστική αιτία σε βάρος της περιουσίας του …. Εξαιρούνται με την επιφύλαξη των διατυπώσεων της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1624, οι χαριστικές δικαιοπραξίες που επιβάλλονται από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας».
    [41]Βλ. άρθρο 1618 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «…δεν δικαιούται να χρησιμοποιεί για δικό του λογαριασμό την περιουσία του … και ιδίως μετρητά χρήματά του».
    [42]Βλ. άρθρο 1611 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «…Ο … οφείλει να συντάσσει παρουσία εκπροσώπου του εποπτικού συμβουλίου απογραφή της περιουσίας που υπάρχει ή που περιέρχεται στον … μετά το διορισμό και που υπάγεται στη διοίκηση του επιτρόπου. …Αντίγραφο της απογραφής επιδίδεται στο εποπτικό συμβούλιο και στην κοινωνική υπηρεσία…».
    [43]Βλ. άρθρο 1612 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Κατά την έναρξη … ο … οφείλει να προκαλέσει απόφαση του εποπτικού συμβουλίου, που να ορίζει κατά προσέγγιση την ετήσια δαπάνη για την επιμέλεια του προσώπου και τη διοίκηση της περιουσίας του …».
    [44]Βλ. άρθρο 1613 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Αν στην περιουσία … υπάρχουν ή περιέλθουν κατά τη διάρκεια της επιτροπείας μετρητά χρήματα, ο … οφείλει χωρίς καθυστέρηση να χρησιμοποιήσει παραγωγικά ή να τοποθετήσει κατά τρόπον επωφελή το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση της ετήσιας δαπάνης. Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η τοποθέτηση των χρημάτων προσδιορίζεται από τον … και εγκρίνεται από το εποπτικό συμβούλιο. Αν το εποπτικό συμβούλιο αρνείται την έγκριση, αποφασίζει το δικαστήριο».
    [45]Βλ. άρθρο 1626 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Ο … οφείλει να λογοδοτεί στο εποπτικό συμβούλιο κάθε χρόνο. Το εποπτικό συμβούλιο μπορεί να καθορίζει τη λογοδοσία σε αραιότερα διαστήματα, πάντως όχι μεγαλύτερα από μια πενταετία, αν οι περιστάσεις δεν δικαιολογούν την ετήσια λογοδοσία»)
    [46]Βλ. άρθρο 1686 ΑΚ: «"Αν ο δικαστικός συμπαραστάτης γνωρίζει περιστατικά που δικαιολογούν οποιαδήποτε μεταβολή στο καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης, οφείλει να τα γνωστοποιεί στο δικαστήριο χωρίς καθυστέρηση".».
    [47]Βλ. άρθρο 1632 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Ο … ευθύνεται για κάθε ζημία του … από πταίσμα του κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Αν έχουν διοριστεί περισσότεροι…, είναι συνυπεύθυνοι εις ολόκληρον, εκτός αν έχουν διοριστεί με χωριστό κύκλο ενέργειας ο καθένας και ενεργούν αυτοτελώς.».
    [48]Βλ. άρθρο 1651 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Το δικαστήριο παύει, με αίτηση του εποπτικού συμβουλίου ή και αυτεπαγγέλτως, τον …, όταν συντρέχει σπουδαίος λόγος, ιδίως αν κρίνει ότι η συνέχιση της … μπορεί να θέσει σε κίνδυνο, λόγω παραμέλησης των καθηκόντων του ή για άλλο λόγο, τα συμφέροντα του….».
    [49]Βλ. άρθρα 1672 ΑΚ: «Το δικαστήριο μπορεί οποτεδήποτε, πριν ή και μετά την έναρξη της διαδικασίας για την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση, να διορίσει, με αίτηση ενός από τα πρόσωπα του άρθρου 1667 ή και αυτεπαγγέλτως, προσωρινό δικαστικό συμπαραστάτη. Η εξουσία του περιλαμβάνει κάθε ασφαλιστικό μέτρο απαραίτητο για να αποφευχθεί σοβαρός κίνδυνος για το πρόσωπο ή την περιουσία του συμπαραστατέου. Για την τελεσιδικία της, ο διορισμός προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη είναι υποχρεωτικός.» και 805 ΚΠολΔ: «…εφαρμόζονται και για το διορισμό προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη πριν από την κίνηση της διαδικασίας της δικαστικής συμπαράστασης. 2. Προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης μπορεί να διοριστεί και με προσωρινή διαταγή του δικαστηρίου …όταν από ιατρικό πιστοποιητικό συνάγεται ότι συντρέχουν … επείγοντες λόγοι υπέρ του διορισμού δικαστικού συμπαραστάτη και ότι απειλείται από την αναβολή κίνδυνος για τα συμφέροντά του. Η προσωρινή διαταγή εκδίδεται ύστερα από προηγούμενη ακρόαση του συμπαραστατέου και έκθεση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας, εκτός αν επίκειται κίνδυνος από οποιαδήποτε αναβολή… 3. Εφόσον το κρίνει απαραίτητο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του συμπαραστατέου, το δικαστήριο που διόρισε τον προσωρινό δικαστικό συμπαραστάτη ορίζει ότι αυτός … παραστέκει τον συμπαραστατέο στη διενέργεια κάθε διαδικαστικής πράξης και την άσκηση ένδικων μέσων, τόσο κατά τη διεξαγωγή της κύριας δίκης για την υποβολή στη δικαστική συμπαράσταση, όσο και σε κάθε άλλη δίκη που αφορά το πρόσωπο ή την περιουσία του. 4. Αν διορίστηκε προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης, όλες οι επιδόσεις πρέπει να γίνονται σ'αυτόν και σ'εκείνον για τον οποίο διορίστηκε. 5. Ο διορισμός προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη για το χρονικό διάστημα μετά την έκδοση της απόφασης, με την οποία το πρόσωπο υποβλήθηκε σε δικαστική συμπαράσταση, καθώς και η διατήρηση ή αντικατάσταση, για το ίδιο χρονικό διάστημα, αυτού που είχε ήδη διοριστεί, γίνονται με την ίδια απόφαση, που απαγγέλλει την υποβολή στη δικαστική συμπαράσταση.».
    [50]Βλ. άρθρο 1681 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 35.
    [51]Βλ. άρθρο 1628 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «…Στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου, όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση κωλύματος, το δικαστήριο διορίζει, με αίτηση του επιτρόπου ή και αυτεπαγγέλτως ειδικό επίτροπο. Όταν ο ειδικός επίτροπος διορίζεται για να αναπληρώσει τον επίτροπο προσωρινά σε όλα τα έργα του λόγω κωλύματός του, το δικαστήριο μπορεί να ορίσει και τη διάρκεια της ειδικής επιτροπείας…».
    [52]Βλ. άρθρο 1671 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 33.
    [53]Βλ. άρθρο 64, του ν. 2447/1996: «Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Υγείας και Πρόνοιας ορίζονται τα ιδρύματα και τα σωματεία που λόγω του εξειδικευμένου προσωπικού τους κρίνονται κατάλληλα να αναλαμβάνουν επιτροπείες ανηλίκων, σύμφωνα με το άρθρο 1671 του Αστικού Κώδικα, όπως οι διατάξεις αυτές τροποποιούνται με τα
    άρθρα 12 και 13 του παρόντος. Με το ίδιο ή άλλο προεδρικό διάταγμα, ορίζονται και τα ειδικά ιδρύματα ή καταστήματα, καθώς και οι μονάδες ψυχικής υγείας που προβλέπονται από τα άρθρα 1609 και 1687 του Αστικού Κώδικα, όπως επίσης τροποποιούνται με τον παρόντα. Όλα τα ιδρύματα,
    σωματεία, καταστήματα ή μονάδες ψυχικής υγείας των δύο προηγούμενων εδαφίων τελούν υπό τον έλεγχο και την εποπτεία του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας.
    ».
    [54]Βλ. άρθρα 49-54 του ν. 2447/1996.
    [55]Αχ. Κουτσουράδης, Η μεταρρύθμιση του Ν. 2447/1996, σελ. 7 επ.
    [56]Βλ. άρθρο 1674 ΑΚ: «Το δικαστήριο, προκειμένου να αποφασίσει την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση και το διορισμό δικαστικού συμπαραστάτη … συνεκτιμά την έκθεση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας σχετικά με την αναγκαιότητα του μέτρου και την καταλληλότητα του προσώπου που πρόκειται να διοριστεί δικαστικός συμπαραστάτης ή του σωματείου ή του ιδρύματος, στα οποία πρόκειται να ανατεθεί η δικαστική συμπαράσταση.».
    [57]Βλ. άρθρο 19 παρ. 5 του ν. 2521/1997: «…5. …Στις περιπτώσεις αυτές, καθώς και όπου αλλού ο νόμος απαιτεί την υποβολή στο δικαστήριο και την υποχρεωτική συνεκτίμηση από αυτό έκθεσης της κοινωνικής υπηρεσίας, αν η έκθεση αυτή δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα, το δικαστήριο δικάζει χωρίς έκθεση ..».
    [58]Βλ. Αχ. Κουτσουράδης, ό.π. υποσημ. αριθμ. 54, σελ. 19.
    [59]Βλ. άρθρο 1685 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 29.

    ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΟΥΜΕΝΟΥ

    $
    0
    0



    ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
    ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΟΥΜΕΝΟΥ

    Το συμφέρον του πάσχοντος προσώπου, παράλληλα με την προστασία της προσωπικότητας, αποτελεί το κυριότερο στοιχείο της δικαστικής συμπαράστασης. Η δικαστική συμπαράσταση δεν επιβάλλεται για κανέναν άλλο λόγο παρά μόνο για να προστατεύσει τους πάσχοντες. Επομένως το αληθινό συμφέρον (περιουσιακό ή ηθικό) του συμπαραστατέου πρέπει να αποτελεί γνώμονα όλων των ενεργειών που κατατείνουν στην εξυπηρέτηση του και "όλες οι πράξεις... πρέπει να αποβλέπουν στο συμφέρον του συμπαραστατουμένου..." (άρθρο 1684 ΑΚ).
    Μάλιστα σε περίπτωση παράβασης των ανωτέρω υποδείξεων ενδεχομένως να θεμελιώνεται ευθύνη προς αποζημίωση του συμπαραστατουμένου, καθώς και λόγος παύσης του δικαστικού συμπαραστάτη, μέλους ή των μελών του εποπτικού συμβουλίου.

