Quantcast
Channel: ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΨΥΧΙΚΑ ΠΑΣΧΟΝΤΩΝ
Viewing all 114 articles
Browse latest View live

Δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων με αναπηρία και η υποστήριξή τους στη λήψη αποφάσεων.

$
0
0


(Απόσπασμα από τις εργασίες της ομάδας WG4, με θέμα: "Δικαιοπρακτική ικανότητα και υποστήριξη στη λήψη αποφάσεων" στο συνέδριο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (FRA), που πραγματοποιήθηκε στην Κοπεγχάγη, στις 7 και 8.06.2012).


"Η μητέρα μου είναι δικαστική μου συμπαραστάτρια και δεν μπορώ να της πω 'όχι'. ... Αν με θέλει μπορεί να τηλεφωνήσει στον ξενώνα που φιλοξενούμαι. Και όποτε χρειάζεται, ο ξενώνας καλεί εκείνην. Τα πάντα ελέγχονται από εκείνην. Και δεν μπορώ να αναπνεύσω." (Γυναίκα, 27 ετών),

"Ήρθε κάποια απεσταλμένη από το δικαστήριο ... και όταν την επέλεξα (τη δικαστική συμπαραστάτρια) ... είχε έναν φάκελο μαζί της και σκέφτηκα, ότι όλα θα πάνε καλά." (Γυναίκα, 50 ετών),

        Η δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων με αναπηρία είναι θεμελιώδες δικαίωμα και αποτελεί προϋπόθεση στην άσκηση δικαιωμάτων σε ισότιμη βάση με τους άλλους ανθρώπους. Μόνο αν το άτομο έχει πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα μπορεί να προβαίνει σε νομικά δεσμευτικές αποφάσεις, όπως λ.χ. στην ιδιωτική ζωή, στη συμμετοχή στα κοινά, στην εργασία, στην εκπαίδευση, στη στέγαση κλπ. 
        Η Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (CRPD) βασίζεται στις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της αυτοδιάθεσης, που συνεπάγεται μια αλλαγή παραδείγματος αναφορικά με το σεβασμό στη δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων με αναπηρία. 
        Σύμφωνα με το άρθρο 12 της CRPD, τα συμβαλλόμενα κράτη μέλη θα πρέπει, προκειμένου να προστατεύσουν την αυτοδιάθεση των ατόμων με αναπηρία, να προωθήσουν την αυτοδιάθεση και την υποστήριξη τους στη λήψη αποφάσεων και όχι να την υποκαταστήσουν.

        Οι ακόλουθες ερωτήσεις, που έχουν σημασία για την υλοποίηση του δικαιώματος της δικαιοπρακτικής ικανότητας των ατόμων με αναπηρία και συζητήθηκαν στο συνέδριο στις 8/6, είναι οι ακόλουθες:
  • Ποιός είναι ο σκοπός της δικαστικής συμπαράστασης και ποιοί οι κίνδυνοι που συνδέονται με αυτή;
  • Ποιά η διαφορά ανάμεσα στην υποστήριξη λήψης αποφάσεων με την υποκατάσταση στην απόφασή τους;
  • Πώς μπορούν οι αρχές να προωθήσουν την αυτοδιάθεση των ατόμων με αναπηρία και να περιορίσουν την υποκατάσταση τους στη λήψη αποφάσεων;
  • Ποιές εγγυήσεις πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή, ώστε να διασφαλιστεί ότι τα μέτρα που αφορούν την άσκηση της δικαιοπρακτικής ικανότητας δεν οδηγούν σε κατάχρηση;
  • Αναφέρθηκαν παραδείγματα καλών πρακτικών που εφαρμόζονται στην ΕΕ. 

Εδώμπορείτε να διαβάσετε στα αγγλικά το πλήρες κείμενο του εγγράφου του Επιτρόπου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με θέμα: "Ποιός παίρνει τις αποφάσεις; - Δικαίωμα στη δικαιοπραξία των ατόμων με νοητική και ψυχοκοινωνική αναπηρία (Who gets to decide? - Right to legal capacity for persons with intellectual and psychosocial didabilities)".


Έκθεση της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές, σχετικά με τη συμμετοχή των ψυχικά ασθενών στη δαπάνη περίθαλψης τους.

$
0
0


Η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές γνωστοποίησε την από 26.06.2012 έκθεσή της σχετικά με τη συμμετοχή στη δαπάνη περίθαλψης των ατόμων, τα οποία φιλοξενούνται σε μονάδες και προγράμματα ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης (οικοτροφεία, ξενώνες) του δημοσίου και ιδιωτικού μη κερδοσκοπικού τομέα. Η έκθεση της Επιτροπής καταλήγει και προτείνει τα ακόλουθα:

"Για τους παραπάνω λόγους, η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές που τοποθετούνται σε μονάδες ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης (οικοτροφεία, ξενώνες) θεωρεί ότι τα συγκεκριμένα άτομα τυγχάνουν της προστασίας του κράτους σύμφωνα με τις κείμενες σχετικές διατάξεις και συνεπώς η κλιμακωτή παρακράτηση ποσών της σύνταξής τους παραβιάζει τα δικαιώματά τους.


ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές προτείνει τα εξής:

  • Την τροποποίηση των πρόσφατων νομοθετικών ρυθμίσεων και τη σφαιρική - ορθολογική αντιμετώπιση του προβλήματος, ώστε οι συντάξεις των ασθενών να χρησιμοποιούνται από τους ίδιους για τις δικές τους ανάγκες χάριν της ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και ένταξης τους στην κοινότητα.
  • Τη διερεύνηση της δυνατότητας συνεισφοράς ενός μικρού σταθερού ποσοστού (πχ. 15-20%) επί των μηνιαίων εισοδημάτων των ατόμων με ψυχικές διαταραχές για όσο διάστημα αυτά διαβιώνουν σε οικοτροφεία και ξενώνες και για το μέρος εκείνο, και μόνον, του εισοδήματος τους που υπερβαίνει την κατώτερη σύνταξη του Ο.Γ.Α. 
  • Την νομοθετική ρύθμιση για πρόσβαση και πλήρη κάλυψη των απόρων σε Μονάδες ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης (οικοτροφεία, ξενώνες).


Ολόκληρο το κείμενο της έκθεσης της Ειδικής Επιτροπής μπορείτε να διαβάσετεεδώ:


Γνωμοδοτήσεις της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές σχετικά με τα νομικά δικαιώματα των ατόμων με ψυχικές παθήσεις.

$
0
0


Η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές γνωστοποίησε στις 12 Φεβρουαρίου 2013 δυο γνωμοδοτήσεις. Η πρώτη έχει θέμα την "Κράτηση από τους δικαστικούς συμπαραστάτες της σύνταξης των ενοίκων που διαβιούν σε στεγαστικές δομές του Ν. 2716/1999 και κατοχή Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας από τους ενοίκους αυτούς", ενώ η δεύτερη  παρέχει "Διευκρινήσεις σχετικά με νομικά δικαιώματα των ατόμων με ψυχικές διαταραχές".

Οι γνωμοδοτήσεις, πέρα από την ελλιπή νομική τους βάση, κινούνται προς την κατεύθυνση του συμφέροντος του πάσχοντος προσώπου και της προστασίας της προσωπικότητάς του.

Τα κείμενα των γνωμοδοτήσεων είναι τα ακόλουθα:


1.  «Διευκρινήσεις σχετικά με νομικά δικαιώματα των ατόμων με ψυχικές παθήσεις»
 Με αφορμή τα ερωτήματα που απηύθυνε στεγαστική δομή του Γ.Ν. Τρικάλων προς την Ειδική Επιτροπή, αυτή επισημαίνει τα εξής:
  1. Συνιστά δικαίωμα κάθε ατόμου η κατάθεση ή ανάληψη χρημάτων από τον προσωπικό του λογαριασμό. Από αυτό τον κανόνα δεν εξαιρείται το άτομο που πάσχει από ψυχική διαταραχή, το οποίο μάλιστα δεν θα πρέπει να εμποδίζεται λόγω της ασθένειάς του, αλλά αντίθετα να διευκολύνεται (Ν. 2716/1999 & Σύμβαση του ΟΗΕ για τα άτομα με αναπηρία 2006, η οποία κυρώθηκε στην Ελλάδα με τον Ν. 4074/2012).
  2. Οι ένοικοι των στεγαστικών δομών διαθέτoυν την ικανότητα για δικαιοπραξία, εφόσον δεν έχουν τεθεί σύμφωνα με όσα ορίζει η νομοθεσία σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης (1666 επομ. ΑΚ) και συνεπώς μπορούν ελεύθερα να κάνουν καταθέσεις ή αναλήψεις από το λογαριασμό τους. Τα χρήματα είναι δικά τους και μπορούν να τα διαθέτουν για τις προσωπικές τους ανάγκες στη Μονάδα Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης που διαβιούν. Μάλιστα αποτελεί αρχή της ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και της θεραπείας τους η βελτίωση δεξιοτήτων και η ενασχόληση με τις προσωπικές τους υποθέσεις.
  3. Αν πράγματι κάποιος ένοικος αδυνατεί να φροντίζει την περιουσία του και πρέπει να τεθεί σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, ο νόμος προσδιορίζει περιοριστικά τα πρόσωπα που δικαιούνται να υποβάλουν αίτηση. Συνεπώς δεν έχει καμία αρμοδιότητα ο Προϊστάμενος οιασδήποτε τράπεζας να αρνείται τη χρήση του προσωπικού λογαριασμού ενοίκου σε Μονάδα Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης (εδώ το σχετικόέγγραφο).

2.  «Κράτηση από τους δικαστικούς συμπαραστάτες της σύνταξης των ενοίκων που διαβιούν σε στεγαστικές δομές του Ν. 2716/1999 και κατοχή του Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας από τους ενοίκους αυτούς»

Με αφορμή τα ερωτήματα που έθεσε μία από τις ΑΜΚΕ προς την  Ειδική Επιτροπή αυτή επισημαίνει τα εξής:

α) Καταρχήν οι κοινωνικοί λειτουργοί των Οικοτροφείων πρέπει να ελέγξουν αν οι ένοικοι έχουν τεθεί με δικαστική απόφαση σε πλήρη δικαστική συμπαράσταση ή τυχόν σε κάποια άλλη ελαστικότερη μορφή δικαστικής συμπαράστασης. Επίσης να δουν ποιοι από τους ενοίκους που βρίσκονται σε δικαστική συμπαράσταση λαμβάνουν συντάξεις ή επιδόματα και αν γίνεται ειδική αναφορά στη δικαστική απόφαση για αυτές τις παροχές. Ακόμη να ελέγξουν στη δικαστική απόφαση αν υπάρχει ειδική αναφορά  για την επιμέλεια του προσώπου των ενοίκων. Από αυτόν τον έλεγχο θα διευκρινιστεί ποιος νομιμοποιείται να διαχειρίζεται τη σύνταξη, το επίδομα ή ακόμη και άλλα περιουσιακά στοιχεία κάθε συμπαραστατούμενου ενοίκου. Σε περίπτωση πάντως που ένοικοι έχουν τεθεί σε πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση, ο συμπαραστάτης έχει καθήκον να διαχειρίζεται την περιουσία του ενοίκου προς το συμφέρον του τελευταίου, αλλά και να διαθέτει χρήματα από την περιουσία του συμπαραστατούμενου ενοίκου για την κάλυψη των προσωπικών του αναγκών.
Στη συνέχεια αν τα όργανα της κοινωνικής υπηρεσίας ή οι προϊστάμενοι των Οικοτροφείων θεωρούν ότι ο δικαστικός συμπαραστάτης δεν εκπληρώνει τα καθήκοντά του, αδιαφορεί για τον ένοικο και δεν διαθέτει χρήματα από τις συντάξεις ή επιδόματα ή άλλα εισοδήματα από την περιουσία του συμπαραστατούμενου για τις προσωπικές του ανάγκες ή ότι ο ένοικος δεν έχει ανάγκη δικαστικής συμπαράστασης ή άλλο, γνωστοποιούν στο αρμόδιο δικαστήριο και ζητούν κατά περίπτωση να τροποποιήσει τη δικαστική απόφαση είτε  ως προς την παύση και αντικατάσταση του δικαστικού συμπαραστάτη, είτε ως προς τις αρμοδιότητές του ή τέλος ως προς την άρση της δικαστικής συμπαράστασης.

β) Το Δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητας αποτελεί επίσημο έγγραφο του Ελληνικού Κράτους που εκδίδεται με ορισμένη διαδικασία από την Ελληνική Αστυνομία. Είναι δικαίωμα αλλά και υποχρέωση κάθε έλληνα πολίτη, ηλικίας 12 ετών και άνω. Όλοι οι πολίτες είναι υποχρεωμένοι να το φέρουν μαζί τους και να το επιδεικνύουν σε περίπτωση που τους ζητηθεί από τις Αρχές, διαφορετικά μπορεί να οδηγηθούν για εξακρίβωση στοιχείων. Το Δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητας αποδεικνύει την ταυτοποίηση του προσώπου. Η νομοθεσία ορθώς αναφέρεται στην υποχρέωση όλων των ελλήνων πολιτών να φέρουν οι ίδιοι το Δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητας και δεν προβλέπει εξαιρέσεις για τα άτομα με ψυχικές διαταραχές που διαβιούν σε οικοτροφεία και ξενώνες του Ν. 2716/1999. Στην περίπτωση απώλειας ή κλοπής ή ακόμη κατακράτησης εγγράφου οι ένοικοι υποχρεούνται να το δηλώνουν στην αρμόδια Αστυνομική αρχή για περαιτέρω ενέργειες και όταν απαιτείται ξεκινά παράλληλα η διαδικασία έκδοσης νέου Δελτίου Ταυτότητας και ακύρωσης του παλαιού.

Κατά συνέπεια, οι ένοικοι σε οικοτροφεία και ξενώνες του ν. 2716/1999 έχουν δικαίωμα και υποχρέωση ως έλληνες πολίτες να φέρουν οι ίδιοι το Δελτίο  Αστυνομικής τους Ταυτότητας και κανείς άλλος τρίτος, ακόμη και αν πρόκειται για το δικαστικό συμπαραστάτη στην περίπτωση πλήρους στερητικής δικαστικής συμπαράστασης. Καλώς εν προκειμένω δεν παραδίδεται από τα στελέχη των Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης στο δικαστικό συμπαραστάτη. Άλλωστε ο δικαστικός συμπαραστάτης έχει για την εκπλήρωση των καθηκόντων του τη δική του ταυτότητα και τη δικαστική απόφαση της δικαστικής συμπαράστασης που τον νομιμοποιεί και υποδεικνύει ποιες πράξεις μπορεί να εκτελεί για να διαχειρίζεται την περιουσία του συμπαραστατούμενου ενοίκου (εδώ το σχετικόέγγραφο).

Η ανάθεση της δικαστικής συμπαράστασης στις κοινωνικές υπηρεσίες των ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ

$
0
0
Σχετικά με την από 28.01.2013 ανάρτηση του κυρίου Χ. Βαρουχάκη στο blog psi-action υπό τον τίτλο “Σχόλιο σχετικά με τη δικαστική συμπαράσταση στις στεγαστικές δομές” και ειδικότερα για τα όσα αναφέρονται για τις κοινωνικές υπηρεσίες, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό (ΝΠΙΔ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα), δηλαδή, πως: «… όχι μόνο δεν θεωρούνται «αρμόδιες», αλλά και ρητά απαγορεύεται να αναλάβουν τη δικαστική συμπαράσταση κάποιου...», πρέπει να επισημανθούν τα ακόλουθα:

Ο νομοθέτης προέβλεψε στο άρθρο 54 παρ. 1 του ν. 2447/1996 ότι για όσο χρονικό διάστημα και σε όσες κοινωνικές υπηρεσίες δεν έχουν συγκροτηθεί ακόμα ειδικά τμήματα, οι σχετικές αρμοδιότητες ασκούνται από ειδικούς επιστήμονες των τμημάτων ανηλίκων αυτών των υπηρεσιών και, ωσότου συγκροτηθούν και αρχίσουν να λειτουργούν και αυτά τα τμήματα, από ειδικούς επιστήμονες των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας και της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, καθώς και των κοινωνικών οργανώσεων που εποπτεύονται από αυτές.

Επίσης, στην παράγραφο ε’ του άρθρου 1 του Π.Δ. 250/1999 (ΦΕΚ 206 Α’/7.10.1999) με τίτλο "Τρόπος άσκησης από τους ειδικούς επιστήμονες του άρθρου 54 του Ν. 2447/1996 των αρμοδιοτήτων κοινωνικής υπηρεσίας που τους ανατίθενται στο πλαίσιο της λειτουργίας της δικαστικής συμπαράστασης", προέβλεψε πως: «Οι αρμοδιότητες κοινωνικής υπηρεσίας που προβλέπονται από τις ουσιαστικές και δικονομικές διατάξεις του Σχεδίου Νόμου, που κυρώθηκε με το Ν. 2447/1996 (ΦΕΚ 276 Α’), οι οποίες αναφέρονται στη λειτουργία του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης, ασκούνται από τους ειδικούς επιστήμονες… ε) των λοιπών μονάδων ψυχικής υγείας που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 93 του Ν. 2071/1992, εξαιρουμένων των ιδιωτικών ψυχιατρικών κλινικών».

Μεταξύ των παραπάνω μονάδων ψυχικής υγείας κατά την έννοια του Ν. 2716/1999 άρθρα 4 παρ. 1 και 9 παρ. 1 είναι και τα Οικοτροφεία.

Άλλωστε σύμφωνα με το άρθρο 19 της Υπ. Απ. Α3α/οικ.876 (ΦΕΚ 661 Β’/23-5-2000) με τίτλο «Καθορισμός του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας των Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης (Οικοτροφεία, Ξενώνες) και των Προγραμμάτων Προστατευόμενων Διαμερισμάτων του άρθρου 9 του Ν. 2716/1999» «Οι αποκαταστατικοί στόχοι λειτουργίας των ξενώνων, των οικοτροφείων και των προστατευόμενων διαμερισμάτων υλοποιούνται με .... δ. Δράσεις που βοηθούν το άτομο στη διεκδίκηση και άσκηση των νομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων του».

Τέλος, έργα εποπτικού συμβουλίου στις ανωτέρω περιπτώσεις ασκεί ο ειρηνοδίκης, κατ' ανάλογη εφαρμογή της ΑΚ 1635 (βλ. Γεωργιάδης - Σταθόπουλος Οικογενειακό Δίκαιο Τόμος III, 2η έκδοση, σελ. 726 επ.).

Από τις προαναφερόμενες διατάξεις προκύπτει, πως ο νομοθέτης προέβλεψε τη δυνατότητα ανάθεσης της δικαστικής συμπαράστασης στις κοινωνικές υπηρεσίες των φορέων ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ.

Σχετικά κείμενα όπως "Η δικαστική συμπαράσταση και οι κοινωνικές υπηρεσίες των ΝΠΙΔ" και η "Ανάθεση της δικαστικής συμπαράστασης του ψυχικά πάσχοντος προσώπου στο ΝΠΙΔ που το φιλοξενεί" καθώς και νομολογία έχουν αναρτηθεί στο blog Δικαιώματα ψυχικά πασχόντων.

Γιάννης Αλεξάκης
Δικηγόρος

ΠΡΟΣ ΟΠΟΙΟΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΤΑΙ

$
0
0

Η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα, μετά από μια πορεία 30 ετών, βρίσκεται για ακόμα μια φορά σε ένα κρίσιμο σημείο και απειλείται τόσο η συνέχισή της όσο και η λειτουργία των δομών που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκειά της.

Δυστυχώς, παρά το σημαντικό έργο που έχει αναδειχθεί, ποτέ δεν αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά τα εμπόδια και οι δυσλειτουργίες του συστήματος, τα οποία οδήγησαν σε πισωγυρίσματα ή, ακόμα, στην αμφισβήτηση και την ακύρωση στην πράξη των προσπαθειών για μετάβαση από την ιδρυματική περίθαλψη στην κοινοτική φροντίδα.

Επιπλέον, η ασταθής, αποσπασματική και ευκαιριακή πολιτική για την ψυχική υγεία που εφαρμόζεται, έχει ως αποτέλεσμα να παρουσιάζονται σοβαρά προβλήματα στην οργάνωση και το σχεδιασμό των παρεχομένων υπηρεσιών, με συνέπεια όλοι οι εμπλεκόμενοι (ειδικοί, πάσχοντες, οικογένειες) να βρίσκονται “χαμένοι” μέσα σε ένα κατακερματισμένο σύστημα ψυχικής υγείας.

Η ιδιαιτερότητα που υπήρχε στην Ελλάδα είναι ότι ένα σημαντικό μέρος (περίπου το 35%) της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης υλοποιήθηκε από μη-κερδοσκοπικούς φορείς (ΝΠΙΔ), στους οποίους το Υπουργείο Υγείας ανέθεσε το έργο της αποασυλοποίησης των ασθενών από τα μεγάλα ψυχιατρεία, καθώς και την δημιουργία Κινητών Μονάδων και Κέντρων Ημέρας. Οι φορείς αυτοί καλύπτουν τις ανάγκες περίπου 30.000 ασθενών. Ένα αντίστοιχα σημαντικό μέρος έχουν αναλάβει οι κρατικοί φορείς του δημοσίου με ανάλογη δράση.

Παρά τα παραπάνω προβλήματα, αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 2700 άνθρωποι που ζουν και εξυπηρετούνται σε 450 περίπου στεγαστικές δομές, οι οποίες παρέχουν υπηρεσίες και στις οικογένειές τους και στις κοινότητες όπου εδρεύουν.

Υπάρχουν 24 Κινητές Μονάδες Ψυχικής Υγείας που καλύπτουν δυσπρόσιτες περιοχές και πληθυσμό (παιδιά, εφήβους και ενήλικες) που ειδάλλως δεν θα είχε καμία πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Υπάρχουν 41 (?) Κέντρα Ψυχικής Υγείας, 69 (?) Κέντρα Ημέρας που αντιστοίχως καλύπτουν τις ανάγκες για υπηρεσίες ψυχικής υγείας των τοπικών κοινωνιών όπου εδρεύουν. Να σημειώσουμε ότι οι γεωγραφικές ιδιαιτερότητες της Ελλάδας (πολλά νησιά και απομονωμένα χωριά) κάνουν ακόμα πιο δύσκολη την πρόσβαση των ανθρώπων σε υπηρεσίες υγείας, ιδιαίτερα όταν αυτές δεν είναι τομεοποιημένες.

Στην πραγματικότητα όμως, πολλές από αυτές τις μονάδες, λόγω σοβαρής υπο-χρηματοδότησης, καθυστέρησης χρηματοδοτήσεων, υπο-στελέχωσης, κακού σχεδιασμού και απουσίας εφαρμογής της βασικής αρχής της τομεοποίησης, υπολειτουργούν ή και δεν λειτουργούν καθόλου, με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι και ίσως ολόκληρες γεωγραφικές περιοχές να μην καλύπτονται καθόλου.

Η τωρινή κατάσταση επιβάλει άμεσα να συζητηθούν οι αδυναμίες και να δράσουμε προς ένα κοινό στόχο: το αμετάκλητο της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης προς όφελος των ασθενών, των οικογενειών τους και των κοινοτήτων που καλύπτουμε.

Για όσους από εσάς δεν το γνωρίζετε, αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα η ψυχική υγεία βάλλεται και απειλείται και ως λειτουργία και ως σύστημα πρωτίστως από την έλλειψη πολιτικής βούλησης και δευτερευόντως από τις διαφωνίες και την έλλειψη συνεργασίας μεταξύ φορέων ή ατόμων που εκπροσωπούν τον κρατικό ή τον μη-κερδοσκοπικό τομέα. ΑΥΤΟ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ!

Περιληπτικά να σας αναφέρουμε ότι, στην Ελλάδα του 2013:

• Προσβάλλεται το αναφαίρετο δικαίωμα όλων των ηλικιακών ομάδων (παιδιά ενήλικες, τρίτη ηλικία) να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας ενός επαρκούς επιπέδου.

Τα δικαιώματα των ψυχικά πασχόντωνκαι των οικογενειών τους καταπατούνται συλλήβδην σε τουλάχιστον δύο επίπεδα: αφενός γιατί οι άνθρωποι στις περιοχές που ζουν έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας που τους στερούνται (είτε δεν υπάρχουν υπηρεσίες, είτε δεν αρκούν, είτε δεν λειτουργούν) και αφετέρου γιατί υπάρχουν σοβαρά ελλείμματα στη λειτουργία και στο συντονισμό των υπηρεσιών (πχ αύξηση ακούσιων νοσηλειών και μη τήρηση του σχετικού νόμου. Επισήμως έχουν καταγραφεί περιστατικά που ασθενείς που έχουν καεί υπό καθήλωση, ασθενείς εξαθλιωμένοι και σε άμεσο κίνδυνο).

• Σε αυτές τις συνθήκες αποστέρησης, ανασφάλειας και βίαιων αλλαγών, με την κατάρρευση του κοινωνικού ιστού και του κράτους πρόνοιας, οι ευπαθείς ομάδες είναι σε ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι εξαιτίας της πολιτικής που ασκείται, οι ψυχικά πάσχοντες και οι οικογένειές τους στερούνται βασικών επιδομάτων απαραίτητων για την επιβίωσή τους και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Επίσης υπάρχει τεράστια έλλειψη ψυχιατρικών φαρμάκων που τους υποχρεώνει είτε να επωμίζονται το κόστος ακριβότερων φαρμάκων είτε να αλλάζουν τις φαρμακευτικές αγωγές τους με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Τα «δύσκολα περιστατικά» (πχ βαριά νοητική υστέρηση, ψυχογηριατρικά) παραμένουν χρόνια ή δεκαετίες στα ψυχιατρεία, γιατί λόγω των προαναφερόμενων προβλημάτων οι φορείς αδυνατούν να απορροφήσουν αυτά τα απαιτητικά περιστατικά.

• Οποιοσδήποτε ασθενής χρειαστεί να κάνει χρήση στεγαστικής δομής στην κοινότητα υποχρεούται βάση υπουργικής απόφασης να έχει νοσηλευτεί ένα χρόνο σε ψυχιατρείο ή ψυχιατρική κλινική. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι ασθενείς χωρίς νοσηλείες αποκλείονται από τις υπηρεσίες και ασθενείς με νοσηλείες υποχρεούνται να νοσηλευτούν ξανά για να καλύψουν αυτή την προϋπόθεση.

• Δεν υπάρχει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο κοινοτικής φροντίδας για το follow-up των ασθενών στην κοινότητα που ζουν και εργάζονται.

Ασθενείς που είναι στην πιο αδύναμη θέση από όλους (ασφαλισμένοι στην Πρόνοια, άνεργοι, ανάπηροι, άποροι) αποκλείονται από τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας λόγω ακριβώς αυτής της συνθήκης της περιορισμένης ασφαλιστικής τους κάλυψης. Επίσης υποχρεώνονται να συμμετέχουν με το πενιχρό εισόδημά τους στο κόστος διαμονής τους στις στεγαστικές δομές, σύμφωνα με τις πρόσφατες νομοθετικές διατάξεις που ακυρώνουν το δημόσιο χαρακτήρα των υπηρεσιών αυτών, και μάλιστα τη στιγμή που το επίδομα της Πρόνοιας έχει διακοπεί από χιλιάδες άτομα για χρονικά διαστήματα που ξεπερνούν το ένα έτος !