    Στη δικαστική συμπαράσταση και ανάλογα με το είδος της (στερητικής ή επικουρικής) που έχει τεθεί ο συμπαραστατούμενος, ο δικαστικός συμπαραστάτης, είτε αντιπροσωπεύει τον συμπαραστατούμενο στις δικαιοπραξίες του ενεργώντας αντ΄αυτού (στερητική δικαστική συμπαράσταση), είτε απλώς συναινεί σ΄αυτές (επικουρική δικαστική συμπαράσταση).
     

    ΣΤΕΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
    ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΟΥΜΕΝΟΥ

    Ειδικά για τις περιπτώσεις της στερητικής (μερική ή πλήρης) δικαστικής συμπαράστασης, και εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, το λειτούργημα του δικαστικού συμπαραστάτη διέπεται από τους κανόνες (αναλογική εφαρμογή) της επιτροπείας ανηλίκων (άρθρο 1682 εδ. α'ΑΚ). 


    Υποχρέωση απογραφής της περιουσίας του συμπαραστατουμένου 

    Ο συμπαραστάτης που ορίστηκε να αντιπροσωπεύει συμπαραστατούμενο που τέθηκε σε καθεστώς πλήρους δικαστικής συμπαράστασης δεν είναι ανεξέλεγκτος, αλλά έχει νόμιμες υποχρεώσεις. Από τις επιτακτικές, πρώτες υποχρεώσεις του συμπαραστάτη είναι η καταγραφή και σύνταξη απογραφής της περιουσίας του συμπαραστατουμένου (άρθρο 1611 ΑΚ), με σκοπό να διασφαλίσει τα συμφέροντα του συμπαραστατέου.

    Είναι αυτονόητο πως η απογραφή χρησιμεύει για τη διαπίστωση των χρεών, στην απόδειξη της περιουσίας που παραλαμβάνει ο συμπαραστάτης προς διαχείριση για την οποία θα κληθεί να λογοδοτήσει, στον έλεγχο του συμπαραστάτη και τον εξαναγκασμό του να δηλώσει τις δικές του τυχόν απαιτήσεις κατά της περιουσίας του συμπαραστατέου, για φορολογικούς λόγους και συντελεί στο διαχωρισμό των δυο περιουσιών (συμπαραστατέου και συμπαραστάτη), αφού ο συμπαραστάτης διαχειρίζεται συγχρόνως και τη δική του περιουσία.
    Αν και ο νόμος δεν θέτει το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να αρχίσει και να περατωθεί η απογραφή, από το σκοπό της απογραφής προκύπτει εύλογα ότι η απογραφή πρέπει να γίνει το ταχύτερο δυνατόκαι σε σχετικά στενά χρονικά περιθώρια. Μάλιστα, ο συμπαραστάτης καθίσταται υπεύθυνος απέναντι στον συμπαραστατούμενο για κάθε υπαίτια βραδύτητα σύνταξης της απογραφής. 

    Η διενέργεια της απογραφής γίνεται από τον συμπαραστάτη παρουσία εκπροσώπου του εποπτικού συμβουλίου (εξώδικη απογραφή) και του συμπαραστατουμένου, όπου η παρουσία του είναι δυνατή, είτε διατάσσεται από τον Ειρηνοδίκη (δικαστική απογραφή) της περιφέρειας που βρίσκεται η περιουσία του συμπαραστατέου, αφού το ζητήσει ο συμπαραστάτης, ή καθένας που έχει έννομο συμφέρον (λ.χ. συγγενής ή μέλος του εποπτικού συμβουλίου) ή ο εισαγγελέας ή και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 838 παρ. 1 ΚΠολΔ) και διενεργείται από συμβολαιογράφο με την παρουσία του συμπαραστάτη, ενός εκπροσώπου του εποπτικού συμβουλίου και του συμπαραστατουμένου, όπου η παρουσία του είναι δυνατή.

    Ο συμπαραστάτης είναι υποχρεωμένος να επιδίδει αντίγραφα της έκθεσης απογραφής τόσο στο εποπτικό συμβούλιο όσο και στην κοινωνική υπηρεσία. 


    Ευθύνη του δικαστικού συμπαραστάτη 
    Ο δικαστικός συμπαραστάτης στην περίπτωση της στερητικής δικαστικής συμπαράστασης, ευθύνεται για κάθε ζημία που προκάλεσε στον συμπαραστατούμενο από υπαιτιότητα του κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τουκαι από ελαφρά αφηρημένη αμέλεια (άρθρο 1632εδ. α'ΑΚ).

    Σε περίπτωση που έχουν διορισθεί περισσότεροι συμπαραστάτες ευθύνονται εις ολόκληρον, εκτός αν ο καθένας έχει διορισθεί για χωριστό κύκλο πράξεων, οπό­τε καθένας ενεργεί αυτοτελώς και ευθύνεται ατομικά, για τη ζημία δηλαδή που προκάλεσε στον συμπαραστατούμενο στο πλαίσιο των δικών του ενεργειών (αναλ. ΑΚ 1632 εδ. β’).


    Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ 

    Οι περισσότερες δικαστικές αποφάσεις σχετικά με την υποβολή ενοίκων οικοτροφείων σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, θέτουν τους ενοίκους αδιακρίτως (καλώς ή κακώς, αυτό είναι άλλο ζήτημα) σε καθεστώς πλήρους στερητικής δικαστικής συμπαράστασης. Έτσι, οι βαρυσήμαντες λέξεις «αποασυλοποίηση», «κοινωνική επανένταξη» κ.λ.π. καθίστανται άνευ νοήματος.

    Πέρα από την ανωτέρω επισήμανση είναι σχεδόν βέβαιο πως κανένας δικαστικός συμπαραστάτης δεν έχει προβεί σε απογραφή των περιουσιακών στοιχείων των συμπαραστατουμένων που διαχειρίζονται και δεν έχει τηρήσει τις εκ του νόμου υποχρεώσεις (κοινοποίηση απογραφής κ.λ.π.), με αποτέλεσμα να είναι ανεξέλεγκτος. Κι αυτό διότι τα εποπτικά συμβούλια που έχουν εκ του νόμου τα έργα εποπτείας της δικαστικής συμπαράστασης (άρθρο 1682 εδ. β’ ΑΚ) και θα μπορούσαν να προστατεύσουν τον συμπαραστατούμενο από τις όποιες αυθαιρεσίες του συμπαραστάτη, στην πραγματικότητα έχουν διακοσμητικό και μόνο ρόλο.

    Η αδράνεια αλλά και η απουσία άλλων ελεγκτικών μηχανισμών καθιστά τη δικαστική συμπαράσταση από λειτούργημα σε κερδοφόρο «επάγγελμα», ιδιαίτερα σε περιόδους οικονομικής κρίσης.

    Το βάρος της λύσης του εν λόγω προβλήματος εναπόκειται και πάλι στον αρμόδιο δικαστή, στον οποίο ο νόμος παρέχει τη δυνατότητα να διορίζει κατά την κρίση του ως μέλος του εποπτικού συμβουλίου και ένα όργανο κοινωνικής υπηρεσίας ή να αναθέτει σε εξαιρετικές περιπτώσεις αποκλειστικά σ’ αυτό τα έργα του εποπτικού συμβουλίου (άρθρο 1682 εδ. γ’ ΑΚ σε συνδυασμό με 1634 παρ. 2 ΑΚ), έτσι ώστε να ελέγχονται τα έργα του δικαστικού συμπαραστάτη και να κινητοποιούνται τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου. 

    _________________________________________________ 
    Βιβλιογραφία:
    *Προστατευτικοί θεσμοί του Αστικού Δικαίου, Αχιλλέας Κουτσουράδης - Αγγέλα Γεωργιάδη, εκδόσεις Π.Ν. Σάκκουλα, Αθήνα 2002,
    *Αστικός Κώδικας, Τόμος VIII, Οικογενειακό Δίκαιο, Απ. Γεωργιάδης - Μιχ. Σταθόπουλος, Αθήνα 2003,
    *Η δικαστική συμπαράσταση, Ι. Σ. Σπυριδάκη, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1998.


    Ανάθεση της δικαστικής συμπαράστασης του ψυχικά πάσχοντος προσώπου στο ΝΠΙΔ που το φιλοξενεί.

    $
    0
    0


    Στις αρχές του τρέχοντος μηνός Ιανουαρίου 2012 δημοσιεύθηκε, τώρα από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών, μια ακόμα σημαντική απόφαση* σε υπόθεση αντικατάστασης δικαστικού συμπαραστάτη. 
    Ανατέθηκε η δικαστική συμπαραστάτη του πάσχοντος προσώπου στο ΝΠΙΔ που το φιλοξενεί.

    Με σκοπό την αντικατάσταση του δικαστικού συμπαραστάτη είχαν κατατεθεί στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών δυο αιτήσεις. 
    Η πρώτη αίτηση κατατέθηκε απευθείας (;) στη γραμματεία του δικαστηρίου από τους συγγενείς -αδέλφια του συμπαραστατουμένου, οι οποίοι αποτελούσαν μέχρι τότε το εποπτικό συμβούλιο της δικαστικής συμπαράστασης. Με την αίτησή τους ζητούσαν να οριστεί δικαστικός συμπαραστάτης ένα από τα αδέλφια του συμπαραστατουμένου.
    Η δεύτερη αίτηση κατατέθηκε στο δικαστήριο μέσω του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πατρών από την "Κλίμακα", τον φορέα στον οποίο ο συμπαραστατούμενος φιλοξενείται. Με την αίτησή της αυτή η "Κλίμακα"ζητούσε να οριστεί η ίδια δικαστικός συμπαραστάτης, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, στις οποίες έχουμε αναφερθεί εδώκαι εδώ

    Μοναδικό κοινό σημείο των αιτήσεων ήταν η αναγκαιότητα αντικατάστασης του δικαστικού συμπαραστάτη, αφού ο ορισθείς δικαστικός συμπαραστάτης -αδελφός του συμπαραστατουμένου, ήταν παντελώς αδιάφορος. Η κάθε αίτηση, όμως, απέβλεπε σε διαφορετικό σκοπό. 
    Η πρώτη αποσκοπούσε να "νομιμοποιήσει", με την απόφαση που θα εξέδιδε το δικαστήριο, τις παράνομες αναλήψεις των αιτούντων συγγενών απ'τον τραπεζικό λογαριασμό του συμπαραστατουμένου, που ξεπερνούσαν τις 21.700 ευρώ.
    Η δεύτερη αίτηση, η οποία να σημειωθεί κοινοποιήθηκε εκ του περισσού τόσο στη Δ/νση Ψυχικής Υγείας του ΥΥΚΑ, όσο και στην Ειδική Επιτροπή Προστασίας των Δικαιωμάτων Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές, απέβλεπε προφανώς, στο να προασπίσει τα δικαιώματα του συμπαραστατουμένου. 
    Οι αιτήσεις συνεκδικάστηκαν. 