• Οι περίπου 3.000 εργαζόμενοι στα ΝΠΙΔ (που υλοποιούν ένα μέρος των δωρεάν παρεχόμενων υπηρεσιών ψυχικής υγείας του Δημόσιου Εθνικού Συστήματος Υγείας) παραμένουν απλήρωτοι έως και 10 μήνες εξαιτίας έλλειψης πολιτικής βούλησης να διατηρήσει τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας (ενώ το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχουν επανειλημμένα προσφερθεί και διασώσει το όλο εγχείρημα…). Αντιστοίχως συνάδερφοι εργαζόμενοι στα ΝΠΔΔ βιώνουν δραματικές περικοπές και απειλούνται με συγχωνεύσεις και καταργήσεις υπηρεσιών. Και οι μεν και οι δε εργαζόμενοι απαξιωμένοι και οικονομικά εξαθλιωμένοι και οι ίδιοι καλούνται να καλύψουν τις τεράστιες ανάγκες των ακόμα πιο εξαθλιωμένων ασθενών. Εδώ πρέπει να υπογραμμίσουμε το ειδικό βάρος που καλούνται να σηκώσουν οι θεραπευτές που εργάζονται με βαριά ψυχικά πάσχοντες, οι οποίοι καλούνται να αντέξουν τεράστια άγχη και ανάγκες των ασθενών τους. Όλα αυτά σε μια πραγματικότητα που υπάρχει παντελής έλλειψη στηρίγματος από το «κοινωνικό κράτος» και ο καθένας παλεύει μόνος του για τη δική του επιβίωση. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει ότι και ασθενείς και ειδικοί βρίσκονται σε κίνδυνο.

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΗΝ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΡΑΚΑΤΩ:

• Διασφάλιση της συνέχειας και επικύρωσης του αμετάκλητου της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης.

Επαρκή χρηματοδότηση ενός ολοκληρωμένου Δημόσιου Συστήματος Ψυχικής Υγείας που να καλύπτει αξιοπρεπώς τις ανάγκες του πληθυσμού σε πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες υπηρεσίες ψυχικής υγείας.
 
Ολοκληρωτική αναδιοργάνωση και σύμπραξητων υπηρεσιών ψυχικής υγείας κρατικού και μη-κερδοσκοπικού τομέαμε έμφαση στην κοινότητα και σταδιακός μετασχηματισμός των Ψυχιατρείων.

Πλήρης Τομεοποίηση στην πράξη. Η τομεοποίηση είναι προϋπόθεση της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης, θα εξασφαλίσει την κάλυψη των αναγκών ψυχικής υγείας των πολιτών ανά τομέα. Θα πρέπει να ιδρυθούν οι απαραίτητες εξωνοσοκομειακές, ψυχιατρικές μονάδες και να τηρηθούν οι υπάρχουσες, με βάση την αξιολόγηση τους.

Για περισσότερες πληροφορίες και δεδομένα παρακαλούμε επικοινωνήστε:
Email: synskepsi@gmail.com (http://syn-skepsi.blogspot.gr/)
https://www.facebook.com/groups/psiaction/
http://psi-action.blogspot.gr/

ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΤΕ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΤΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΤΟΣΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΘΕΜΑ, ΚΑΘΩΣ ΤΑ ΜΜΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΧΟΥΝ «ΕΠΙΛΕΞΕΙ» ΤΗΝ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΣΙΩΠΗΣΗ ΤΟΥ

30 χρόνια Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης | Oι μύθοι και η τραγική πραγματικότητα

$
0
0


Ουσιαστικός διάλογος και πρωτοβουλίες, ως αποτέλεσμα Ημερίδας για την ψυχική υγεία που συνδιοργάνωσαν ο Νίκος Χρυσόγελος και το Φόρουμ για την Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση

Ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πρασίνων / Ομάδα των Πράσινων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,Νίκος Χρυσόγελος, και το«FORUM για την Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση» συνδιοργάνωσαν, το Σάββατο,21 Σεπτεμβρίου 2013στην Αθήνα, την ημερίδα με θέμα: «Η επιτακτική ανάγκη για ένα βιώσιμο και ολοκληρωμένο σύστημα ψυχικής υγείας στην Ελλάδα: Δημιουργία, εφαρμογή, παρακολούθηση και αξιολόγηση. Είναι η τελευταία μας ευκαιρία;».  Στην ημερίδα συμμετείχαν σύλλογοι οικογενειών και αδελφών χρηστών, ευρωπαίοι και Έλληνες ειδικοί κι εμπειρογνώμονες, ευρωπαϊκές οργανώσεις καθώς και κοινωνικοί φορείς. Οι συμμετέχοντες αποφάσισαν μεταξύ άλλων να επαναλαμβάνουν ανά εξάμηνο την συνάντηση αυτή ώστε να αξιολογούν τις εξελίξεις, να ανταλλάσουν εμπειρίες και καλές πρακτικές  αλλά και να συντονίζουν κοινές παρεμβάσεις σε πολλά επίπεδα.

Έναρξη Ημερίδας:

Ανοίγοντας τη ημερίδα, ο Νίκος Χρυσόγελοςυπογράμμισε την πολυδιάστατη σημασία της ψυχικής υγείας, που δεν άπτεται μόνο της ιατρικής επιστήμης, αλλά είναι πρωτίστως ανθρωπιστικό, κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα. Αναφέρθηκε στους στόχους της ημερίδας που ήταν η ανταλλαγή προτάσεων και καλών πρακτικών που θα οδηγήσουν σε συντονισμό ενεργειών για ένα βιώσιμο και σταθερό μοντέλο υπηρεσιών ψυχικής υγείας στην Ελλάδα. Αναφερόμενος στο πώς η κρίση επηρεάζει τον τομέα της ψυχικής υγείας, επεσήμανε ότι η δημοσιονομική πολιτική που περικόπτει κοινωνικές παροχές είναι αποτυχημένη και αντιπρότεινε την αναδιάρθρωση δομών και πολιτικών με στόχο την αύξηση της αποδοτικότητάς τους. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην ανοχή στην ετερότητα και την κοινωνική ένταξη των ληπτών, καταδεικνύοντας την έλλειψη περιεκτικής αντίληψης της ελληνικής κοινωνίας αναφορικά με την εξέλιξή της.
Δείτε τον χαιρετισμό του Νίκου Χρυσόγελου εδώ

Στην έναρξη της ημερίδας, χαιρετισμό απηύθυνε, επίσης, η Α. Φραγκούλη, Πρόεδρος των Ευρωπαϊκών Κοινωνικών Επιχειρήσεων (CEFEC), και ο Μ. Σταυρογιαννόπουλος, μέλος του Φόρουμ, ενώ στη συνέχεια ειδικοί στο χώρο της ψυχικής υγείας και εμπειρογνώμονες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, μέσα από πολύ ενδιαφέρουσες εισηγήσεις, μοιράστηκαν τη γνώση και τις εμπειρίες τους και συζήτησαν με τους συμμετέχοντες.
Δείτε τους χαιρετισμούς της Α. Φραγκούλη εδώκαι του Μ. Σταυρογιαννόπουλου εδώ

Ενότητα Α’: Συνοπτική αποτύπωση του συστήματος ψυχικής υγείας στην Ελλάδα και εκτίμηση της προόδου που έχει μέχρι στιγμής σημειωθεί. Το ισχύον μοντέλο ανταποκρίνεται στα δικαιώματα και τις ανάγκες των ληπτών και των οικογενειών τους;

Οι ομιλητές της πρώτης ενότητας επεχείρησαν την αποτύπωση του συστήματος ψυχικής υγείας στην Ελλάδα, υπογραμμίζοντας ότι αυτό δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τα δικαιώματα των ληπτών και των οικογενειών τους. Η Α. Αγγελήκαι ο Α. Αλεξανδρόπουλος, Πρόεδρος και Γραμματέας του Συλλόγου Αδελφών Ατόμων με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας (ΚΙΝΑΨΥ), η Μ. Κανελλή, μέλος του Πανελληνίου Συλλόγου Οικογενειών για την Ψυχική Υγεία (ΣΟΨΥ), και ο Α. Τσαμίτας, Γραμματέας του Συλλόγου «Αυτοεκπροσώπηση», αφού παρουσίασαν αντίστοιχα τον ρόλο και το έργο των Συλλόγων, αναφέρθηκαν στις ελλείψεις των δομών, την υποχρηματοδότηση, το κλείσιμο των νοσοκομείων και των δομών ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, τον αποκλεισμό των ληπτών, την παρακράτηση συντάξεων και επιδομάτων, τις εγγενείς αδυναμίες του συστήματος κατά την πιστοποίηση της αναπηρίας, καθώς και την όξυνση των δυσκολιών για τους λήπτες και τις οικογένειές τους στις απομακρυσμένες περιοχές.

Ο Ε. Φυτράκης, δικηγόρος και ειδικός επιστήμονας στο Συνήγορο του Πολίτη, ανέδειξε το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε σχέση με την ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη σύγχρονη Ελλάδα. Αφού αναφέρθηκε στις νομικές δεσμεύσεις της χώρας σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο σε σχέση με το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υπογράμμισε ότι η ψυχιατρική μεταρρύθμιση, η οποία βασίζεται στον ανθρωπισμό, καθορίζει την ποιότητα της δημοκρατίας και τη μορφή του κράτους δικαίου. Το ζητούμενο είναι, όπως ανέφερε, η ψυχιατρική μεταρρύθμιση να προβάλλεται ως υπόθεση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και όχι μόνο ως θέμα υγείας.

Η Ν. Γαρώνη, μέλος του Φόρουμ, προέβη στον απολογισμό της λειτουργίας των κινητών μονάδων ψυχικής υγείας ως ένα μοντέλο παροχής υπηρεσιών που μπορεί να καλύψει δυσπρόσιτες, νησιωτικές και απομακρυσμένες περιοχές και κατά συνέπεια να προσφέρει ουσιαστικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας σε κοινωνίες που μέχρι τώρα δεν τις είχαν.

Την πρώτη ενότητα ολοκλήρωσαν με τοποθετήσεις τους η Μ. Σούμπαση, εκπρόσωπος της Θεματικής Ομάδας Υγείας των Οικολόγων Πράσινων, και ο Φ. Μπίμπασης, συντονιστής της Θεματικής Ομάδας ΑΜΕΑ των Οικολόγων Πράσινων, οι οποίοι αφού ανέλυσαν την παθογένεια του συστήματος, τόνισαν τη σημασία της ολοκλήρωσης της αποασυλοποίησης, του σχεδιασμού δομών εναλλακτικών προς τον εγκλεισμό, με σεβασμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του πάσχοντος, και της ενσωμάτωσης των ειδικών ομάδων πληθυσμού στην κοινωνία. Αναφέρθηκαν στον αποκλεισμό των συγκεκριμένων ατόμων ως έλλειψη γενικότερης ανοχής στη διαφορετικότητα, συνδέοντάς τον με την αύξηση των φασιστικών φαινομένων στην ελληνική κοινωνία.

Συντονιστές της πρώτης συνεδρίας ήταν οι Χ. Παπαδάκης, ΣΟΨΥ, και Α. Κατσαμάγκος, μέλος τους Φόρουμ .

Ενότητα Β’: Πολιτικές, Σχέδια Δράσης, Προγράμματα και Καινοτομίες στον τομέα της ψυχικής υγείας: Προτάσεις για ένα “βέλτιστο μείγμα” υπηρεσιών στον τομέα της ψυχικής υγείας στη βάση της τεκμηριωμένης ψυχιατρικής, των αναγκών των ληπτών σε τοπικό επίπεδο και της συμμετοχής των ίδιων, των οικογενειών τους και της κοινωνίας. Πως μπορούμε να διασφαλίσουμε την απρόσκοπτη υλοποίηση ανεξαρτήτως μεταβολών της πολιτικής βούλησης;

Η δεύτερη θεματική επικεντρώθηκε στην ανταλλαγή καλών πρακτικών στον τομέα της παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας στη βάση τεκμηριωμένων ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων και προσαρμογής στις ανάγκες των ληπτών και των οικογενειών τους. Το ζητούμενο της ενότητας αυτής ήταν να δοθεί απάντηση στο ερώτημα: «Πως μπορούμε να διασφαλίσουμε τη συνέχεια στην εφαρμογή ανεξάρτητα από τις μεταβολές της πολιτικής βούλησης;». Οι Β. Jacob, υπεύθυνος διαχείρισης έργου και συντονιστής της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης, P. Delespaul, Καθηγητής για τις Καινοτομίες στη Ψυχική Υγεία στην Ολλανδία, Μ. Morris, διευθυντής του Κέντρου Ψυχικής Υγείας του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ, Α. Barbato,ειδικός επιστήμονας στη Μονάδα Επιδημιολογίας και Κοινωνικής Ψυχιατρικής του Ινστιτούτου MarioNegri, και J. Pfeiffer, μέλος της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τη Μετάβαση από την Ιδρυματική στην Κοινοτική Βάση Φροντίδας και σύμβουλος σε  θέματα πολιτικής στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ψυχική Υγεία, παρουσίασαν πολιτικές, εθνικές στρατηγικές, καινοτόμα σχέδια δράσης από το Βέλγιο, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ολλανδία και την Ιταλία. Κοινός τόπος όλων των ομιλητών ήταν η ανάγκη διασύνδεσης των υπηρεσιών ψυχικής υγείας με την πρωτοβάθμια φροντίδα, η  σπουδαιότητα της κοινωνικής ένταξης, ουσιαστικής ενδυνάμωσης και ανάληψης ενεργού ρόλου από τους λήπτες, η σημασία των συνεργασιών και η θεώρηση της κρίσης ως ευκαιρίας για την ολοκλήρωση του συστήματος μέσω της αποτελεσματικότερης αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων.

Συντονιστές της δεύτερης συνεδρίας ήταν οι Β. Φωτόπουλος, Διευθυντής ΨΝΑ Δρομοκαΐτειο, και Π. Φίτσιου, μέλος του Φόρουμ.

Ενότητα Γ’: Tα οικονομικά της ψυχικής υγείας: χρηματοδότηση, κοστολόγηση και χρηστή διαχείριση των πόρων. Προς ένα βιώσιμο σύστημα ψυχικής υγείας στη χώρα: διαδικασία παρακολούθησης και αξιολόγησης.