    Δεν θα σταθώ στην απίστευτη θρασύτητα, που επέδειξαν οι συγγενείς κατά τη διάρκεια της δίκης, αντιλαμβανόμενοι πως ελλόχευε ο κίνδυνος να χάσουν το συμπληρωματικό τους "έσοδο". Στις περιπτώσεις αυτές οι συμπεριφορές ορισμένων συγγενών είναι, πλέον, σύνηθες φαινόμενο και στερεότυπη επανάληψη. 
    Δυστυχώς, όταν προκύπτουν τέτοιου είδους οικονομικά θέματα, το συγγενικό ενδιαφέρον προς τον πάσχοντα δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο.

    Δεν θα αναφερθώ εδώ, επίσης, στα επιμέρους νομικά θέματα, που προκύπτουν από την απόφαση. Επισημαίνω μόνο το ενδιαφέρον του ιστορικού καθώς και την πληρότητα του σκεπτικού της απόφασης, ολόκληρο το περιεχόμενο της οποίας μπορείτε να διαβάσετε εδώ.


    *Σημ. σχετικές αποφάσεις όπως λ.χ. τις υπ'αριθμ. 26991/2005, 32046/2006 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης  και την υπ'αριθμ. 379/2007 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης μπορείτε να βρείτε εδώ.

    World Association for Psychosocial Rehabilitation

    $
    0
    0

    (W.A.P.R.)


    Psychosocial Rehabilitation in an Economic Crisis context: New Practices for Emerging Needs


    Regional WAPR Congress
    ATHENS, GREECE
    30-31 MARCH 2011

    Διακήρυξη της Αθήνας, 2012

    Εμείς,επαγγελματίες ψυχικής υγείας και ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, μέλη της WAPR, σύλλογοι οικογενειών και ληπτών, εθελοντές, ως ενεργοί πολίτες που αγωνίζονται για την υπεράσπιση της δημόσιας ψυχικής υγείας και των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχικά προβλήματα, καλούμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τις κυβερνήσεις της Ε.Ε., τους διεθνείς οργανισμούς, να αντιμετωπίσουν τις σοβαρές συνέπειες στο χώρο της ψυχικής υγείας και της ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, από τη βαθειά οικονομική, κοινωνική, πολιτισμική και ηθική κρίση στην Ευρώπη και στον κόσμο.
    ΗΔιακήρυξηαυτήεναρμονίζεταιμεάλλεςπρόσφατεςδιακηρύξεις (ΟΗΕ, Ευρωπαϊκή Ένωση, Συμβούλιο της Ευρώπης, Treaty of Lisbon - 2009, Treaty of Nice – 2001, Convention on the Rights of Persons with Disabilities – 2007, Green Paper on Mental Health – 2006, WAPR Declaration of Athens – 2006, WAPR Valladolid Statement – 2010, Trieste 2011).

    Τι Διαπιστώνουμε;

    §  Η παγκοσμιοποίηση δεν προήγαγε μόνο τις ανταλλαγές πληροφορίες πολιτισμών, ιδεών, στο πλαίσιο του «πλανητικού χωριού». Η κυριαρχία νέο – φιλελεύθερων πολιτικών επέβαλε σε Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο επίπεδο την επικράτηση του τραπεζικού – χρηματοπιστωτικού συστήματος και της λογικής των αγορών απέναντι σε κάθε έκφραση κοινωνικής αλληλεγγύης και συνοχής, κοινωνικού κράτους και διατήρησης βασικών ατομικών δικαιωμάτων και δωρεάν πρόσβασης του πολίτη σε υπηρεσίες παιδείας, πρόνοιας, υγείας, ψυχικής υγείας, πολιτισμού.
    §  Η σημερινή οικονομική κρίση, προϊόν της παγκοσμιοποίησης και των αξιών του νέο – φιλελευθερισμού έχει σαν αποτέλεσμα – μεταξύ άλλων – την περιθωριοποίηση και πτώχευση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού και ιδιαίτερα των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, την καταστροφή κοινωνικών και ατομικών δεσμών μέσα σε συνθήκες κοινωνικής επισφάλειας και εφήμερης επιβίωσης, της κοινωνικής και ατομικής οδύνης, τη δραματική αύξηση των ψυχικών διαταραχών, συμπεριλαμβανομένων των αναγκαστικών νοσηλειών και των αυτοκτονιών, τη συρρίκνωση της αξιοπρέπειας και των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των πολιτών, σχετικά με το δίκτυο κοινωνικής προστασίας και ιατρικής φροντίδας, τη σοβαρή μείωση όλων των αναγκαίων πόρων για τη στήριξη των αδύναμων, των ανέργων, των κοινωνικά αποκλεισμένων, των πολιτών με ψυχοκοινωνικά προβλήματα.
    §  Η Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της κρίσης και βιώνει όλες τις συνέπειές της, ιδιαίτερα την αβεβαιότητα για τη μελλοντική επιβίωση του ήδη ισχνού και δυσλειτουργικού συστήματος δημόσιας υγείας, ψυχικής υγείας και κοινωνικής φροντίδας, με κίνδυνο να καταρρεύσει ότι έχει απομείνει από την ημιτελή ψυχιατρική μεταρρύθμιση.

    Τι Προτείνουμε;

    §  Αλλαγή πολιτικής της Ε.Ε. Προτεραιότητα στην κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη, στην προαγωγή των βασικών ατομικών δικαιωμάτων όλων των Ευρωπαίων πολιτώνχωρίς διακρίσεις.
    §  Απόλυτη προτεραιότητα στην κατάργηση των Ψυχιατρικών Νοσοκομείων ως τόπων κοινωνικού αποκλεισμού και στο μετασχηματισμό τους σε τόπους κοινοτικών υπηρεσιών.
    §  Ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας και ψυχικής υγείας,και ενεργός προαγωγή της στενής συνεργασίας μεταξύ του τομέα υγείας και του κοινωνικού τομέα, συνέχιση και ολοκλήρωση της μετέωρης ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα και στο σύνολο των χωρών της Ε.Ε.
    §  Ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο με ενίσχυση του κοινωνικού δικτύου προστασίας, επένδυσης στο κοινωνικό κεφάλαιο, διασφάλιση του δικαιώματος στην εκπαίδευση, στη στέγη, στην πρόσβαση σε πληροφορίες, στον πολιτισμό, στο κοινωνικό γίγνεσθαι για όλους τους πολίτες, με έμφαση στις κοινωνικά ευπαθείς ομάδες.
    §  Ενεργή και θεσμικά κατοχυρωμένη συμμετοχή των συλλόγων των οικογενειών και των ληπτών στο σχεδιασμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, λειτουργία και αξιολόγηση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας και ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης. Εκδημοκρατισμός και σχεδιασμός από «κάτω προς τα πάνω» του συστήματος υγείας  - ψυχικής υγείας – κοινωνικής φροντίδας.
    §  Ενίσχυση των μηχανισμών λογοδοσίας και αξιολόγησης της διοίκησης των υπηρεσιών. Έμφαση και ενδυνάμωση των μηχανισμών παρακολούθησης και ελέγχου της παραβίασης των ατομικών δικαιωμάτων με προβλήματα ψυχικής υγείας.
    §  Θέσπιση νέων μέτρων ανάπτυξης της απασχόλησης, του κοινωνικού κεφαλαίου και της κοινωνικής οικονομίας, της αποδοτικότερης διαχείρισης των διαθέσιμων πόρων με έμφαση στη στήριξη της οικογένειας και των ευπαθών κοινωνικών ομάδων προκειμένου να περιοριστούν οι ψυχοκοινωνικές συνέπειες της οικονομικής κρίσης.

    Ας επενδύσουμε στην ελπίδα και τη συλλογική δράση.

    FRA: Διάσκεψη για την αυτονομία και την κοινωνική ένταξη των ατόμων με ειδικές ανάγκες

    $
    0
    0
    Διάσκεψη για την αυτονομία και την κοινωνική ένταξη των ατόμων με ειδικές ανάγκες 

    Ημερομηνία: 7-8 Ιουνίου 2012
    Τοποθεσία:Κοπεγχάγη, Δανία.
    Στην Κοπεγχάγη, στις 7-8 Ιουνίου 2012, ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτωνδιοργανώνει μαζί με το δανικό Υπουργείο Κοινωνικών Υποθέσεων και Ένταξης, και το Ινστιτούτο της Δανίας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (DIHR) συνέδριο για την αυτονομία και την κοινωνική ένταξη. Αυτή η διεθνής διάσκεψη θα φέρει σε επαφή εμπειρογνώμονες αναπηρίας από την κοινωνία των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων ατόμων με ειδικές ανάγκες, εκπροσώπους των εθνικών οργανισμών για τα ανθρώπινα δικαιώματα των ερευνητών, καθώς και φορείς χάραξης πολιτικής σε ευρωπαϊκό, εθνικό και τοπικό επίπεδο.
    Το συνέδριο θα επιτρέπει στους συμμετέχοντες να συζητήσουν την εργασία αναπηρίας του FRA, DIHR και του δανικού Υπουργείου. Η τελευταία έκθεση του FRA σχετικά με την αναπηρία, που θα παρουσιαστεί κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, θα δώσει μια γενική εικόνα της κατάστασης που επικρατεί στην ΕΕ. Θα υπάρξουν επίσης συγκεκριμένα παραδείγματα από τη Δανία και άλλα κράτη μέλη, προκειμένου να τεκμηριωθεί η κατάσταση σε εθνικό επίπεδο. Οι συμμετέχοντες θα είναι σε θέση να συζητήσουμε συγκεκριμένες προτάσεις και να δικτυωθούν με άλλους που εργάζονται για τα δικαιώματα της αναπηρίας.
    Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου θα γίνουν:
    • Συζητήσεις με τους διεθνείς προσκεκλημένους ομιλητές σχετικά με: 1) την αυτονομία 2) κοινωνική ένταξη.
    • 6 ομάδες εργασίες που συνδιοργανώθηκαν με τις οργανώσεις ατόμων με αναπηρία Δανίας για:
    1. Δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτική
    2. Ακούσια νοσηλεία και ακούσια θεραπεία
    3. Η αποϊδρυματοποίηση,
    4. Δικαστική συμπαράσταση και υποστήριξη στη λήψη αποφάσεων
    5. Δικαίωμα στην οικογένεια,
    6. Ο σχολικός εκφοβισμός (bullying) και η παρενόχληση 

    Το πρόγραμμα της διάσκεψης μπορείτε να διαβάσετε εδώ. Θα συμμετάσχουν περίπου 140 μέληαπό όλη την ΕΕ. Στο βίντεο που μπορείτε να δείτε εδώο Διευθυντής του FRA Morten Kjaerun αναδεικνύει ορισμένα από τα θέματα που θα τεθούν κατά τη διάσκεψη.


    Έκθεση του FRA για την ακούσια εισαγωγή και ακούσια θεραπεία των ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας

    $
    0
    0

     Ακούσιος εγκλεισμός των ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας.

    Η έκθεση του FRA - Ευρωπαικού Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων που ακολουθεί πραγματεύεται θέματα που σχετίζονται με την ακεραιότητα του ατόμου (άρθρο 3), την απαγόρευση των βασανιστηρίων και των απάνθρωπων ή εξευτελιστικών ποινών ή μεταχείρισης (άρθρο 4), το δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια (άρθρο 6), τον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 7), της μη διάκρισης (άρθρο 21), την ενσωμάτωση των ατόμων με αναπηρίες (άρθρο 26} και την υγειονομική περίθαλψη (άρθρο 3S) που υπάγονται στα κεφάλαια 1 «Αξιοπρέπεια», «Ελευθεριών» και ΙΙ «Ισότητα» ΙΙΙ τουΧάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


    Εδώμπορείτε να διαβάσετε περίληψη της έκθεσης στα ελληνικά και εδώτην πλήρη έκθεση στα αγγλικά.


    FRA Ευρωπαϊκός Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

     

    Δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων με αναπηρία και η υποστήριξή τους στη λήψη αποφάσεων.

    $
    0
    0


    (Απόσπασμα από τις εργασίες της ομάδας WG4, με θέμα: "Δικαιοπρακτική ικανότητα και υποστήριξη στη λήψη αποφάσεων"στο συνέδριο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (FRA), που πραγματοποιήθηκε στην Κοπεγχάγη, στις 7 και 8.06.2012).


    "Η μητέρα μου είναι δικαστική μου συμπαραστάτρια και δεν μπορώ να της πω 'όχι'. ... Αν με θέλει μπορεί να τηλεφωνήσει στον ξενώνα που φιλοξενούμαι. Και όποτε χρειάζεται, ο ξενώνας καλεί εκείνην. Τα πάντα ελέγχονται από εκείνην. Και δεν μπορώ να αναπνεύσω." (Γυναίκα, 27 ετών),

    "Ήρθε κάποια απεσταλμένη από το δικαστήριο ... και όταν την επέλεξα (τη δικαστική συμπαραστάτρια) ... είχε έναν φάκελο μαζί της και σκέφτηκα, ότι όλα θα πάνε καλά." (Γυναίκα, 50 ετών),

            Η δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων με αναπηρία είναι θεμελιώδες δικαίωμα και αποτελεί προϋπόθεση στην άσκηση δικαιωμάτων σε ισότιμη βάση με τους άλλους ανθρώπους. Μόνο αν το άτομο έχει πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα μπορεί να προβαίνει σε νομικά δεσμευτικές αποφάσεις, όπως λ.χ. στην ιδιωτική ζωή, στη συμμετοχή στα κοινά, στην εργασία, στην εκπαίδευση, στη στέγαση κλπ. 
            Η Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (CRPD) βασίζεται στις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της αυτοδιάθεσης, που συνεπάγεται μια αλλαγή παραδείγματος αναφορικά με το σεβασμό στη δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων με αναπηρία. 
            Σύμφωνα με το άρθρο 12 της CRPD, τα συμβαλλόμενα κράτη μέλη θα πρέπει, προκειμένου να προστατεύσουν την αυτοδιάθεση των ατόμων με αναπηρία, να προωθήσουν την αυτοδιάθεση και την υποστήριξη τους στη λήψη αποφάσεων και όχι να την υποκαταστήσουν.

            Οι ακόλουθες ερωτήσεις, που έχουν σημασία για την υλοποίηση του δικαιώματος της δικαιοπρακτικής ικανότητας των ατόμων με αναπηρία και συζητήθηκαν στο συνέδριο στις 8/6, είναι οι ακόλουθες:
    • Ποιός είναι ο σκοπός της δικαστικής συμπαράστασης και ποιοί οι κίνδυνοι που συνδέονται με αυτή;
    • Ποιά η διαφορά ανάμεσα στην υποστήριξη λήψης αποφάσεων με την υποκατάσταση στην απόφασή τους;
    • Πώς μπορούν οι αρχές να προωθήσουν την αυτοδιάθεση των ατόμων με αναπηρία και να περιορίσουν την υποκατάσταση τους στη λήψη αποφάσεων;
    • Ποιές εγγυήσεις πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή, ώστε να διασφαλιστεί ότι τα μέτρα που αφορούν την άσκηση της δικαιοπρακτικής ικανότητας δεν οδηγούν σε κατάχρηση;
    • Αναφέρθηκαν παραδείγματα καλών πρακτικών που εφαρμόζονται στην ΕΕ. 

    Εδώμπορείτε να διαβάσετε στα αγγλικά το πλήρες κείμενο του εγγράφου του Επιτρόπου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με θέμα: "Ποιός παίρνει τις αποφάσεις; - Δικαίωμα στη δικαιοπραξία των ατόμων με νοητική και ψυχοκοινωνική αναπηρία (Who gets to decide? - Right to legal capacity for persons with intellectual and psychosocial didabilities)".

    Έκθεση της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές, σχετικά με τη συμμετοχή των ψυχικά ασθενών στη δαπάνη περίθαλψης τους.

    $
    0
    0


    Η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές γνωστοποίησε την από 26.06.2012 έκθεσή της σχετικά με τη συμμετοχή στη δαπάνη περίθαλψης των ατόμων, τα οποία φιλοξενούνται σε μονάδες και προγράμματα ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης (οικοτροφεία, ξενώνες) του δημοσίου και ιδιωτικού μη κερδοσκοπικού τομέα. Η έκθεση της Επιτροπής καταλήγει και προτείνει τα ακόλουθα:

    "Για τους παραπάνω λόγους, η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές που τοποθετούνται σε μονάδες ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης (οικοτροφεία, ξενώνες) θεωρεί ότι τα συγκεκριμένα άτομα τυγχάνουν της προστασίας του κράτους σύμφωνα με τις κείμενες σχετικές διατάξεις και συνεπώς η κλιμακωτή παρακράτηση ποσών της σύνταξής τους παραβιάζει τα δικαιώματά τους.


    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

    Η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές προτείνει τα εξής:

    • Την τροποποίηση των πρόσφατων νομοθετικών ρυθμίσεων και τη σφαιρική - ορθολογική αντιμετώπιση του προβλήματος, ώστε οι συντάξεις των ασθενών να χρησιμοποιούνται από τους ίδιους για τις δικές τους ανάγκες χάριν της ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και ένταξης τους στην κοινότητα.
    • Τη διερεύνηση της δυνατότητας συνεισφοράς ενός μικρού σταθερού ποσοστού (πχ. 15-20%) επί των μηνιαίων εισοδημάτων των ατόμων με ψυχικές διαταραχές για όσο διάστημα αυτά διαβιώνουν σε οικοτροφεία και ξενώνες και για το μέρος εκείνο, και μόνον, του εισοδήματος τους που υπερβαίνει την κατώτερη σύνταξη του Ο.Γ.Α. 
    • Την νομοθετική ρύθμιση για πρόσβαση και πλήρη κάλυψη των απόρων σε Μονάδες ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης (οικοτροφεία, ξενώνες).


    Ολόκληρο το κείμενο της έκθεσης της Ειδικής Επιτροπής μπορείτε να διαβάσετεεδώ:



    Γνωμοδοτήσεις της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές σχετικά με τα νομικά δικαιώματα των ατόμων με ψυχικές παθήσεις.

    $
    0
    0


    Η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές γνωστοποίησε στις 12 Φεβρουαρίου 2013 δυο γνωμοδοτήσεις. Η πρώτη έχει θέμα την "Κράτηση από τους δικαστικούς συμπαραστάτες της σύνταξης των ενοίκων που διαβιούν σε στεγαστικές δομές του Ν. 2716/1999 και κατοχή Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας από τους ενοίκους αυτούς", ενώ η δεύτερη  παρέχει "Διευκρινήσεις σχετικά με νομικά δικαιώματα των ατόμων με ψυχικές διαταραχές".

    Οι γνωμοδοτήσεις, πέρα από την ελλιπή νομική τους βάση, κινούνται προς την κατεύθυνση του συμφέροντος του πάσχοντος προσώπου και της προστασίας της προσωπικότητάς του.

    Τα κείμενα των γνωμοδοτήσεων είναι τα ακόλουθα:


    1.  «Διευκρινήσεις σχετικά με νομικά δικαιώματα των ατόμων με ψυχικές παθήσεις»
     Με αφορμή τα ερωτήματα που απηύθυνε στεγαστική δομή του Γ.Ν. Τρικάλων προς την Ειδική Επιτροπή, αυτή επισημαίνει τα εξής:
    1. Συνιστά δικαίωμα κάθε ατόμου η κατάθεση ή ανάληψη χρημάτων από τον προσωπικό του λογαριασμό. Από αυτό τον κανόνα δεν εξαιρείται το άτομο που πάσχει από ψυχική διαταραχή, το οποίο μάλιστα δεν θα πρέπει να εμποδίζεται λόγω της ασθένειάς του, αλλά αντίθετα να διευκολύνεται (Ν. 2716/1999 & Σύμβαση του ΟΗΕ για τα άτομα με αναπηρία 2006, η οποία κυρώθηκε στην Ελλάδα με τον Ν. 4074/2012).
    2. Οι ένοικοι των στεγαστικών δομών διαθέτoυν την ικανότητα για δικαιοπραξία, εφόσον δεν έχουν τεθεί σύμφωνα με όσα ορίζει η νομοθεσία σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης (1666 επομ. ΑΚ) και συνεπώς μπορούν ελεύθερα να κάνουν καταθέσεις ή αναλήψεις από το λογαριασμό τους. Τα χρήματα είναι δικά τους και μπορούν να τα διαθέτουν για τις προσωπικές τους ανάγκες στη Μονάδα Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης που διαβιούν. Μάλιστα αποτελεί αρχή της ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και της θεραπείας τους η βελτίωση δεξιοτήτων και η ενασχόληση με τις προσωπικές τους υποθέσεις.
    3. Αν πράγματι κάποιος ένοικος αδυνατεί να φροντίζει την περιουσία του και πρέπει να τεθεί σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, ο νόμος προσδιορίζει περιοριστικά τα πρόσωπα που δικαιούνται να υποβάλουν αίτηση. Συνεπώς δεν έχει καμία αρμοδιότητα ο Προϊστάμενος οιασδήποτε τράπεζας να αρνείται τη χρήση του προσωπικού λογαριασμού ενοίκου σε Μονάδα Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης (εδώ το σχετικόέγγραφο).