Οι F. Amaddeo, Αναπληρωτής Καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Βερόνας, Β. Grove, ειδικός σύμβουλος στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ψυχική Υγεία, C. Magro, Αντιπρόεδρος της EUFAMI, C. Huitink, μέλος του ΔΣ της Παγκόσμιας Πρωτοβουλίας για την Ψυχιατρική, και M. Carpay, μέλος του ΔΣ του Ιδρύματος Ασκληπιού, ανέλυσαν την ορθή διαχείριση των πόρων και τη συμβολή της παρακολούθησης και αξιολόγησης προς ένα βιώσιμο και ολοκληρωμένο σύστημα ψυχικής υγείας. Μίλησαν για την ανάγκη να ενισχυθούν οι σύλλογοι των ληπτών και να αποκτήσουν θέση συνομιλητή στις εξελίξεις, καθώς όπως τόνισε ο Huitinkόλα πρέπει να γίνονται για τους λήπτες με τους λήπτες και όχι χωρίς τη συμμετοχή τους στις αποφάσεις. Άλλος ένας τομέας που, όπως όλοι οι ομιλητές τόνισαν, έχει μείνει πίσω και με ευθύνη των ίδιων αλλά με μεγαλύτερη ευθύνη των επαγγελματιών ψυχικής υγείας και της πολιτικής ηγεσίας, που για τόσα χρόνια λειτουργούσαν εκ μέρους των ληπτών, κρατώντας τους λήπτες δέσμιους των δικών τους προτεραιοτήτων και φιλοδοξιών.

Συντονιστές της τρίτης συνεδρίας ήταν η Μ. Λαζαρίδου, μέλος του Φόρουμκαι ο Ν. Χρυσόγελος.



Συμπεράσματα της Ημερίδας:

Τα συμπεράσματα που προέκυψαν από τις εισηγήσεις, αλλά και τη συζήτηση που ακολούθησε με το κοινό, θα μπορούσαν να συνοψιστούν ακολούθως:

1.       Η ψυχική υγεία δεν είναι αμιγώς ιατρικό θέμα, αλλά και κοινωνικό, ανθρωπιστικό και πολιτικό και υπό αυτή την έννοια μας αφορά όλους,
2.       Κατά τη διαμόρφωση και παροχή των υπηρεσιών ψυχικής υγείας θα πρέπει να προτάσσεται και να διασφαλίζεται ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με προεξάρχον το δικαίωμα στη ζωή,
3.       Πέρα από την ανάγκη βελτίωσης του νομοθετικού πλαισίου, χρειάζεται μία “από κάτω προς τα πάνω” προσέγγιση για την ολοκλήρωση του συστήματος ψυχικής υγείας,
4.       Παρά τις εγγενείς αδυναμίες του συστήματος που επιδεινώνονται λόγω της κρίσης, μπορεί να προωθηθεί η ψυχιατρική μεταρρύθμιση μέσω της αύξησης της αποδοτικότητας των διαθέσιμων πόρων,
5.       Η διαδικασία της κοινωνικής ένταξης των ληπτών είναι εξέχουσας σημασίας,
6.       Χρειάζεται η οικοδόμηση ευρύτερων εθνικών αλλά και ευρωπαϊκών συμμαχιών,
7.       Χρειάζεται να θέσουμε ενδιάμεσους στόχους,
8.       Απαιτούνται στοχευμένες δράσεις,
9.       Η παρακολούθηση και αξιολόγηση των διαδικασιών είναι ιδιαιτέρως σημαντική για την αποτελεσματικότητα του συστήματος. Παρόλα αυτά, μέχρι και αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει σύστημα αξιολόγησης και παρακολούθησης,
10.   Απαιτείται η ανάληψη διεθνών δράσεων, με στόχο τη διεθνοποίηση του προβλήματος,
11.   Διαπιστώθηκε η έλλειψη αντιπροσωπευτικής πολιτικής εκπροσώπησης στην Ημερίδα,
12.   Η ολοκλήρωση του συστήματος ψυχικής υγείας θα πρέπει να τεθεί υψηλά στην πολιτική ατζέντα,
13.   Αποσπάστηκε η δέσμευση να δοθεί συνέχεια στην Ημερίδα, αλλά επί συγκεκριμένης βάσης.

Άλλες παρεμβάσεις στην Ημερίδα:

Ο Μιχάλης Τρεμόπουλος, Συντονιστής της Εκτελεστικής Γραμματείας των Οικολόγων Πράσινων, χαιρέτισε την πρωτοβουλία και ανέδειξε τη συσχέτιση μεταξύ της έλλειψης ανοχής στην διαφορετικότητα και της αύξησης των φασιστικών φαινομένων στην ελληνική κοινωνία με αποκορύφωμα τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Τόσο οι Νίκος Χρυσόγελος και Μιχάλης Τρεμόπουλος, όσο και οι άλλοι εκπρόσωποι των Οικολόγων Πράσινων που συμμετείχαν στην Ημερίδα, εξέφρασαν την έντονη ανησυχία τους για την αύξηση των ρατσιστικών και φασιστικών φαινομένων που εκδηλώνονται με πολλές και διαφορετικές μορφές.
Δείτε τον χαιρετισμό του Μιχάλη Τρεμόπουλου εδώ

Τα συμπεράσματα και όλες οι εισηγήσεις και παρεμβάσεις στην Ημερίδα

Δείτε τα συμπεράσματα της Ημερίδας: μέρος πρώτο εδώ, μέρος δεύτερο εδώ

Εισηγήσεις πρώτης ενότητας:
Α. Αγγελή εδώ
Α. Αλεξανδρόπουλος εδώ
Μ. Κανελλή εδώ
Α. Τσαμίτας εδώ
Ε. Φυτράκης, πρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ
Ν. Γαρώνη εδώ
Μ. Σούμπαση εδώ
Φ. Μπίμπασης εδώ

Εισηγήσεις δεύτερης ενότητας:
Β. Jacobεδώ
P. Delespaulμέρος πρώτο εδώ, δεύτερο μέρος εδώ
Μ. Morrisπρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ
Α. Barbatoμέρος πρώτο εδώ, μέρος δεύτερο εδώ
J. Pfeifferπρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ

Εισηγήσεις τρίτης ενότητας:
F. Amaddeoπρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ
Β. Groveεδώ
C. Magroπρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ
C. Huitinkπρώτο μέρος εδώ, δεύτερο μέρος εδώ

Μπορείτε, επίσης, να δείτε φωτογραφίες από την Ημερίδα εδώ

ITHACA - Ευρωπαϊκό Εργαλείο για την παρακολούθηση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της Γενικής Φροντίδας Υγείας σε Δομές Ψυχικής Υγείας

$
0
0

Το Εργαλείο Αξιολόγησης της Θεραπείας σε Ιδρύματα Ψυχικής Υγείας, των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της Γενικής Φροντίδας ITHACAδημιουργήθηκε πρόσφατα από την κοινοπραξία 15 ευρωπαϊκών χωρών, με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. 

Το εργαλείο ITHACAπαρέχει ένα σαφή και πρακτικό τρόπο παρακολούθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της γενικής φροντίδας υγείας σε δομές ψυχικής υγείας. Σχεδιάστηκε από χρήστες υπηρεσιών ψυχικής υγείας, ειδικούς στα ανθρώπινα δικαιώματα, ψυχιάτρους, ψυχολόγους και κοινωνικούς επιστήμονες και δοκιμάστηκε σε 87 δομές των 15 συμμετεχόντων χωρών, οι οποίες καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών ψυχική υγείας.
 
Το Εργαλείο ITHACAμπορεί να εντοπίσει τόσο τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσο και παραδείγματα καλών πρακτικών ως προς την προστασία, το σεβασμό και την εκπλήρωση των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχιατρική αναπηρία. 

Ο Συνήγορος του Πολίτη για την Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας

$
0
0


       Με αφορμή την 10ηΟκτωβρίου, Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας, ο Συνήγορος του Πολίτη υπογραμμίζει την σημασία της ανάπτυξης και εύρυθμης λειτουργίας του συστήματος ψυχικής υγείας, καθώς και της ολοκλήρωσης της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην χώρα μας.  




To μνημόνιο, οι διαθεσιμότητες και η αποασυλοποίηση

$
0
0


Ο ξαφνικός θάνατος των ψυχιατρείων

Του Ι. Μπεθάνη
Η βίαιη αποασυλοποίηση –ως απόφυση του μνημονίου- είναι το flipsideτης διαρκούς αποασυλοποίησης. Στην πρώτη περίπτωση το ψυχιατρείο διαχέεται ως είχε στο –νοσοκομειακό- ΕΣΥ, στη δεύτερη περίπτωση η αποασυλοποίηση μετατίθεται για το απώτερο μέλλον –πότε 2010, πότε 2015, πότε 2020.

Η ένταξη της αποασυλοποίησης στη μνημονιακή επιταγή για απολύσεις 11.000 εργαζομένων εντός του 2014 αποτελεί ένα κουτοπόνηρο ελιγμό ώστε να ικανοποιηθεί η σχετική νόρμα, ακυρώνει όμως και διαστρέφει μια στόχευση που –θα έπρεπε να- αντιπροσωπεύει την επιστροφή των ατόμων με ψυχική αναπηρία στην κοινότητα.

Το μέτρο της διαθεσιμότητας εξάλλου είναι σαν τη ρωσική ρουλέτα – οι άσφαιρες βολές –βλ. κινητικότητα- αφορούσε το πρώτο κύμα, το δεύτερο που επίκειται όμως είναι πολύ πιθανό να πληγεί από πραγματικά πυρά –βλ. απολύσεις. Επιπλέον, η υπαγωγή 230 εργαζομένων στην κινητικότητα και η αναστολή της λειτουργίας για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα 4 κλινικών οξέων στην Αθήνα και 1-2 στη Θεσσαλονίκη ακυρώνει τη δυνατότητα βραχείας νοσηλείας των ασθενών στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα και εξωθεί το σύστημα εφημεριών στα όρια του.
 
Οι συγκεκριμένες επιλογές αποτελούν μια παλινδρόμηση στο 1999 όταν οι σεισμοί είχαν θέσει εκτός εφημερίας τις μονάδες οξέων του ΨΝΑ. Η σχεδιαζόμενη ταχεία μετεγκατάσταση των μονάδων αυτών είναι εξαιρετικά αμφίβολη αν λάβει κανείς υπόψη του πόσο χρονοβόρες είναι οι κτηριακές προσαρμογές και πόσο μεγάλες είναι οι αντιστάσεις όλων των εμπλεκόμενων φορέων στα νοσοκομεία υποδοχής. Οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας ήταν πάντα ο παρίας του ΕΣΥ και η εξώθηση των Ψυχιατρικών Τομέων είτε στην περιφέρεια του Νοσοκομείου είτε στις εγκαταστάσεις του παλιού νοσοκομείου –σε περιπτώσεις νεοαναγειρόμενων- καταδεικνύουν του λόγου το αληθές. Εάν λοιπόν βγουν από την εφημερία 60-80 κλίνες τότε τα Ψυχιατρικά Τμήματα τα οποία λειτουργούν ήδη με κάλυψη άνω του 100% τα περισσότερα – βλ. ράντσα – είτε θα πλημμυρίσουν στα ράντσα, είτε θα κάνουν αποθεραπεία εξπρές είτε θα δέχονται μόνο ακούσια περιστατικά είτε –το πιθανότερα και τα τρία αυτά μαζί

Ο ξαφνικός θάνατος των ψυχιατρείων έχει πολλές διαφορές από τον αντίστοιχο της ΕΡΤ- ο ιδιωτικός τομέας δεν μπορεί να υποκαταστήσει το δημόσιο διότι μεγάλη μερίδα των ακούσιων περιστατικών –οι νέοι χρόνιοι που αποτελούν τον σκληρό πυρήνα των εισαγωγών, οι ασθενείς της περιστρεφόμενης πόρτας- δεν έχουν τους πόρους για να στραφούν στην ιδιωτική περίθαλψη.
 
Οι επιπτώσεις αυτών των μέτρων θα είναι αφενός καταστροφικές γι’ αυτούς τους λόγους βραχυπρόθεσμα και αφετέρου θα απαξιώσει το πρόταγμα της αποασυλοποίησης το οποίο θα συνδεθεί στη μνήμη όλων με την απορρύθμιση του ξαφνικού θανάτου. Επιπλέον, είναι βέβαιο ότι η υλοποίηση των μέτρων θα συνοδευθεί από τη δυσφήμηση των εργαζομένων και των παρεχόμενων ψυχιατρικών υπηρεσιών –όπως και στην περίπτωση της ΕΡΤ και κάθε υπό κατάργηση οργανισμού-. Ο επακόλουθος στιγματισμός της ψυχιατρικής περίθαλψης θα έχει ως συνέπεια να μετατραπεί η ψυχική υγεία στο σακάτη του ΕΣΥ ένας τομέας που θα αδυνατεί να αντλήσει πόρους και να ενταχθεί στην εκάστοτε πολιτική ατζέντα.
 
Η συγκεκριμένη εκδοχή της αποασυλοποίησης είναι προφανές ότι συνδέεται με τη συρρίκνωση του δημοσίου και την πολιτική αλαζονεία και όχι με το Σύμφωνο Andor-Λυκουρέντζου. Η σύντμηση των σχετικών προθεσμιών από δύο έτη σε λίγους μήνες μαρτυρούν ότι αναπαράγεται το μοντέλο της ΕΡΤ –ανακοίνωση του θανάτου του οργανισμού και εσπευσμένη μεταφύτευση του εν συνεχεία. Η αποϊδρυματοποίηση-αποασυλοποίηση είναι μια σύνθετη διαδικασία, έχει πολλές συνιστώσες και το κυριότερο συνιστά αλλαγή παραδείγματος- την μετατόπιση από ένα σύστημα εγκλεισμού που διαχειρίζεται την κρίση του ψυχωσικού σε ένα τομεοποιημένο δίκτυο υπηρεσιών που διασφαλίζει την παραμονή του πάσχοντα στην κοινότητα. Η ανάπτυξη των κοινοτικών υπηρεσιών αφενός στα αστικά κέντρα και αφετέρου σε όλη την επικράτεια- αποτελεί την αναγκαία αν και όχι επαρκή συνθήκη για την ευόδωση αυτού του στόχου. Η αναπαραγωγή της ρυθμιστικής λειτουργίας των νοσηλευτικών τμημάτων ως ρακοσυλλέκτες της ψυχικής οδύνης-τόπος εναπόθεσης των «αρρύθμιστων» ψυχωσικών συνιστά ένα επανιδρυματισμό εντός των τειχών. Οι κοινοτικές υπηρεσίες θα πρέπει να επικεντρωθούν στην ψυχοκοινωνική υποστήριξη των ατόμων με σοβαρές ψυχικές διαταραχές σε συνεργασία με όλο το εύρος των κοινωνικών υπηρεσιών ώστε να γίνει πράξη η κοινωνική τους ένταξη. Η τωρινή λειτουργία των –ισνών- κοινοτικών υπηρεσιών πόρρω απέχει από την εφαρμογή αυτού του μοντέλου. Εάν εξαιρεθούν ορισμένες νησίδες οι υπάρχουσες κοινοτικές δομές λειτουργούν είτε ως εξωτερικά ιατρεία είτε ως μονάδες υποδοχής των «μη-δυσίατων ψυχικών νοσημάτων» διαιωνίζοντας με αυτό τον τρόπο το φαινόμενο της περιστρεφόμενης πόρτας. Το απόστημα που εκφράζεται με το μονόδρομο συγγενής-εισαγγελία-αστυνομία-ψυχιατρικό τμήμα πρέπει να σπάσει. Και οι ευθύνες βαραίνουν όλους τους εμπλεκόμενους επαγγελματίες-διοικήσεις-πολιτική ηγεσία που ορίζουν ως αμετάκλητη θεραπευτική συνθήκη του ψυχικά πάσχοντα την αναγκαστική νοσηλεία.

Παρακράτηση συντάξεων - Ενδυνάμωση του πάσχοντα ή επανιδρυματισμός;

$
0
0

Του Ι. Μπεθάνη

                         Η αρνητική διάκριση των ψυχικά πασχόντων
Η παρακράτηση των συντάξεων των ατόμων με ψυχικές διαταραχές συνιστά μέτρο αρνητικής διάκρισης διότι στερεί αποκλειστικά από τους πάσχοντες από ψυχική και νοητική αναπηρία που διαβιούν σε Μονάδες μακράς νοσηλείας το εισόδημα τους. Ο ιδρυματικός πληθυσμός γίνεται αντικείμενο αρνητικής μεταχείρισης επειδή ακριβώς λόγω της ψυχικής και νοητικής του κατά κύριο λόγο αναπηρίας αδυνατεί να αρθρώσει ένα λόγο, μια φωνή διαμαρτυρίας και να κάνει τη φωνή του να ακουστεί. Παράλληλα, άλλες κατηγορίες χρονίων πασχόντων που επιφέρουν ίση ή και μεγαλύτερη δαπάνη εξαιρούνται από την εφαρμογή ανάλογων μέτρων διότι αποκλίνουν λιγότερο από τη νόρμα του φυσιολογικού, διατηρούν ένα ευρύτερο κοινωνικό δίκτυο και διαθέτουν μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ λόγω της μεγαλύτερης κοινωνικής τους ένταξης. 
 
Ο εκτός των τειχών ιδρυματικός πληθυσμός λόγω του κοινωνικού του αποκλεισμού αποτελεί έρμαιο της κρατικής κηδεμονίας και, επομένως, η επιχείρηση αποστέρησης των κοινωνικών του δικαιωμάτων συνιστά μια πιο ανώδυνη και ευλογοφανή επιλογή. Το άρρητο σημαινόμενο αυτής της πρακτικής είναι το αρνητικό στερεότυπο «αυτοί – οι τρελοί, οι καθυστερημένοι- δεν καταλαβαίνουν, δεν έχουν ανάγκη».
 
Εμπορευματοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος
Από την άλλη η παρακράτηση των συντάξεων φαλκιδεύει το στοιχείο της αλληλεγγύης που αποτελεί το θεμέλιο του ασφαλιστικού συστήματος – την παραδοχή ότι οι οικονομικά ισχυρότεροι και οι υγιείς καλύπτουν με τις εισφορές τους το κόστος κάλυψης της υγειονομικής περίθαλψης των συμπολιτών τους που έχουν πιο σοβαρά προβλήματα υγείας. Το ασφαλιστικό σύστημα μετατοπίζεται, εκτρέπεται σε μια λογική συνεισφοράς των ασφαλισμένων ανάλογα με το βαθμό αναπηρίας τους – μια λογική ιδιωτικοοικονομκή που προσεγγίζει αυτήν της ασφάλισης οχημάτων.
Επανιδρυματισμός
Τέλος, η παρακράτηση των συντάξεων συνιστά μια οπισθοδρόμηση στην ασυλική λειτουργία της συρρίκνωσης των αναγκών του πάσχοντα στο ελάχιστο – σίτιση, στέγαση, φαρμακοθεραπεία. Η διαδικασία ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης των ατόμων με ψυχική και νοητική αναπηρία συναρτάται με την επανάκτηση των κοινωνικών του δικαιωμάτων και την παροχή των μέσων για τη μεγαλύτερη δυνατή αυτοπραγμάτωση τους. Η αποστέρηση των υλικών μέσων που διαθέτουν ακυρώνει αυτή τη διαδικασία και αναπαράγει τη λογική του ολοπαγούς ιδρύματος, στο πλαίσιο του οποίου συρρικνώνονται οι εκφάνσεις της ζωής που αποτελούν το πεδίο αυτοπραγμάτωσης του ατόμου και η ιδιωτική και κοινωνική ζωή απαλλοτριώνεται από μια επίφαση θεραπευτικού ολοκληρωτισμού που στην πράξη εκπίπτει σε μια κενή νοήματος λειτουργία στοιχειώδους φροντίδας και υπαγωγής στην ιδρυματική ρουτίνα.
Παραβίαση Διεθνών Συμβάσεων 
για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία
Η παρακράτηση των συντάξεων αποτελεί παραβίαση, εκτός άλλων, της Σύµβασης για τα δικαιώµατα των ατόµων µε αναπηρίες (30 Μαρτίου 2007) την οποία η χώρα μας έχει επικυρώσει με το ν. 4074/2012. Ειδικότερα, συνιστά παραβίαση του άρθρου 4 παρ.1β’, 12 παρ. 2, 4 και 5, του άρθρου 19 όπως και της παρ. 2ε'του άρθρου 28 (δικαίωμα σε «Ικανοποιητικό επίπεδο διαβίωσης και κοινωνική προστασία»), που αναφέρει: 
«Τα Κράτη Μέρη αναγνωρίζουν το δικαίωμα των ΑμεΑ στην κοινωνική προστασία και στην απόλαυση του δικαιώματος αυτού χωρίς διάκριση λόγω της αναπηρίας και λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να εγγυηθούν και να προωθήσουν το δικαίωμα αυτό, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για: (ε’) να διασφαλίσουν ίση πρόσβαση των ΑμεΑ σε συνταξιοδοτικά επιδόματα και προγράμματα».

Η παρακράτηση συντάξεων 
στο βωμό κάλυψης του δημοσιονομικού κενού
Είναι προφανές ότι το μέτρο αποβλέπει στην κάλυψη του δημοσιονομικού κενού που υπάρχει στη χρηματοδότηση των Μονάδων Ψυχικής Υγείας – οι κοινοτικές υπηρεσίες συρρικνώνονται και επαναιδρυματοποιούνται ως συνέπεια αυτής της πολιτικής. Η μεταβολή της αναλογίας του προσωπικού – ασθενών στις στεγαστικές δομές επί τα χείρω –λιγότερο προσωπικό για τους ενοίκους των Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης–, η βαθμιαία κατάρρευση των υφιστάμενων μονάδων λόγω της μη-πλήρωσης των κενών των υπαλλήλων που αποχωρούν, ο αποκλεισμός των ανασφάλιστων από την παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας, αποτελούν ήδη συμπτώματα αυτής της πολιτικής. Το συγκεκριμένο μέτρο αποβλέπει στη δημιουργία ενός μείγματος πόρων χρηματοδότησης στο οποίο οι ασθενείς θα εισφέρουν περισσότερο -και δη οι ασθενείς που πάσχουν από τις πιο σοβαρές ψυχικές διαταραχές – και το κράτος λιγότερο.

Υποκριτικές Αιτιάσεις
Η συγκεκριμένη πολιτική υιοθετείται με το πρόσχημα του περιορισμού της διασπάθισης των συντάξεων των ψυχικά ασθενών από τους δικαστικούς συμπαραστάτες ή τους φορείς -ΜΚΟ και δημόσια νοσοκομεία- που έχουν αναλάβει τη φροντίδα τους. Η υπαρκτή δυσλειτουργία στη διαδικασία αξιοποίησης του εισοδήματος του ασθενή αποτελεί το μανδύα της καταστρατήγησης των δικαιωμάτων του. Κατ'αναλογίαν οι στρεβλώσεις στη λειτουργία ορισμένων κοινοτικών στεγαστικών δομών και οι αφοριστικές γενικεύσεις για τους χρόνιους ασθενείς -“αυτοί δεν κάνουν για έξω” -θα αποτελούσαν το άλλοθι για την επιστροφή του πάσχοντα στο άσυλο- “όπου οι καημένοι έκαναν και τη βόλτα τους”.

Μέσα υποστήριξης πασχόντων 
για τη διαχείριση του εισοδήματος
Παρά ταύτα, είναι απαραίτητο να καλυφθεί το κενό που υπάρχει στην υποστήριξη των ατόμων με ψυχική και πνευματική αναπηρία στη διαχείριση των εισοδημάτων τους. Το πρόβλημα αυτό είναι διττό – αφορά αφενός τα μέσα που πρέπει να παρασχεθούν και αφετέρου τη διαδικασία ελέγχου και αξιολόγησης.
        Σε ό,τι αφορά τα μέσα ιδιαίτερα κρίσιμη είναι η διαδικασία ενδυνάμωσης του ασθενή και προαγωγής των δεξιοτήτων του ώστε να μπορεί να διαχειριστεί το εισόδημα του και να πραγματώσει την αυτονομία του. Το εγχειρίδιο αξιολόγησης της ποιότητας των Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασηςέχει πληθώρα κριτηρίων που αναφέρονται σε αυτή την παράμετρο της αποκαταστασιακής διαδικασίας -βλ. Κριτήρια 39, 46, 47, 53 και ιδιαίτερα 54.2: «Το προσωπικό της δομής υποστηρίζει τους ενοίκους στη διαχείριση των διαθέσιμων οικονομικών τους πόρων»
Παράλληλα, η 876/2000 Υπουργική Απόφαση στα άρθρα 14 και 17 αναφέρεται επίσης αδρά στο πλαίσιο προαγωγής
 της δυνατότητας των ασθενών να διαχειρίζονται το εισόδημα τους.
Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 26 της Σύμβασης, με τίτλο “Ενίσχυση των ικανοτήτων και αποκατάσταση”:
        «Τα Κράτη Μέρη λαμβάνουν αποτελεσματικά και κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης και της υποστήριξης και της καθοδήγησης σε άτομα/ομάδες σχετικές με την αναπηρία, για να διευκολύνουν τα ΑμεΑ να αποκτήσουν και να διατηρήσουν τη μέγιστη ανεξαρτησία, πλήρη σωματική, διανοητική, κοινωνική και επαγγελματική ικανότητα, και την πλήρη αποκατάσταση και συμμετοχή σε όλες τις πτυχές της ζωής».

Αναφορικά με την υλοποίηση των συγκεκριμένων αποκαταστασιακών στόχων θα πρέπει να εντοπιστούν οι υπάρχουσες καλές πρακτικές σε αυτό το πεδίο και να διαχυθούν ώστε να καλυφθεί το έλλειμμα τεχνογνωσίας στη διαδικασία προαγωγής κοινωνικών δεξιοτήτων. Η θεραπευτική πρακτική και η αποκαταστασιακή διαδικασία θα πρέπει να εγκαταλείψει την στείρα πρακτική των μικροκατασκευών και να εστιάσει στην ανάκτηση των δεξιοτήτων της καθημερινής ζωής.
 
      Παράλληλα, θα πρέπει για το σύνολο των ασθενών να εισαχθεί η υποστήριξη στη λήψη αποφάσεων σύμφωνα με τις επιταγές της Σύµβασης για τα δικαιώµατα των ατόµων µε αναπηρίες.
 Η αρχή αυτή συνιστά τη μετατόπιση από ένα πλαίσιο κηδεμονίας που εστιάζει στα γνωστικά ελλείμματα του ασθενή και του αποστερεί τη δυνατότητα να προβαίνει σε οποιουδήποτε είδους δικαιοπραξία σε ένα πλαίσιο ενδυνάμωσης που παρέχει στον ασθενή τα μέσα και τις δυνατότητες για να προσεγγίσει τις επιθυμίες και δυνατότητες του.

Διεθνείς Συμβάσεις και μέτρα υποστήριξης
Σύμφωνα με το άρθρο 12 της Σύμβασης, με τίτλο “Ισότιμη αναγνώριση ενώπιον του νόμου”:
«3. Τα Κράτη Μέρη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να παρέχουν πρόσβαση στα ΑμεΑ για την υποστήριξη την οποία πιθανώς να χρειάζονται, στην άσκηση της ικανότητας προς δικαιοπραξία.
4. Τα Κράτη Μέρη εξασφαλίζουν ότι όλα τα μέτρα που σχετίζονται με την άσκηση της ικανότητας προς δικαιοπραξία παρέχουν κατάλληλες και αποτελεσματικές εγγυήσεις για να αποτρέψουν τυχόν προσβολή σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο δικαιωμάτων του ανθρώπου. Τέτοιες εγγυήσεις εξασφαλίζουν ότι τα μέτρα που σχετίζονται με την άσκηση της ικανότητας προς δικαιοπραξία σέβονται τα δικαιώματα, τη βούληση και τις προτιμήσεις του ατόμου …. και είναι ανάλογα και προσαρμοσμένα στις περιστάσεις του ατόμου, εφαρμόζονται για το μικρότερο δυνατό χρονικό διάστημα και υπόκεινται σε τακτική επιθεώρηση από μια αρμόδια, ανεξάρτητη και αμερόληπτη αρχή ή δικαστικό όργανο. Οι εγγυήσεις θα είναι ανάλογες με το βαθμό κατά τον οποίο τα μέτρα επηρεάζουν τα δικαιώματα και τα ενδιαφέροντα του ατόμου.».