    2.  «Κράτηση από τους δικαστικούς συμπαραστάτες της σύνταξης των ενοίκων που διαβιούν σε στεγαστικές δομές του Ν. 2716/1999 και κατοχή του Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας από τους ενοίκους αυτούς»

    Με αφορμή τα ερωτήματα που έθεσε μία από τις ΑΜΚΕ προς την  Ειδική Επιτροπή αυτή επισημαίνει τα εξής:

    α) Καταρχήν οι κοινωνικοί λειτουργοί των Οικοτροφείων πρέπει να ελέγξουν αν οι ένοικοι έχουν τεθεί με δικαστική απόφαση σε πλήρη δικαστική συμπαράσταση ή τυχόν σε κάποια άλλη ελαστικότερη μορφή δικαστικής συμπαράστασης. Επίσης να δουν ποιοι από τους ενοίκους που βρίσκονται σε δικαστική συμπαράσταση λαμβάνουν συντάξεις ή επιδόματα και αν γίνεται ειδική αναφορά στη δικαστική απόφαση για αυτές τις παροχές. Ακόμη να ελέγξουν στη δικαστική απόφαση αν υπάρχει ειδική αναφορά  για την επιμέλεια του προσώπου των ενοίκων. Από αυτόν τον έλεγχο θα διευκρινιστεί ποιος νομιμοποιείται να διαχειρίζεται τη σύνταξη, το επίδομα ή ακόμη και άλλα περιουσιακά στοιχεία κάθε συμπαραστατούμενου ενοίκου. Σε περίπτωση πάντως που ένοικοι έχουν τεθεί σε πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση, ο συμπαραστάτης έχει καθήκον να διαχειρίζεται την περιουσία του ενοίκου προς το συμφέρον του τελευταίου, αλλά και να διαθέτει χρήματα από την περιουσία του συμπαραστατούμενου ενοίκου για την κάλυψη των προσωπικών του αναγκών.
    Στη συνέχεια αν τα όργανα της κοινωνικής υπηρεσίας ή οι προϊστάμενοι των Οικοτροφείων θεωρούν ότι ο δικαστικός συμπαραστάτης δεν εκπληρώνει τα καθήκοντά του, αδιαφορεί για τον ένοικο και δεν διαθέτει χρήματα από τις συντάξεις ή επιδόματα ή άλλα εισοδήματα από την περιουσία του συμπαραστατούμενου για τις προσωπικές του ανάγκες ή ότι ο ένοικος δεν έχει ανάγκη δικαστικής συμπαράστασης ή άλλο, γνωστοποιούν στο αρμόδιο δικαστήριο και ζητούν κατά περίπτωση να τροποποιήσει τη δικαστική απόφαση είτε  ως προς την παύση και αντικατάσταση του δικαστικού συμπαραστάτη, είτε ως προς τις αρμοδιότητές του ή τέλος ως προς την άρση της δικαστικής συμπαράστασης.

    β) Το Δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητας αποτελεί επίσημο έγγραφο του Ελληνικού Κράτους που εκδίδεται με ορισμένη διαδικασία από την Ελληνική Αστυνομία. Είναι δικαίωμα αλλά και υποχρέωση κάθε έλληνα πολίτη, ηλικίας 12 ετών και άνω. Όλοι οι πολίτες είναι υποχρεωμένοι να το φέρουν μαζί τους και να το επιδεικνύουν σε περίπτωση που τους ζητηθεί από τις Αρχές, διαφορετικά μπορεί να οδηγηθούν για εξακρίβωση στοιχείων. Το Δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητας αποδεικνύει την ταυτοποίηση του προσώπου. Η νομοθεσία ορθώς αναφέρεται στην υποχρέωση όλων των ελλήνων πολιτών να φέρουν οι ίδιοι το Δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητας και δεν προβλέπει εξαιρέσεις για τα άτομα με ψυχικές διαταραχές που διαβιούν σε οικοτροφεία και ξενώνες του Ν. 2716/1999. Στην περίπτωση απώλειας ή κλοπής ή ακόμη κατακράτησης εγγράφου οι ένοικοι υποχρεούνται να το δηλώνουν στην αρμόδια Αστυνομική αρχή για περαιτέρω ενέργειες και όταν απαιτείται ξεκινά παράλληλα η διαδικασία έκδοσης νέου Δελτίου Ταυτότητας και ακύρωσης του παλαιού.

    Κατά συνέπεια, οι ένοικοι σε οικοτροφεία και ξενώνες του ν. 2716/1999 έχουν δικαίωμα και υποχρέωση ως έλληνες πολίτες να φέρουν οι ίδιοι το Δελτίο  Αστυνομικής τους Ταυτότητας και κανείς άλλος τρίτος, ακόμη και αν πρόκειται για το δικαστικό συμπαραστάτη στην περίπτωση πλήρους στερητικής δικαστικής συμπαράστασης. Καλώς εν προκειμένω δεν παραδίδεται από τα στελέχη των Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης στο δικαστικό συμπαραστάτη. Άλλωστε ο δικαστικός συμπαραστάτης έχει για την εκπλήρωση των καθηκόντων του τη δική του ταυτότητα και τη δικαστική απόφαση της δικαστικής συμπαράστασης που τον νομιμοποιεί και υποδεικνύει ποιες πράξεις μπορεί να εκτελεί για να διαχειρίζεται την περιουσία του συμπαραστατούμενου ενοίκου (εδώ το σχετικόέγγραφο).

    Η ανάθεση της δικαστικής συμπαράστασης στις κοινωνικές υπηρεσίες των ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ

    $
    0
    0
    Σχετικά με την από 28.01.2013 ανάρτηση του κυρίου Χ. Βαρουχάκη στο blog psi-action υπό τον τίτλο “Σχόλιο σχετικά με τη δικαστική συμπαράσταση στις στεγαστικές δομές” και ειδικότερα για τα όσα αναφέρονται για τις κοινωνικές υπηρεσίες, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό (ΝΠΙΔ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα), δηλαδή, πως: «… όχι μόνο δεν θεωρούνται «αρμόδιες», αλλά και ρητά απαγορεύεται να αναλάβουν τη δικαστική συμπαράσταση κάποιου...», πρέπει να επισημανθούν τα ακόλουθα:

    Ο νομοθέτης προέβλεψε στο άρθρο 54 παρ. 1 του ν. 2447/1996 ότι για όσο χρονικό διάστημα και σε όσες κοινωνικές υπηρεσίες δεν έχουν συγκροτηθεί ακόμα ειδικά τμήματα, οι σχετικές αρμοδιότητες ασκούνται από ειδικούς επιστήμονες των τμημάτων ανηλίκων αυτών των υπηρεσιών και, ωσότου συγκροτηθούν και αρχίσουν να λειτουργούν και αυτά τα τμήματα, από ειδικούς επιστήμονες των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας και της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, καθώς και των κοινωνικών οργανώσεων που εποπτεύονται από αυτές.

    Επίσης, στην παράγραφο ε’ του άρθρου 1 του Π.Δ. 250/1999 (ΦΕΚ 206 Α’/7.10.1999) με τίτλο "Τρόπος άσκησης από τους ειδικούς επιστήμονες του άρθρου 54 του Ν. 2447/1996 των αρμοδιοτήτων κοινωνικής υπηρεσίας που τους ανατίθενται στο πλαίσιο της λειτουργίας της δικαστικής συμπαράστασης", προέβλεψε πως: «Οι αρμοδιότητες κοινωνικής υπηρεσίας που προβλέπονται από τις ουσιαστικές και δικονομικές διατάξεις του Σχεδίου Νόμου, που κυρώθηκε με το Ν. 2447/1996 (ΦΕΚ 276 Α’), οι οποίες αναφέρονται στη λειτουργία του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης, ασκούνται από τους ειδικούς επιστήμονες… ε) των λοιπών μονάδων ψυχικής υγείας που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 93 του Ν. 2071/1992, εξαιρουμένων των ιδιωτικών ψυχιατρικών κλινικών».

    Μεταξύ των παραπάνω μονάδων ψυχικής υγείας κατά την έννοια του Ν. 2716/1999 άρθρα 4 παρ. 1 και 9 παρ. 1 είναι και τα Οικοτροφεία.

    Άλλωστε σύμφωνα με το άρθρο 19 της Υπ. Απ. Α3α/οικ.876 (ΦΕΚ 661 Β’/23-5-2000) με τίτλο «Καθορισμός του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας των Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης (Οικοτροφεία, Ξενώνες) και των Προγραμμάτων Προστατευόμενων Διαμερισμάτων του άρθρου 9 του Ν. 2716/1999» «Οι αποκαταστατικοί στόχοι λειτουργίας των ξενώνων, των οικοτροφείων και των προστατευόμενων διαμερισμάτων υλοποιούνται με .... δ. Δράσεις που βοηθούν το άτομο στη διεκδίκηση και άσκηση των νομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων του».

    Τέλος, έργα εποπτικού συμβουλίου στις ανωτέρω περιπτώσεις ασκεί ο ειρηνοδίκης, κατ'ανάλογη εφαρμογή της ΑΚ 1635 (βλ. Γεωργιάδης - Σταθόπουλος Οικογενειακό Δίκαιο Τόμος III, 2η έκδοση, σελ. 726 επ.).

    Από τις προαναφερόμενες διατάξεις προκύπτει, πως ο νομοθέτης προέβλεψε τη δυνατότητα ανάθεσης της δικαστικής συμπαράστασης στις κοινωνικές υπηρεσίες των φορέων ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ.