Εκπόνηση πρωτοκόλλων και υποβολή εκθέσεων 
για την άρση στρεβλώσεων
Ωστόσο, η υφιστάμενη πρακτική των δικαστικών συμπαραστατών απέχει πολύ από την υλοποίηση αυτού του στόχου. Η εγκατάλειψη και η κακώς εννοούμενη κηδεμονία –περιοδική αγορά γλυκών και ρούχων- αποτελούν εξίσου μεγάλα προβλήματα με την κακοδιαχείριση των συντάξεων των ασθενών. Για την υπέρβαση αυτών των κακών πρακτικών είναι απαραίτητη η εκπόνηση ενός πρωτοκόλλου που να περιλαμβάνει με εύληπτο τρόπο αφενός τις αρχές της υποστήριξης στη λήψη αποφάσεων και αφετέρου οδηγίες, παραδείγματα και καλές πρακτικές για την υιοθέτηση της νέας αυτής προσέγγισης. Η συνεργασία των επαγγελματιών ψυχικής υγείας και ο εκπαιδευτικός τους ρόλος στην προώθηση αυτής της διαδικασίας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αποστολής τους.

Οι σχετικές δράσεις αποτελούν μέρος του ατομικού θεραπευτικού σχεδίου του ασθενή και η ενσωμάτωση και επικαιροποίηση σε τακτά χρονικά διαστήματα των σχετικών στόχων θα πρέπει να είναι προϊόν της συνέργιας του ασθενή, υποστηρικτή - δικαστικού συμπαραστάτη (Υ-ΔΣ) και θεραπευτή. Με αυτό τον τρόπο θα αποτυπώνεται η πρόοδος που σημειώνεται σε επίπεδο δομής ενώ σε αντίστοιχη έκθεση ο Υ-ΔΣ θα αποτυπώνει τις δικές του ενέργειες. Στο πλαίσιο αυτής της έκθεσης θα περιλαμβάνεται και η λογοδοσία για τις δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί.

Δεξαμενή Υποστηρικτών-Δικαστικών Συμπαραστατών
Η εφαρμογή αυτού του πλαισίου είναι πιθανό να απομακρύνει ή να αποκλείσει πολλούς Υ-ΔΣ, γεγονός που θα εντείνει τα προβλήματα υλοποίησης και είναι πιθανό να ακυρώσει τη διαδικασία προστασίας των δικαιωμάτων των ΑμΨΝΑ. Η πρόβλεψη για τη σύσταση κοινωνικής υπηρεσίας ή εναλλακτικά επαγγελματιών ψυχικής υγείας ως Υ-ΔΣ και ως ελεγκτικών οργάνων δεν έχει εφαρμοστεί. Επομένως, η υφιστάμενη δεξαμενή επαγγελματιών -που διαρκώς συρρικνώνεται- δεν αρκεί για να καλύψει τα κενά του υφιστάμενου πλαισίου και να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις ενός διευρυμένου πλαισίου.

        Για την προώθηση του θεσμού της Υ-ΔΣ θα πρέπει να αξιοποιηθεί το σύνολο των επαγγελματιών ψυχικής υγείας, ένα μεγάλο εύρος ειδικοτήτων και από όλο το πλέγμα των κοινωνικών και υγειονομικών υπηρεσιών . Παράλληλα, η εμπλοκή και ο ορισμός των πολιτών ως “αναδόχων “Υ-ΔΣ” στο πλαίσιο της προαγωγής της κοινωνικής τους ευθύνης για συγκεκριμένο χρόνο και με την παροχή συγκεκριμένων κινήτρων– πχ. μοριοδότηση για προσλήψεις ή βαθμολογική ανέλιξη- θα μπορούσε να καλύψει το κενό που υπάρχει.


   Σχετική νομοθεσία και προτάσεις:
         1)Με το ν. 3984/2011, στο άρθρο 66, παρ. 8 και 9:
α) με την παρ. 8 προστέθηκε στο άρθρο 13 του ν. 3868/2010 (Α' 129) 3η παράγραφος ως ακολούθως: "3. Οι περιθαλπόμενοι σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα οποία παρέχουν υπηρεσίες κλειστής περίθαλψης, οι οποίοι πάσχουν από χρόνιες παθήσεις και για όσο χρονικό διάστημα αυτοί διαμένουν μόνιμα εντός των φορέων αυτών, συμμετέχουν στη δαπάνη περίθαλψης τους με ποσοστό επί της σύνταξης που λαμβάνουν. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται το ποσοστό συμμετοχής κλιμακωτά ανάλογα με τη σύνταξη του κάθε περιθαλπόμενου, η διαδικασία και ο τρόπος καταβολής του, το όργανο ελέγχου και διαχείρισης των χρημάτων και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Αντίθετοι όροι στις συναφθείσες συμβάσεις μεταξύ των δημόσιων φορέων που παρέχουν υπηρεσίες κλειστής περίθαλψης με τους ασφαλιστικούς φορείς δεν ισχύουν"και,
β) με  την παρ. 9 προστέθηκε 8η παράγραφος στο τέλος του άρθρου 13 του ν. 2716/1999, ως ακολούθως: "8. Τα άτομα, τα οποία τοποθετούνται σε μονάδες και προγράμματα ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης του άρθρου 9 του παρόντος νόμου, που παρέχονται από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, συμμετέχουν στη δαπάνη περίθαλψης τους για όσο χρόνο διαμένουν στις δομές αυτές, με ποσοστό επί της σύνταξης την οποία λαμβάνουν. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται το ποσοστό συμμετοχής κλιμακωτά ανάλογα με τη σύνταξη του κάθε περιθαλπόμενου, η διαδικασία και ο τρόπος καταβολής του, το όργανο ελέγχου και διαχείρισης των χρημάτων και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Αντίθετοι όροι στις συναφθείσες συμβάσεις των εν λόγω φορέων που παρέχουν υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης με τους ασφαλιστικούς φορείς δεν ισχύουν.",
2) η υπ’ αριθμ. πρωτ. Σ74/11 ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Αριθμ: 42 του ΙΚΑ,
3) η Έκθεση της Ειδικής ΕπιτροπήςΕλέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχιατρικές Διαταραχές για την παρακράτηση των συντάξεων,
5) η πρόταση για τη νομοθετική ακύρωση της παρακράτησης των συντάξεωνκαι την ταυτόχρονη διασφάλιση των εισοδημάτων των ψυχικά πασχόντων που φιλοξενούνται σε στεγαστικές δομές ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης.

Ζητήματα προστασίας των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία στο πλαίσιο της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα

$
0
0

Αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) το πόρισμα της με τίτλο "ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ", που προέκυψε μετά από διερεύνηση αναφοράς που κατέθεσε το Δίκτυο "ΑΡΓΩΣ", σχετικά με τά προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι φορείς ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης.

Στα συμπεράσματα του Πορίσματος αναφέρονται τα ακόλουθα:

1.                  Η σύνθετη διαδικασία της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης την οποία έχει ξεκινήσει η Ελλάδα εδώ και μια εικοσαετία, έχει αναπτυχθεί άνισα. Οι προκλήσεις είναι πράγματι μεγάλες, καθώς η μεταρρύθμιση αποτελεί μια καθολικά νέα προσέγγιση, και όχι απλώς μια οργανωτική λύση. Είναι αλήθεια πως αν συγκρίνει κανείς το τοπίο του 1990 με αυτό του 2011, θα μπορούσε να διατυπωθεί ο ισχυρισμός πως σε ό,τι αφορά την ψυχική υγεία, έχουν υπάρξει περισσότερες βελτιώσεις απ’ ό, τι στην φροντίδα γενικής υγείας στο πλαίσιο του ΕΣΥ. Ωστόσο, δεν έχουν εδραιωθεί οι δομές, οι μηχανισμοί και τα εργαλεία που προαπαιτούνται και να τελεσφορήσει η μεταρρύθμιση.
2.                  Ενώ το κανονιστικό πλαίσιο είναι σε γενικές γραμμές επαρκές, πολλές διατάξεις παραμένουν ανενεργές, είτε λόγω ανεπαρκούς πολιτικής βούλησης (που θα προϋπέθετε, για παράδειγμα, σύγκρουση με εδραιωμένα συμφέροντα π.χ. με επαγγελματικές συντεχνίες ή με τις φαρμακοβιομηχανίες), είτε λόγω αβελτηρίας της διοίκησης να λειτουργήσει με γνώμονα την προστασία των ψυχικά πασχόντων, και των δικαστικών λειτουργών να εφαρμόσουν τις δικαιοκρατικές αρχές που διέπουν τους σχετικούς νόμους. Τούτο, σε συνδυασμό με την πανθομολογούμενη απουσία αποδοχής του αναγκαίου της αξιολόγησης και την επίσης διάχυτη κουλτούρα της ατιμωρησίας που έχει εμφιλοχωρήσει σε όλους τους επαγγελματικούς κλάδους στην Ελλάδα, δεν αποτελεί καλό έδαφος ώστε να εφαρμοστεί σωστά η μεταρρύθμιση. Επιπλέον, όπως ισχύει και για άλλα ζητήματα, απουσιάζει ο μακροχρόνιος και σαφής σχεδιασμός πολιτικών, από την πλευρά του κράτους.
3.                  Το μοντέλο παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας, παραμένει ιατροκεντρικό (και ‘νοσοκομοκεντρικό’), σε πείσμα των εξαγγελιών, με ανύπαρκτη, την πρόληψη και απολύτως υποβαθμισμένη την πρωτοβάθμια περίθαλψη. Τα ελλείμματά στο επίπεδο της πρωτοβάθμιας φροντίδας τροφοδοτούν την παραγωγή του «επείγοντος», κι έτσι ένα μεγάλο μέρος τουσυστήματος ψυχιατρικής φροντίδας λειτουργεί μόνο για την αντιμετώπιση επειγουσών καταστάσεων. Χωρίς πρόληψη και έγκαιρη παρέμβαση στα πρώτα στάδια μιας διαταραχής μέσα στο πεδίο όπου ζει και λειτουργεί ο ψυχικά πάσχων, η νοσοκομειακή φροντίδα γίνεται, στην πράξη, μονόδρομος και η μοίρα του ψυχικά πάσχοντος σφραγίζεται από τις υποτροπές και τις επανεισαγωγές στα δημόσια ή/και ιδιωτικά Ψυχιατρεία.
4.                  Η τομεοποίηση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας δεν έχει λειτουργήσει, ενώ υποτυπώδης είναι η δικτύωση των εξωνοσοκομειακών υπηρεσιών με τις μονάδες νοσηλείας, αλλά και  η επικοινωνία ανάμεσα στις εξωνοσοκομειακές υπηρεσίες.  Όμως, όσο δεν εφαρμόζεται ένα δίκτυο κοινοτικών υπηρεσιών ανά τομέα, ο ψυχικά πάσχων θα συνεχίσει να αναζητεί ‘κλίνη’,  έστω σε μια μονάδα μικρότερης κλίμακας απ’ ό, τι παλιότερα.

Για να αντιμετωπιστούν αυτές οι στρεβλώσεις, θα πρέπει:
Ø  Η αναθεώρηση του ‘Ψυχαργώ’ να γίνει στη βάση της συνεπούς και ειλικρινούς αξιολόγησης της μέχρι τώρα πορείας.
Ø  Η εφαρμογή της τομεοποίησης είναι απόλυτη προτεραιότητα, σε συνδυασμό με την δημιουργία δικτύου υπηρεσιών πρόληψης και πρωτοβάθμιας φροντίδας στην κοινότητα, όπως και παιδοψυχιατρικής φροντίδας.
Ø  Ο έλεγχος της ποιότητας, καθώς και της διασφάλισης των όρων αμοιβής και εργασίας του προσωπικού των στεγαστικών δομών και των Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης πρέπει να συνδεθεί με την χρηματοδότησή τους.
Ø  Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί θεσμικά το καθεστώς κάτω από το οποίο διαμένουν οι ασθενείς στις στεγαστικές δομές των ΝΠΔΔ και των ΝΠΙΔ, για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της σύγχυσης μεταξύ ‘νοσηλείας’ και ‘διαμονής’. Παράλληλα, θα πρέπει άμεσα να διαμορφωθούν οι κανονισμοί λειτουργίας για τις ΜΨΥ και για τις στεγαστικές δομές διαφόρων τύπων.
Ø  Οι κρατικοί και οι μη κερδοσκοπικοί φορείς παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας από τη μια, και οι ιδιωτικοί φορείς από την άλλη θα πρέπει να πάψουν να αλληλοαγνοούνται. Ο έλεγχος της ποιότητας των υπηρεσιών και του σεβασμού των δικαιωμάτων των νοσηλευομένων στις ιδιωτικές κλινικές πρέπει να  περάσει στην αρμοδιότητα του ΥΥΚΑ.
Ø  Επιβεβλημένη είναι η ενίσχυση των ομάδων εκπροσώπησης των ψυχικά πασχόντων, ώστε να αναλάβουν ρόλους διεκδίκησης και να καλλιεργήσουν τις συμμαχίες που εκείνοι θα επιλέξουν. Το βίωμα είναι αυστηρά προσωπικό και δεν μοιράζεται, αλλά τα αιτήματα είναι κοινά. Επιπλέον, είναι αναγκαία η διασφάλιση πλήρους ενημέρωσής τους αναφορικά με τα δικαιώματά τους κατά την (ακούσια ή εκούσια) νοσηλεία τους.
Ø  Είναι μεγάλη η ανάγκη για ψυχοεκπαιδευτικές και υποστηρικτικές παρεμβάσεις για τις οικογένειες των ψυχικά πασχόντων. Στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαία η δημιουργία δομών βραχείας φιλοξενίας πασχόντων, ώστε να ανακουφίζεται η οικογένεια και να μπορεί να συνεχίσει την φροντίδα.
Ø  Θεωρούνται, ακόμα απαραίτητες, επιμορφωτικές δράσεις τόσο για τους Εισαγγελείς, όσο και για τους γιατρούς που χειρίζονται ακούσιες νοσηλείες.
Ø  Τα μέτρα για την καταπολέμηση του στίγματος είναι απαραίτητο συστατικό των πολιτικών του κράτους και της αυτοδιοίκησης.
Ø  Εξίσου επιβεβλημένη είναι η ενίσχυση της λειτουργίας των Δομών Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας, που ενισχύουν την επανένταξη των ψυχικά πασχόντων.
Ø  Η θεσμοθέτηση ειδικού ανεξάρτητου οργάνου ελέγχου λειτουργίας των μονάδων ψυχικής υγείας με ευρείες αρμοδιότητες, είναι απαραίτητη. Ωστόσο, η διενέργεια τακτικών, αλλά και χωρίς προειδοποίηση, επισκέψεων από την υπάρχουσα Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές είναι αναγκαία.
Ø  Η επικύρωση του CRPDκαι του OPCATείναι απαραίτητα για τη θεσμική θωράκιση των δικαιωμάτων των ψυχικά πασχόντων.
Ειδικότερα, αναφορικά με τους ποινικά ακαταλόγιστους, η ΕΕΔΑ προτείνει:
Ø    Την τροποποίηση τoυ άρθρου 69 ΠΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 310 παρ. 1 ΚΠΔ, ούτως ώστε σε περιπτώσεις ακαταλόγιστων προσώπων που διαπράττουν πλημμελήματα ή κακουργήματα, το δικαστικό συμβούλιο να μην απαλλάσσει τα ανωτέρω πρόσωπα από τη δίωξη διατάσσοντας ταυτόχρονα τη φύλαξή τους, όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά να παραπέμπει τα πρόσωπα αυτά στο αρμόδιο δικαστήριο «με επιφύλαξη απαλλαγής». Μόνο αυτό το δικαστήριο, μετά από διαδικασία ενώπιον ακροατηρίου, θα πρέπει να έχει την αρμοδιότητα να διατάξει τη φύλαξη, αφού απαλλάξει τα ακαταλόγιστα πρόσωπα από τη σχετική ποινή.
Ø    Την τροποποίηση των άρθρων 69 και 70 ΠΚ το γράμμα των οποίων θέτει τη «δημόσια ασφάλεια», έναν ιδιαίτερα αόριστο και ασαφή όρο, ως το μόνο κριτήριο της έναρξης και της συνέχισης της φύλαξης ακαταλόγιστων. Ο νομοθέτης οφείλει να υποβάλει τη φύλαξη σε θεραπευτικές αρχές και να θέσει ρητά και εδώ (όπως έχει ήδη γίνει με το Ν. 2071/1992, στα άρθρα 95-99 που αφορούν στην προληπτική ακούσια νοσηλεία), ως κύρια προϋπόθεση έναρξης και συνέχισης της φύλαξης την ύπαρξη ή συνέχιση ύπαρξης συγκεκριμένης ασθένειας των ακαταλόγιστων προσώπων η οποία σε είδος ή/και βαθμό να τους καθιστά επικίνδυνους για την κοινωνία, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες βασικές αρχές αρμόδιων οργάνων και οργανισμών του ΟΗΕ, τις θεμελιώδεις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ.
Ø    Δεδομένου ότι στην πράξη η εφαρμογή των άρθρων 69 και 70 ΠΚ μπορεί να οδηγήσει σε μακροχρόνιο εγκλεισμό (ακόμη και για το υπόλοιπο της ζωής), θεωρείται απαραίτητη η διά νόμου θέσπιση ανώτατου ορίου φύλαξης και θεραπείας των ακαταλόγιστων και της δυνατότητας επέκτασης αυτού του ορίου, βάσει σχετικής δικαστικής απόφασης, εφόσον αυτό επιβάλλεται για τη θεραπεία τους.
Ø    Η δικαστική απόφαση φύλαξης (και συνέχισης φύλαξης) ακαταλόγιστων προσώπων σε θεραπευτικό ίδρυμα είναι σκόπιμο να υπόκειται διά νόμου σε δευτεροβάθμιο δικαστικό έλεγχο, μέσω ενδίκου μέσου διαθέσιμου στα υπό φύλαξη και θεραπεία πρόσωπα και σε νόμιμους εκπροσώπους τους, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες βασικές αρχές του ΣτΕυρ και του Διεθνούς Οργανισμού Υγείας. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα και με τη νομολογία του ΕΔΔΑ, το βάρος απόδειξης περί της ανάγκης ή συνέχισης του εγκλεισμού πρέπει να φέρουν οι αρχές και όχι ο εφεσιβάλλων. Επιπλέον, ο δευτεροβάθμιος δικαστικός έλεγχος πρέπει να λαμβάνει χώρα σε ιδιαίτερα σύντομο χρονικό διάστημα, όπως επιβάλλει το άρθρο 5 παρ.4 ΕΣΔΑ.
Ø    Το ποινικά ακαταλόγιστο πρόσωπο είναι σκόπιμο να έχει ρητά εκ του νόμου το δικαίωμα αυτοπρόσωπης παράστασης σε όλα τα στάδια των σχετικών διαδικασιών, προς διασφάλιση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων του που απορρέουν, μεταξύ άλλων, από τα άρθρα 2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 3 και 5, 21 παρ. 3 και 25 παρ. 1 Σ, αλλά και για να έχει τη δυνατότητα η αρχή που ερευνά το θέμα να έχει αυτοπροσώπως αντίληψη της πνευματικής και ψυχικής του κατάστασης. Για τους ίδιους λόγους κρίνεται σκόπιμη η πρόβλεψη από το νόμο υποχρέωσης του δικαστηρίου να εξετάσει το ακαταλόγιστο πρόσωπο στον χώρο κράτησής του, σε περίπτωση που η μεταφορά του στο δικαστήριο έχει κριθεί ως αδύνατη για οποιοδήποτε λόγο.
Ø    Τέλος, κρίνεται απαραίτητη η διά νόμου πρόβλεψη της υποχρέωσης του δικαστηρίου, πριν από τη διαταγή (συνέχισης) φύλαξης του ποινικά ακαταλόγιστου προσώπου, να διατάσσει αυτεπάγγελτα τη γνωμάτευση δύο ψυχιάτρων που δεν πρέπει να τελούν σε σχέση συγγένειας με το ακαταλόγιστο πρόσωπο (κατ’ αναλογία του άρθρου 96 παρ. 2 του Ν. 2071/1992). Οι σχετικές ψυχιατρικές γνωματεύσεις θα πρέπει να συνιστούν στοιχεία για την αιτιολόγηση της δικαστικής απόφασης φύλαξης.
Ø    Για το θέμα αυτό, η ΕΕΔΑ προτείνει την επεξεργασία ενός ειδικού πλαισίου νοσηλείας, το οποίο θα εγγράφεται στο πλαίσιο εναλλακτικής σωφρονιστικής μεταχείρισης, που θα διασφαλίζει την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών θεραπευτικής φροντίδας, ενώ σε διαχειριστικό επίπεδο επισημαίνεται η ανάγκη συντονισμού και τακτικής συνεργασίας των αρμόδιων Υπηρεσιών  του ΥΥΚΑ και του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
Αναφορικά με τις ακούσιες νοσηλείες:
Ø    Η ΕΕΔΑ προτείνει, προκειμένου να τηρούνται οι προστατευτικές για τον ψυχικά πάσχοντα προβλέψεις του 2071,τη δημιουργία ειδικού εισαγγελέα –στο πρότυπο του θεσμού του εισαγγελέα ανηλίκων- για τις υποθέσεις ακούσιας νοσηλείας.
Ø    Επιπλέον, προτείνεται η άμεση εφαρμογή της τομεοποίησης των υπηρεσιών ψυχικής υγείας.
Ø    Για την αντιμετώπιση των κρίσεων (acutecases), προτείνεται η ανάπτυξη προγραμμάτων εξειδικευμένης εκπαίδευσης του νοσηλευτικού -κυρίως- προσωπικού σε δεξιότητες συμβουλευτικής υποστήριξης και αντιμετώπισης κρίσεων.
Ø    Προτείνεται ακόμη η εκπαίδευσητων αστυνομικών που καλούνται να έλθουν σε επαφή ψυχικά πάσχοντες σε κρίση στο πλαίσιο ακούσιων νοσηλειών, σε προγράμματα «παρέμβασης στην κρίση» (CrisisIntervention). Η ΕΕΔΑ υπενθυμίζει την ολοκληρωμένη πρότασή της για αναδιάρθρωση του προγράμματος εκπαίδευσης των αστυνομιών στα ανθρώπινα δικαιώματα, πρόταση την οποία είχε διαμορφώσει Ειδική Ομάδα Εργασίας που η Επιτροπή είχε συστήσει για αυτό το σκοπό το 2009, και την οποία κατέθεσε και στην πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη το 2010.
Ø    Προτείνεται, τέλος, η δημιουργία ανεξάρτητου διοικητικού οργάνου που θα έχει αρμοδιότητα να εξετάζει σε πρώτο στάδιο την ορθότητα  και νομιμότητα των ακούσιων νοσηλειών, πριν από την προσφυγή σε δικαστήριο.
Αναφορικά με την δικαστική συμπαράσταση:
Ø    Προτείνεται η εισαγωγή ευέλικτου συστήματος, που θα μπορεί να τίθεται σε λειτουργία με ταχείες διαδικασίες για τα διαστήματα κατά τα οποία οι ψυχικά πάσχοντες βρίσκονται σε κρίση, και θα είναι ανενεργό κατά τον υπόλοιπο χρόνο.
Ø    Γενικότερα, είναι επιτακτική η ανάγκη να λειτουργήσουν αποτελεσματικά όλες εκείνες οι υπηρεσίες που προβλέπονται από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, οι οποίες θα διασφαλίζουν την ορθή εφαρμογή της δικαστικής προστασίας των ψυχικά πασχόντων
Αναφορικά με το δικαίωμα πρόσβασης στον ιατρικό και διοικητικό φάκελο του ψυχικά πάσχοντος: 
ØΗ ΕΕΔΑ υπογραμμίζει την σημασία της αναγνώρισης και της τήρησης των προβλέψεων του νόμου από όλες τις αρμόδιες αρχές του δικαιώματος πρόσβασης του ψυχικά ασθενούς στοςν ιατρικό του φάκελο, καθώς, εξ'ορισμού, το απόρρητο αντιτάσσεται στους τρίτους, αποσκοπώντας ακριβώς στην προστασία του πάσχοντος, και όχι στον ίδιο τον πάσχοντα.
Ολόκληρο το κείμενο μπορείτε να βρείτε εδώ.

Έκθεση αξιολόγησης (προσχέδιο) των παρεμβάσεων εφαρμογής της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης για την περίοδο 2000-2009

$
0
0
Σήμερα δημοσιεύουμε απόσπασμα με τα συμπεράσματα και τις προτάσεις της από Σεπτεμβρίου 2010 έκθεσης με τίτλο: «Έκθεση αξιολόγησης (προσχέδιο) των παρεμβάσεων εφαρμογής της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης για την περίοδο 2000-2009»*. 

Δυστυχώς η έκθεση δεν ανταποκρίθηκε στα προσδοκώμενα. Το μεγαλύτερο μέρος της -αν όχι όλο, αποτελεί συρραφή παλαιότερων μελετών και κειμένων του ΠΟΥ ή άλλων οργανισμών. Αναλώνεται σε διαπιστώσεις και σε θεωρητικές τοποθετήσεις, αποφεύγοντας επιμελώς να προτείνει πρακτικές λύσεις στα προβλήματα που διαπίστωσε. 

Συνοπτικά, η έκθεση στα συμπεράσματα και στις προτάσεις της αναφέρεται**:
α) στον κατακερματισμό και την έλλειψη συντονισμού των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, 
β) στην αναγκαιότητα ανάπτυξης συστηματικής συνεργασίας με το εκπαιδευτικό σύστημα, 
γ) στη δημιουργία Ενιαίου Φορέα Ψυχικής Υγείας, 
δ) στην ουσιαστική λειτουργία των Τομέων Ψυχικής Υγείας, 
ε) στην καθιέρωση Κέντρων Ψυχικής Υγείας ως κορμούς των τοπικών υπηρεσιών, 
στ) στην αποτίμηση των υπηρεσιών και των οικονομικών τους, 
ζ) στην "πιστοποίηση"των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, 
η) στην συστηματική κι οργανωμένη διαδικασία παρακολούθησης και ελέγχου των δικαιωμάτων των ασθενών, 
θ) στο σύνδρομο της επαγγελματικής εξουθένωσης του προσωπικού των μονάδων ψυχικής υγείας, 
ι) στη δυνατότητα μερικής, ενδεχομένως, κάλυψης από τους χρήστες του κόστους διαμονής σε κοινοτικές δομές, 
ια) στη συνεχιζόμενη εκπαίδευση και κατάρτιση του προσωπικού, 
ιβ) στις παρατυπίες που αφορούν τον ακούσιο εγκλεισμό ασθενών, 
ιγ) στη διαχείριση των επιδομάτων και των άλλων οικονομικών πόρων από τις οικογένειες τους, χωρίς να εξασφαλίζονται τα συμφέροντα τους κ.ά. 