    Σχετικά κείμενα όπως "Η δικαστική συμπαράσταση και οι κοινωνικές υπηρεσίες των ΝΠΙΔ"και η "Ανάθεση της δικαστικής συμπαράστασης του ψυχικά πάσχοντος προσώπου στο ΝΠΙΔ που το φιλοξενεί"καθώς και νομολογία έχουν αναρτηθεί στο blog Δικαιώματα ψυχικά πασχόντων.

    Γιάννης Αλεξάκης
    Δικηγόρος

    ΠΡΟΣ ΟΠΟΙΟΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΤΑΙ

    $
    0
    0

    Η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα, μετά από μια πορεία 30 ετών, βρίσκεται για ακόμα μια φορά σε ένα κρίσιμο σημείο και απειλείται τόσο η συνέχισή της όσο και η λειτουργία των δομών που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκειά της.

    Δυστυχώς, παρά το σημαντικό έργο που έχει αναδειχθεί, ποτέ δεν αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά τα εμπόδια και οι δυσλειτουργίες του συστήματος, τα οποία οδήγησαν σε πισωγυρίσματα ή, ακόμα, στην αμφισβήτηση και την ακύρωση στην πράξη των προσπαθειών για μετάβαση από την ιδρυματική περίθαλψη στην κοινοτική φροντίδα.

    Επιπλέον, η ασταθής, αποσπασματική και ευκαιριακή πολιτική για την ψυχική υγεία που εφαρμόζεται, έχει ως αποτέλεσμα να παρουσιάζονται σοβαρά προβλήματα στην οργάνωση και το σχεδιασμό των παρεχομένων υπηρεσιών, με συνέπεια όλοι οι εμπλεκόμενοι (ειδικοί, πάσχοντες, οικογένειες) να βρίσκονται “χαμένοι” μέσα σε ένα κατακερματισμένο σύστημα ψυχικής υγείας.

    Η ιδιαιτερότητα που υπήρχε στην Ελλάδα είναι ότι ένα σημαντικό μέρος (περίπου το 35%) της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης υλοποιήθηκε από μη-κερδοσκοπικούς φορείς (ΝΠΙΔ), στους οποίους το Υπουργείο Υγείας ανέθεσε το έργο της αποασυλοποίησης των ασθενών από τα μεγάλα ψυχιατρεία, καθώς και την δημιουργία Κινητών Μονάδων και Κέντρων Ημέρας. Οι φορείς αυτοί καλύπτουν τις ανάγκες περίπου 30.000 ασθενών. Ένα αντίστοιχα σημαντικό μέρος έχουν αναλάβει οι κρατικοί φορείς του δημοσίου με ανάλογη δράση.

    Παρά τα παραπάνω προβλήματα, αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 2700 άνθρωποι που ζουν και εξυπηρετούνται σε 450 περίπου στεγαστικές δομές, οι οποίες παρέχουν υπηρεσίες και στις οικογένειές τους και στις κοινότητες όπου εδρεύουν.

    Υπάρχουν 24 Κινητές Μονάδες Ψυχικής Υγείας που καλύπτουν δυσπρόσιτες περιοχές και πληθυσμό (παιδιά, εφήβους και ενήλικες) που ειδάλλως δεν θα είχε καμία πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Υπάρχουν 41 (?) Κέντρα Ψυχικής Υγείας, 69 (?) Κέντρα Ημέρας που αντιστοίχως καλύπτουν τις ανάγκες για υπηρεσίες ψυχικής υγείας των τοπικών κοινωνιών όπου εδρεύουν. Να σημειώσουμε ότι οι γεωγραφικές ιδιαιτερότητες της Ελλάδας (πολλά νησιά και απομονωμένα χωριά) κάνουν ακόμα πιο δύσκολη την πρόσβαση των ανθρώπων σε υπηρεσίες υγείας, ιδιαίτερα όταν αυτές δεν είναι τομεοποιημένες.

    Στην πραγματικότητα όμως, πολλές από αυτές τις μονάδες, λόγω σοβαρής υπο-χρηματοδότησης, καθυστέρησης χρηματοδοτήσεων, υπο-στελέχωσης, κακού σχεδιασμού και απουσίας εφαρμογής της βασικής αρχής της τομεοποίησης, υπολειτουργούν ή και δεν λειτουργούν καθόλου, με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι και ίσως ολόκληρες γεωγραφικές περιοχές να μην καλύπτονται καθόλου.

    Η τωρινή κατάσταση επιβάλει άμεσα να συζητηθούν οι αδυναμίες και να δράσουμε προς ένα κοινό στόχο: το αμετάκλητο της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης προς όφελος των ασθενών, των οικογενειών τους και των κοινοτήτων που καλύπτουμε.

    Για όσους από εσάς δεν το γνωρίζετε, αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα η ψυχική υγεία βάλλεται και απειλείται και ως λειτουργία και ως σύστημα πρωτίστως από την έλλειψη πολιτικής βούλησης και δευτερευόντως από τις διαφωνίες και την έλλειψη συνεργασίας μεταξύ φορέων ή ατόμων που εκπροσωπούν τον κρατικό ή τον μη-κερδοσκοπικό τομέα. ΑΥΤΟ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ!

    Περιληπτικά να σας αναφέρουμε ότι, στην Ελλάδα του 2013:

    • Προσβάλλεται το αναφαίρετο δικαίωμα όλων των ηλικιακών ομάδων (παιδιά ενήλικες, τρίτη ηλικία) να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας ενός επαρκούς επιπέδου.

    Τα δικαιώματα των ψυχικά πασχόντωνκαι των οικογενειών τους καταπατούνται συλλήβδην σε τουλάχιστον δύο επίπεδα: αφενός γιατί οι άνθρωποι στις περιοχές που ζουν έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας που τους στερούνται (είτε δεν υπάρχουν υπηρεσίες, είτε δεν αρκούν, είτε δεν λειτουργούν) και αφετέρου γιατί υπάρχουν σοβαρά ελλείμματα στη λειτουργία και στο συντονισμό των υπηρεσιών (πχ αύξηση ακούσιων νοσηλειών και μη τήρηση του σχετικού νόμου. Επισήμως έχουν καταγραφεί περιστατικά που ασθενείς που έχουν καεί υπό καθήλωση, ασθενείς εξαθλιωμένοι και σε άμεσο κίνδυνο).

    • Σε αυτές τις συνθήκες αποστέρησης, ανασφάλειας και βίαιων αλλαγών, με την κατάρρευση του κοινωνικού ιστού και του κράτους πρόνοιας, οι ευπαθείς ομάδες είναι σε ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι εξαιτίας της πολιτικής που ασκείται, οι ψυχικά πάσχοντες και οι οικογένειές τους στερούνται βασικών επιδομάτων απαραίτητων για την επιβίωσή τους και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Επίσης υπάρχει τεράστια έλλειψη ψυχιατρικών φαρμάκων που τους υποχρεώνει είτε να επωμίζονται το κόστος ακριβότερων φαρμάκων είτε να αλλάζουν τις φαρμακευτικές αγωγές τους με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

    Τα «δύσκολα περιστατικά» (πχ βαριά νοητική υστέρηση, ψυχογηριατρικά) παραμένουν χρόνια ή δεκαετίες στα ψυχιατρεία, γιατί λόγω των προαναφερόμενων προβλημάτων οι φορείς αδυνατούν να απορροφήσουν αυτά τα απαιτητικά περιστατικά.

    • Οποιοσδήποτε ασθενής χρειαστεί να κάνει χρήση στεγαστικής δομής στην κοινότητα υποχρεούται βάση υπουργικής απόφασης να έχει νοσηλευτεί ένα χρόνο σε ψυχιατρείο ή ψυχιατρική κλινική. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι ασθενείς χωρίς νοσηλείες αποκλείονται από τις υπηρεσίες και ασθενείς με νοσηλείες υποχρεούνται να νοσηλευτούν ξανά για να καλύψουν αυτή την προϋπόθεση.

    • Δεν υπάρχει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο κοινοτικής φροντίδας για το follow-up των ασθενών στην κοινότητα που ζουν και εργάζονται.

    Ασθενείς που είναι στην πιο αδύναμη θέση από όλους (ασφαλισμένοι στην Πρόνοια, άνεργοι, ανάπηροι, άποροι) αποκλείονται από τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας λόγω ακριβώς αυτής της συνθήκης της περιορισμένης ασφαλιστικής τους κάλυψης. Επίσης υποχρεώνονται να συμμετέχουν με το πενιχρό εισόδημά τους στο κόστος διαμονής τους στις στεγαστικές δομές, σύμφωνα με τις πρόσφατες νομοθετικές διατάξεις που ακυρώνουν το δημόσιο χαρακτήρα των υπηρεσιών αυτών, και μάλιστα τη στιγμή που το επίδομα της Πρόνοιας έχει διακοπεί από χιλιάδες άτομα για χρονικά διαστήματα που ξεπερνούν το ένα έτος !

    • Οι περίπου 3.000 εργαζόμενοι στα ΝΠΙΔ (που υλοποιούν ένα μέρος των δωρεάν παρεχόμενων υπηρεσιών ψυχικής υγείας του Δημόσιου Εθνικού Συστήματος Υγείας) παραμένουν απλήρωτοι έως και 10 μήνες εξαιτίας έλλειψης πολιτικής βούλησης να διατηρήσει τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας (ενώ το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχουν επανειλημμένα προσφερθεί και διασώσει το όλο εγχείρημα…). Αντιστοίχως συνάδερφοι εργαζόμενοι στα ΝΠΔΔ βιώνουν δραματικές περικοπές και απειλούνται με συγχωνεύσεις και καταργήσεις υπηρεσιών. Και οι μεν και οι δε εργαζόμενοι απαξιωμένοι και οικονομικά εξαθλιωμένοι και οι ίδιοι καλούνται να καλύψουν τις τεράστιες ανάγκες των ακόμα πιο εξαθλιωμένων ασθενών. Εδώ πρέπει να υπογραμμίσουμε το ειδικό βάρος που καλούνται να σηκώσουν οι θεραπευτές που εργάζονται με βαριά ψυχικά πάσχοντες, οι οποίοι καλούνται να αντέξουν τεράστια άγχη και ανάγκες των ασθενών τους. Όλα αυτά σε μια πραγματικότητα που υπάρχει παντελής έλλειψη στηρίγματος από το «κοινωνικό κράτος» και ο καθένας παλεύει μόνος του για τη δική του επιβίωση. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει ότι και ασθενείς και ειδικοί βρίσκονται σε κίνδυνο.

    ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΗΝ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΡΑΚΑΤΩ:

    • Διασφάλιση της συνέχειας και επικύρωσης του αμετάκλητου της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης.

    Επαρκή χρηματοδότηση ενός ολοκληρωμένου Δημόσιου Συστήματος Ψυχικής Υγείας που να καλύπτει αξιοπρεπώς τις ανάγκες του πληθυσμού σε πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες υπηρεσίες ψυχικής υγείας.
     
    Ολοκληρωτική αναδιοργάνωση και σύμπραξητων υπηρεσιών ψυχικής υγείας κρατικού και μη-κερδοσκοπικού τομέαμε έμφαση στην κοινότητα και σταδιακός μετασχηματισμός των Ψυχιατρείων.

    Πλήρης Τομεοποίηση στην πράξη. Η τομεοποίηση είναι προϋπόθεση της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης, θα εξασφαλίσει την κάλυψη των αναγκών ψυχικής υγείας των πολιτών ανά τομέα. Θα πρέπει να ιδρυθούν οι απαραίτητες εξωνοσοκομειακές, ψυχιατρικές μονάδες και να τηρηθούν οι υπάρχουσες, με βάση την αξιολόγηση τους.

    Για περισσότερες πληροφορίες και δεδομένα παρακαλούμε επικοινωνήστε:
    Email: synskepsi@gmail.com (http://syn-skepsi.blogspot.gr/)
    https://www.facebook.com/groups/psiaction/
    http://psi-action.blogspot.gr/

    ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΤΕ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΤΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΤΟΣΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΘΕΜΑ, ΚΑΘΩΣ ΤΑ ΜΜΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΧΟΥΝ «ΕΠΙΛΕΞΕΙ» ΤΗΝ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΣΙΩΠΗΣΗ ΤΟΥ

    30 χρόνια Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης | Oι μύθοι και η τραγική πραγματικότητα

    $
    0
    0


    Ουσιαστικός διάλογος και πρωτοβουλίες, ως αποτέλεσμα Ημερίδας για την ψυχική υγεία που συνδιοργάνωσαν ο Νίκος Χρυσόγελος και το Φόρουμ για την Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση

    Ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πρασίνων / Ομάδα των Πράσινων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,Νίκος Χρυσόγελος, και το«FORUM για την Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση» συνδιοργάνωσαν, το Σάββατο,21 Σεπτεμβρίου 2013στην Αθήνα, την ημερίδα με θέμα: «Η επιτακτική ανάγκη για ένα βιώσιμο και ολοκληρωμένο σύστημα ψυχικής υγείας στην Ελλάδα: Δημιουργία, εφαρμογή, παρακολούθηση και αξιολόγηση. Είναι η τελευταία μας ευκαιρία;».  Στην ημερίδα συμμετείχαν σύλλογοι οικογενειών και αδελφών χρηστών, ευρωπαίοι και Έλληνες ειδικοί κι εμπειρογνώμονες, ευρωπαϊκές οργανώσεις καθώς και κοινωνικοί φορείς. Οι συμμετέχοντες αποφάσισαν μεταξύ άλλων να επαναλαμβάνουν ανά εξάμηνο την συνάντηση αυτή ώστε να αξιολογούν τις εξελίξεις, να ανταλλάσουν εμπειρίες και καλές πρακτικές  αλλά και να συντονίζουν κοινές παρεμβάσεις σε πολλά επίπεδα.

    Έναρξη Ημερίδας:

    Ανοίγοντας τη ημερίδα, ο Νίκος Χρυσόγελοςυπογράμμισε την πολυδιάστατη σημασία της ψυχικής υγείας, που δεν άπτεται μόνο της ιατρικής επιστήμης, αλλά είναι πρωτίστως ανθρωπιστικό, κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα. Αναφέρθηκε στους στόχους της ημερίδας που ήταν η ανταλλαγή προτάσεων και καλών πρακτικών που θα οδηγήσουν σε συντονισμό ενεργειών για ένα βιώσιμο και σταθερό μοντέλο υπηρεσιών ψυχικής υγείας στην Ελλάδα. Αναφερόμενος στο πώς η κρίση επηρεάζει τον τομέα της ψυχικής υγείας, επεσήμανε ότι η δημοσιονομική πολιτική που περικόπτει κοινωνικές παροχές είναι αποτυχημένη και αντιπρότεινε την αναδιάρθρωση δομών και πολιτικών με στόχο την αύξηση της αποδοτικότητάς τους. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην ανοχή στην ετερότητα και την κοινωνική ένταξη των ληπτών, καταδεικνύοντας την έλλειψη περιεκτικής αντίληψης της ελληνικής κοινωνίας αναφορικά με την εξέλιξή της.
    Δείτε τον χαιρετισμό του Νίκου Χρυσόγελου εδώ

    Στην έναρξη της ημερίδας, χαιρετισμό απηύθυνε, επίσης, η Α. Φραγκούλη, Πρόεδρος των Ευρωπαϊκών Κοινωνικών Επιχειρήσεων (CEFEC), και ο Μ. Σταυρογιαννόπουλος, μέλος του Φόρουμ, ενώ στη συνέχεια ειδικοί στο χώρο της ψυχικής υγείας και εμπειρογνώμονες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, μέσα από πολύ ενδιαφέρουσες εισηγήσεις, μοιράστηκαν τη γνώση και τις εμπειρίες τους και συζήτησαν με τους συμμετέχοντες.
    Δείτε τους χαιρετισμούς της Α. Φραγκούλη εδώκαι του Μ. Σταυρογιαννόπουλου εδώ

    Ενότητα Α’: Συνοπτική αποτύπωση του συστήματος ψυχικής υγείας στην Ελλάδα και εκτίμηση της προόδου που έχει μέχρι στιγμής σημειωθεί. Το ισχύον μοντέλο ανταποκρίνεται στα δικαιώματα και τις ανάγκες των ληπτών και των οικογενειών τους;

    Οι ομιλητές της πρώτης ενότητας επεχείρησαν την αποτύπωση του συστήματος ψυχικής υγείας στην Ελλάδα, υπογραμμίζοντας ότι αυτό δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τα δικαιώματα των ληπτών και των οικογενειών τους. Η Α. Αγγελήκαι ο Α. Αλεξανδρόπουλος, Πρόεδρος και Γραμματέας του Συλλόγου Αδελφών Ατόμων με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας (ΚΙΝΑΨΥ), η Μ. Κανελλή, μέλος του Πανελληνίου Συλλόγου Οικογενειών για την Ψυχική Υγεία (ΣΟΨΥ), και ο Α. Τσαμίτας, Γραμματέας του Συλλόγου «Αυτοεκπροσώπηση», αφού παρουσίασαν αντίστοιχα τον ρόλο και το έργο των Συλλόγων, αναφέρθηκαν στις ελλείψεις των δομών, την υποχρηματοδότηση, το κλείσιμο των νοσοκομείων και των δομών ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, τον αποκλεισμό των ληπτών, την παρακράτηση συντάξεων και επιδομάτων, τις εγγενείς αδυναμίες του συστήματος κατά την πιστοποίηση της αναπηρίας, καθώς και την όξυνση των δυσκολιών για τους λήπτες και τις οικογένειές τους στις απομακρυσμένες περιοχές.

    Ο Ε. Φυτράκης, δικηγόρος και ειδικός επιστήμονας στο Συνήγορο του Πολίτη, ανέδειξε το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε σχέση με την ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη σύγχρονη Ελλάδα. Αφού αναφέρθηκε στις νομικές δεσμεύσεις της χώρας σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο σε σχέση με το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υπογράμμισε ότι η ψυχιατρική μεταρρύθμιση, η οποία βασίζεται στον ανθρωπισμό, καθορίζει την ποιότητα της δημοκρατίας και τη μορφή του κράτους δικαίου. Το ζητούμενο είναι, όπως ανέφερε, η ψυχιατρική μεταρρύθμιση να προβάλλεται ως υπόθεση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και όχι μόνο ως θέμα υγείας.

    Η Ν. Γαρώνη, μέλος του Φόρουμ, προέβη στον απολογισμό της λειτουργίας των κινητών μονάδων ψυχικής υγείας ως ένα μοντέλο παροχής υπηρεσιών που μπορεί να καλύψει δυσπρόσιτες, νησιωτικές και απομακρυσμένες περιοχές και κατά συνέπεια να προσφέρει ουσιαστικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας σε κοινωνίες που μέχρι τώρα δεν τις είχαν.

    Την πρώτη ενότητα ολοκλήρωσαν με τοποθετήσεις τους η Μ. Σούμπαση, εκπρόσωπος της Θεματικής Ομάδας Υγείας των Οικολόγων Πράσινων, και ο Φ. Μπίμπασης, συντονιστής της Θεματικής Ομάδας ΑΜΕΑ των Οικολόγων Πράσινων, οι οποίοι αφού ανέλυσαν την παθογένεια του συστήματος, τόνισαν τη σημασία της ολοκλήρωσης της αποασυλοποίησης, του σχεδιασμού δομών εναλλακτικών προς τον εγκλεισμό, με σεβασμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του πάσχοντος, και της ενσωμάτωσης των ειδικών ομάδων πληθυσμού στην κοινωνία. Αναφέρθηκαν στον αποκλεισμό των συγκεκριμένων ατόμων ως έλλειψη γενικότερης ανοχής στη διαφορετικότητα, συνδέοντάς τον με την αύξηση των φασιστικών φαινομένων στην ελληνική κοινωνία.

    Συντονιστές της πρώτης συνεδρίας ήταν οι Χ. Παπαδάκης, ΣΟΨΥ, και Α. Κατσαμάγκος, μέλος τους Φόρουμ .

    Ενότητα Β’: Πολιτικές, Σχέδια Δράσης, Προγράμματα και Καινοτομίες στον τομέα της ψυχικής υγείας: Προτάσεις για ένα “βέλτιστο μείγμα” υπηρεσιών στον τομέα της ψυχικής υγείας στη βάση της τεκμηριωμένης ψυχιατρικής, των αναγκών των ληπτών σε τοπικό επίπεδο και της συμμετοχής των ίδιων, των οικογενειών τους και της κοινωνίας. Πως μπορούμε να διασφαλίσουμε την απρόσκοπτη υλοποίηση ανεξαρτήτως μεταβολών της πολιτικής βούλησης;

    Η δεύτερη θεματική επικεντρώθηκε στην ανταλλαγή καλών πρακτικών στον τομέα της παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας στη βάση τεκμηριωμένων ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων και προσαρμογής στις ανάγκες των ληπτών και των οικογενειών τους. Το ζητούμενο της ενότητας αυτής ήταν να δοθεί απάντηση στο ερώτημα: «Πως μπορούμε να διασφαλίσουμε τη συνέχεια στην εφαρμογή ανεξάρτητα από τις μεταβολές της πολιτικής βούλησης;». Οι Β. Jacob, υπεύθυνος διαχείρισης έργου και συντονιστής της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης, P. Delespaul, Καθηγητής για τις Καινοτομίες στη Ψυχική Υγεία στην Ολλανδία, Μ. Morris, διευθυντής του Κέντρου Ψυχικής Υγείας του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ, Α. Barbato,ειδικός επιστήμονας στη Μονάδα Επιδημιολογίας και Κοινωνικής Ψυχιατρικής του Ινστιτούτου MarioNegri, και J. Pfeiffer, μέλος της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τη Μετάβαση από την Ιδρυματική στην Κοινοτική Βάση Φροντίδας και σύμβουλος σε  θέματα πολιτικής στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ψυχική Υγεία, παρουσίασαν πολιτικές, εθνικές στρατηγικές, καινοτόμα σχέδια δράσης από το Βέλγιο, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ολλανδία και την Ιταλία. Κοινός τόπος όλων των ομιλητών ήταν η ανάγκη διασύνδεσης των υπηρεσιών ψυχικής υγείας με την πρωτοβάθμια φροντίδα, η  σπουδαιότητα της κοινωνικής ένταξης, ουσιαστικής ενδυνάμωσης και ανάληψης ενεργού ρόλου από τους λήπτες, η σημασία των συνεργασιών και η θεώρηση της κρίσης ως ευκαιρίας για την ολοκλήρωση του συστήματος μέσω της αποτελεσματικότερης αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων.

    Συντονιστές της δεύτερης συνεδρίας ήταν οι Β. Φωτόπουλος, Διευθυντής ΨΝΑ Δρομοκαΐτειο, και Π. Φίτσιου, μέλος του Φόρουμ.

    Ενότητα Γ’: Tα οικονομικά της ψυχικής υγείας: χρηματοδότηση, κοστολόγηση και χρηστή διαχείριση των πόρων. Προς ένα βιώσιμο σύστημα ψυχικής υγείας στη χώρα: διαδικασία παρακολούθησης και αξιολόγησης.

    Οι F. Amaddeo, Αναπληρωτής Καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Βερόνας, Β. Grove, ειδικός σύμβουλος στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ψυχική Υγεία, C. Magro, Αντιπρόεδρος της EUFAMI, C. Huitink, μέλος του ΔΣ της Παγκόσμιας Πρωτοβουλίας για την Ψυχιατρική, και M. Carpay, μέλος του ΔΣ του Ιδρύματος Ασκληπιού, ανέλυσαν την ορθή διαχείριση των πόρων και τη συμβολή της παρακολούθησης και αξιολόγησης προς ένα βιώσιμο και ολοκληρωμένο σύστημα ψυχικής υγείας. Μίλησαν για την ανάγκη να ενισχυθούν οι σύλλογοι των ληπτών και να αποκτήσουν θέση συνομιλητή στις εξελίξεις, καθώς όπως τόνισε ο Huitinkόλα πρέπει να γίνονται για τους λήπτες με τους λήπτες και όχι χωρίς τη συμμετοχή τους στις αποφάσεις. Άλλος ένας τομέας που, όπως όλοι οι ομιλητές τόνισαν, έχει μείνει πίσω και με ευθύνη των ίδιων αλλά με μεγαλύτερη ευθύνη των επαγγελματιών ψυχικής υγείας και της πολιτικής ηγεσίας, που για τόσα χρόνια λειτουργούσαν εκ μέρους των ληπτών, κρατώντας τους λήπτες δέσμιους των δικών τους προτεραιοτήτων και φιλοδοξιών.

    Συντονιστές της τρίτης συνεδρίας ήταν η Μ. Λαζαρίδου, μέλος του Φόρουμκαι ο Ν. Χρυσόγελος.



    Συμπεράσματα της Ημερίδας:

    Τα συμπεράσματα που προέκυψαν από τις εισηγήσεις, αλλά και τη συζήτηση που ακολούθησε με το κοινό, θα μπορούσαν να συνοψιστούν ακολούθως:

    1.       Η ψυχική υγεία δεν είναι αμιγώς ιατρικό θέμα, αλλά και κοινωνικό, ανθρωπιστικό και πολιτικό και υπό αυτή την έννοια μας αφορά όλους,
    2.       Κατά τη διαμόρφωση και παροχή των υπηρεσιών ψυχικής υγείας θα πρέπει να προτάσσεται και να διασφαλίζεται ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με προεξάρχον το δικαίωμα στη ζωή,
    3.       Πέρα από την ανάγκη βελτίωσης του νομοθετικού πλαισίου, χρειάζεται μία “από κάτω προς τα πάνω” προσέγγιση για την ολοκλήρωση του συστήματος ψυχικής υγείας,
    4.       Παρά τις εγγενείς αδυναμίες του συστήματος που επιδεινώνονται λόγω της κρίσης, μπορεί να προωθηθεί η ψυχιατρική μεταρρύθμιση μέσω της αύξησης της αποδοτικότητας των διαθέσιμων πόρων,
    5.       Η διαδικασία της κοινωνικής ένταξης των ληπτών είναι εξέχουσας σημασίας,
    6.       Χρειάζεται η οικοδόμηση ευρύτερων εθνικών αλλά και ευρωπαϊκών συμμαχιών,
    7.       Χρειάζεται να θέσουμε ενδιάμεσους στόχους,
    8.       Απαιτούνται στοχευμένες δράσεις,
    9.       Η παρακολούθηση και αξιολόγηση των διαδικασιών είναι ιδιαιτέρως σημαντική για την αποτελεσματικότητα του συστήματος. Παρόλα αυτά, μέχρι και αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει σύστημα αξιολόγησης και παρακολούθησης,
    10.   Απαιτείται η ανάληψη διεθνών δράσεων, με στόχο τη διεθνοποίηση του προβλήματος,
    11.   Διαπιστώθηκε η έλλειψη αντιπροσωπευτικής πολιτικής εκπροσώπησης στην Ημερίδα,
    12.   Η ολοκλήρωση του συστήματος ψυχικής υγείας θα πρέπει να τεθεί υψηλά στην πολιτική ατζέντα,
    13.   Αποσπάστηκε η δέσμευση να δοθεί συνέχεια στην Ημερίδα, αλλά επί συγκεκριμένης βάσης.

    Άλλες παρεμβάσεις στην Ημερίδα:

    Ο Μιχάλης Τρεμόπουλος, Συντονιστής της Εκτελεστικής Γραμματείας των Οικολόγων Πράσινων, χαιρέτισε την πρωτοβουλία και ανέδειξε τη συσχέτιση μεταξύ της έλλειψης ανοχής στην διαφορετικότητα και της αύξησης των φασιστικών φαινομένων στην ελληνική κοινωνία με αποκορύφωμα τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Τόσο οι Νίκος Χρυσόγελος και Μιχάλης Τρεμόπουλος, όσο και οι άλλοι εκπρόσωποι των Οικολόγων Πράσινων που συμμετείχαν στην Ημερίδα, εξέφρασαν την έντονη ανησυχία τους για την αύξηση των ρατσιστικών και φασιστικών φαινομένων που εκδηλώνονται με πολλές και διαφορετικές μορφές.
    Δείτε τον χαιρετισμό του Μιχάλη Τρεμόπουλου εδώ

    Τα συμπεράσματα και όλες οι εισηγήσεις και παρεμβάσεις στην Ημερίδα

    Δείτε τα συμπεράσματα της Ημερίδας: μέρος πρώτο εδώ, μέρος δεύτερο εδώ

    Εισηγήσεις πρώτης ενότητας:
    Α. Αγγελή εδώ
    Α. Αλεξανδρόπουλος εδώ
    Μ. Κανελλή εδώ
    Α. Τσαμίτας εδώ
    Ε. Φυτράκης, πρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ
    Ν. Γαρώνη εδώ
    Μ. Σούμπαση εδώ
    Φ. Μπίμπασης εδώ

    Εισηγήσεις δεύτερης ενότητας:
    Β. Jacobεδώ
    P. Delespaulμέρος πρώτο εδώ, δεύτερο μέρος εδώ
    Μ. Morrisπρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ
    Α. Barbatoμέρος πρώτο εδώ, μέρος δεύτερο εδώ
    J. Pfeifferπρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ

    Εισηγήσεις τρίτης ενότητας:
    F. Amaddeoπρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ
    Β. Groveεδώ
    C. Magroπρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ
    C. Huitinkπρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ

    Μπορείτε, επίσης, να δείτε φωτογραφίες από την Ημερίδα εδώ

    ITHACA - Ευρωπαϊκό Εργαλείο για την παρακολούθηση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της Γενικής Φροντίδας Υγείας σε Δομές Ψυχικής Υγείας

    $
    0
    0

    Το Εργαλείο Αξιολόγησης της Θεραπείας σε Ιδρύματα Ψυχικής Υγείας, των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της Γενικής Φροντίδας ITHACAδημιουργήθηκε πρόσφατα από την κοινοπραξία 15 ευρωπαϊκών χωρών, με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. 

    Το εργαλείο ITHACAπαρέχει ένα σαφή και πρακτικό τρόπο παρακολούθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της γενικής φροντίδας υγείας σε δομές ψυχικής υγείας. Σχεδιάστηκε από χρήστες υπηρεσιών ψυχικής υγείας, ειδικούς στα ανθρώπινα δικαιώματα, ψυχιάτρους, ψυχολόγους και κοινωνικούς επιστήμονες και δοκιμάστηκε σε 87 δομές των 15 συμμετεχόντων χωρών, οι οποίες καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών ψυχική υγείας.
     
    Το Εργαλείο ITHACAμπορεί να εντοπίσει τόσο τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσο και παραδείγματα καλών πρακτικών ως προς την προστασία, το σεβασμό και την εκπλήρωση των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχιατρική αναπηρία. 

    Viewing all 114 articles
    Browse latest View live