Ειδικότερα:


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ.
Η συνέχιση και η επίτευξη των στόχων που έθεσε το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα εξαρτώνται από δομικές αλλαγές του συστήματος προκειμένου να δημιουργηθούν βιώσιμες, κοινοτικά-προσανατολισμένες υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Το πρόγραμμα βρίσκεται σε εξαιρετικά κρίσιμο σημείο, στο οποίο πρέπει να δοθεί προσοχή στον τρόπο με τον οποίο οι υπάρχουσες υπηρεσίες θα συνδυαστούν για να δημιουργήσουν αποτελεσματικά δίκτυα.
Το παρόν σύστημα αφορά τουλάχιστον 4 χωριστά/ανεξάρτητα μεταξύ τους υπό-συστήματα παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας, τα οποία είναι: τα Ψυχιατρικά Νοσοκομεία, τα Γενικά Νοσοκομεία, οι Μη-Κερδοσκοπικοί Οργανισμοί και ο Ιδιωτικός Τομέας. Επιπλέον, ξεχωριστά υπό-συστήματα αποτελούν οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας που παρέχονται από τις ένοπλες δυνάμεις (ψυχιατρικά τμήματα στρατιωτικών νοσοκομείων), τα ασφαλιστικά ταμεία, τις κατά τόπους οργανώσεις και αρχές και από την Εκκλησία. Ο ιδιωτικός τομέας έχει ισχυρή παρουσία στην χώρα, με ιδιώτες ιατρούς (κυρίως ψυχιάτρους) και αρκετά ιδιωτικά ψυχιατρικά νοσοκομεία. Επιπλέον φαίνεται να υπάρχει αυξητική τάση στη δράση του ιδιωτικού τομέα, τόσο αριθμητικά όσο και στο ρόλο που διαδραματίζει στο ευρύτερο σύστημα της ψυχικής υγείας. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η παρούσα αξιολόγηση δεν αφορά τα υπόλοιπα υπό-συστήματα, ωστόσο θα πρέπει μελλοντικά να διερευνηθεί ο ρόλος τους.
Η ύπαρξη αυτών των χωριστών υπό-συστημάτων ψυχικής υγείας αποτελεί κύρια αιτία για τον κατακερματισμό και την έλλειψη συντονισμού που παρατηρείται μεταξύ των υπηρεσιών. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν υπάρχει συγχώνευση/ενσωμάτωση ούτε μεταξύ των υπό-συστημάτων, ούτε μεταξύ των υπηρεσιών του ίδιου υπό-συστήματος. Υπάρχουν, ωστόσο, σημαντικές εξαιρέσεις, όπως π.χ το Κέντρο Ψυχικής Υγείας των Αγ. Αναργύρων Αττικής και το Κέντρο Ψυχικής Υγείας Κατερίνης.
Με βάση τις παραπάνω γενικές παρατηρήσεις, η Ομάδα Αξιολόγησης κατέληξε σε συγκεκριμένα συμπεράσματα και προτάσεις, που παρουσιάζονται παρακάτω σε επίπεδο α) κατευθύνσεων στο πλαίσιο ενός νέου επικαιροποιημένου στρατηγικού σχεδιασμού αλλά και, β) σε επίπεδο ειδικών θεμάτων/δράσεων στα οποία θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή.

Α. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ - ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑ.
Η πορεία της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε μια στρατηγική που αναπτύχθηκε την προηγούμενη δεκαετία. Οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί συνολικά στο σύστημα ψυχικής υγείας και στις ανάγκες του πληθυσμού, οι επιταγές διεθνών οργανισμών, όπως ο ΠΟΥ, αναφορικά με τις προτεραιότητες που πρέπει να τεθούν και τέλος οι σύγχρονες τάσεις στην παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας είναι ορισμένοι από τους παράγοντες που επιβάλλουν την ανάπτυξη μιας νέας στρατηγικής για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση.



Πιο αναλυτικά, με βάση τις παραλείψεις της ισχύουσας πολιτικής και τις διεθνείς τάσεις, οι νέοι στόχοι που θα ήταν χρήσιμο να τεθούν, αφορούν τις παρακάτω κατηγορίες:


Αναθεώρηση και εμπλουτισμός των εννοιών ψυχική νόσος-ψυχική υγεία

Το γενικότερο πνεύμα της ισχύουσας στρατηγικής διακατέχεται από την αντίληψη ότι η ψυχική νόσος αφορά συγκεκριμένο πληθυσμό (χρόνιους ασθενείς) που πάσχει από σοβαρές διαταραχές. Είναι ενδεικτικό ότι η κωδική ονομασία που δόθηκε στην ψυχιατρική μεταρρύθμιση ήταν «ΨΥΧΑΡΓΩΣ», η επιστροφή δηλαδή των χρονίων ιδρυματοποιημένων ασθενών στην κοινότητα. Ωστόσο, όπως αναφέρεται και στο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Ψυχική Υγεία, συναισθηματικού τύπου διαταραχές όπως η κατάθλιψη και το άγχος, ευθύνονται για φαινόμενα όπως αυτοκτονίες, μειωμένη αποδοτικότητα στην εργασία κτλ. και αφορούν όλα τα άτομα. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αναφέρει ξεκάθαρα ότι η ψυχική υγεία δεν συνεπάγεται την απουσία ψυχικών νόσων αλλά αφορά την ευρύτερη λειτουργικότητα των ατόμων και το επίπεδο της ψυχικής τους ευεξίας (well-being) κατά συνέπεια οι όροι θα πρέπει να αντανακλώνται στην επόμενη φάση της μεταρρύθμισης.


Πρόληψη των ψυχικών νόσων: 

Η πρόληψη των ψυχικών διαταραχών θα πρέπει να αποτελεί μια διαρκή διαδικασία και όχι να διενεργείται αποσπασματικά είτε ως ειδικό πρόγραμμα συγκεκριμένης διάρκειας είτε ως δράση μεμονωμένων υπηρεσιών και φορέων. Αντίθετα οι δράσεις για την προαγωγή της ψυχικής υγείας θα πρέπει να προσανατολιστούν προς την κατεύθυνση του τρόπου με τον οποίο παρέχονται παρά να είναι κάτι το επιπλέον. Αν, δηλαδή, οι υπηρεσίες παρέχονται ικανοποιητικά και δίνουν έμφαση στην αλληλεπίδραση με την κοινότητα, αυτό θα έχει άμεσο αντίκτυπο στις τοπικές κοινωνίες και θα ελάττωνε το στίγμα με ένα τρόπο άμεσο και πρακτικό.Πιθανώς θα ήταν πιο αποτελεσματικό να υπάρχει μια κεντρική γραμμή για την προαγωγή της ψυχικής υγείας, η οποία θα αφομοίωνε στοιχεία από παρόμοιες δράσεις σε άλλες χώρες. Συνεπώς οι δράσεις πρόληψης δεν θα πρέπει να είναι αποσπασματικές αλλά να έχουν διάρκεια και συνέπεια, να είναι εθνικά συντονισμένες και να εμπλέκουν διαφορετικούς φορείς. Κύριο σημείο αποτελεί επίσης το ότι η ουσιαστική πρόληψη διενεργείται σε μικρές ηλικίες, όταν δηλαδή η προσωπικότητα είναι εύπλαστη και υπάρχει δυνατότητα έγκαιρης παρέμβασης όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο.  Σε αυτό το πλαίσιο, θα ήταν χρήσιμο να αναπτυχθεί η κατάλληλη βάση για μια συστηματική συνεργασία με το εκπαιδευτικό σύστημα, με στόχο την πρόληψη των ψυχικών διαταραχών στα παιδιά και με την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.


Αναβάθμιση των υπηρεσιών και του ευρύτερου συστήματος ψυχικής υγείας:  

Ο ανεπαρκής συντονισμός των υπηρεσιών και ο κατακερματισμός του συστήματος έχει οδηγήσει σε προβλήματα που σχετίζονται με τη συνέχεια της φροντίδας, την πρόσβαση και την διαδρομή που ακολουθούν οι ασθενείς μέσα στο σύστημα. Τα προβλήματα αυτά επιβαρύνουν όχι μόνο τους ασθενείς και τις οικογένειες τους, όπως οι ίδιοι αποκάλυψαν στις συνεντεύξεις, αλλά και το ίδιο το σύστημα.  Απαιτείται λοιπόν η αναβάθμιση των υπηρεσιών βάσει των αρχών της ισότητας στην πρόσβαση και του συνεχούς της φροντίδας, με έμφαση στην δημιουργία και εφαρμογή σαφών διαδικασιών διαχείρισης και παρακολούθησης και συγκεκριμένων χρηματοδοτικών κριτηρίων και  θα καλύπτει τις ανάγκες όλου του πληθυσμού.

Ψυχική υγεία ευπαθών ομάδων του πληθυσμού

Οι υπηρεσίες που αντιστοιχούν στις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού φαίνεται να είναι ανεπαρκείς σε σχέση με τις ανάγκες, ιδιαίτερα για παιδιά, εφήβους και ηλικιωμένους, όπως αποκάλυψαν οι ομάδες συζήτησης. Επιπλέον σε μια κοινωνία η οποία μεταβάλλεται συνεχώς λόγω της εισόδου μεταναστών στη χώρα και της ανάπτυξης (εθνικών και θρησκευτικών) μειονοτήτων, θα πρέπει να υπάρχουν οι μηχανισμοί κάλυψης των αναγκών τους.


Προσανατολισμός στην έρευνα και την συστηματική καταγραφή των αναγκών, της ψυχικής υγείας του πληθυσμού: 

Η απουσία μελετών αναφορικά με τους χρήστες/επωφελούμενους αλλά και με την ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών, αποτελεί βασικό μειονέκτημα του υπάρχοντος συστήματος. Η συστηματική έρευνα αποτελεί μια βασική παράμετρο πάνω στην οποία οφείλει να βασίζεται οποιαδήποτε  πολιτική, προκειμένου οι προτάσεις και οι στόχοι της να ανταποκρίνονται σε συγκεκριμένες ανάγκες. 


Β. ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΥ 

Για την επιτυχή πορεία της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, απαραίτητη είναι ανάπτυξη ενός πλαισίου δράσεων το οποίο θα πρέπει να έχει ως απώτερο στόχο την βελτίωση της ψυχικής υγείας ολόκληρου του πληθυσμού και την δημιουργία ενός αξιόπιστου και αποδοτικού συστήματος ψυχικής υγείας, αξιοποιώντας τις υπάρχουσες υπηρεσίες, εμπλέκοντας σε μεγαλύτερο βαθμό τους χρήστες και τέλος λαμβάνοντας υπόψη τους οικονομικούς περιορισμούς που υφίσταται η χώρα.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης αποσαφηνίζουν τις κατηγορίες δράσεων στις οποίες πρέπει να δοθεί προτεραιότητα και οι οποίες διαρθρώνονται ως εξής, όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα:

 

I.ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Ένα από τα βασικά αρνητικά σημεία οργάνωσης και λειτουργίας του συστήματος, όπως αναφέρθηκε στις ομάδες συζήτησης, αφορά τον συντονισμό και την διασύνδεση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας (βλέπε κεφάλαια Ε και Ζ). Το σύστημα ψυχικής υγείας είναι κατακερματισμένο και χωρίς συντονισμό. Υπάρχουν διαφορετικά υπό-συστήματα τα οποία παρέχουν διάφορες υπηρεσίες, οι οποίες δεν εμφανίζουν ούτε οριζόντια ούτε κάθετη διασύνδεση. Βασικές προτεραιότητες είναι:
1.  υλοποίηση της τομεοποίησης και η εφαρμογή του ‘τομέα’ που θα αναλάβει την ευθύνη και το συντονισμό των  υπηρεσιών ψυχικής υγείας σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Υπάρχει ανάγκη να παρθούν πρακτικά μέτρα για την διασύνδεση των τοπικών δικτύων φροντίδας ώστε να διαμορφωθούν σαφείς δίοδοι πρόσβασης στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας.  
2.   ενοποίηση του συστήματος μέσω:
•  συντονισμός των υπηρεσιών σε τοπικό επίπεδο: συντονισμό των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στον κάθε τομέα (διαφορετικά θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο της αναδιάρθρωσης τους βάσει, πιθανώς του Καλλικράτη). Υπάρχει ανάγκη να παρθούν πρακτικά μέτρα για την διασύνδεση των τοπικών δικτύων φροντίδας ώστε να διαμορφωθούν σαφείς δίοδοι πρόσβασης στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας.
•  διασύνδεση υπηρεσιών σε εθνικό επίπεδο: με στόχο την δημιουργία πλαισίου το οποίο θα καθορίζει με λεπτομέρεια και ακρίβεια το επίπεδο ευθύνης και λογοδοσίας (accountability framework) του κάθε εμπλεκόμενου φορέα στο σύστημα. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητες των υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Επιπλέον η διασύνδεση αυτή σχετίζεται και με την διευκόλυνση της κατανομής των πόρων.
3.   Δημιουργία ενός Ενιαίου  Φορέα Ψυχικής Υγείαςμε σκοπό να συνδέσει οργανωτικά, διοικητικά και λειτουργικά τα Ψυχιατρικά Νοσοκομεία, τις Ψυχιατρικές Μονάδες στα Γενικά Νοσοκομεία και τους Μη Κυβερνητικούς Οργανισμούς. Παρόμοια προβλήματα συντονισμού, έχουν προκύψει και σε άλλες χώρες συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου. Τα τελευταία 15 χρόνια ο Φορέας Ψυχικής Υγείας αναπτύχθηκε ανεξάρτητα από άλλους Φορείς Υγείας και έγινε γνωστός ως “Mental Health Trusts”, έχοντας την αποκλειστική δική του χρηματοδότηση και τις δικές του οργανωτικές δομές. Ακόμα και τα ψυχιατρικά τμήματα στα Γενικά Νοσοκομεία υπάγονται στα κατά τόπους  “Mental Health Trusts”. Ο προτεινόμενος Ενιαίος Φορέας Ψυχικής Υγείας θα μπορούσε ενδεχομένως να εφαρμοσθεί και πιλοτικά σε κατάλληλες περιοχές που έχουν ήδη αναπτύξει προχωρημένο βαθμό μεταρρυθμίσεων και υπηρεσιών π.χ. Κρήτη, Κέρκυρα, Κατερίνη. Μερικές από τις υπάρχουσες επιλογές είναι:
•  Ό Ενιαίος Φορέας Ψυχικής Υγείας να υπάγεται στο σύστημα των ήδη υπαρχόντων Ψυχιατρικών Νοσοκομείων. Τα πλεονεκτήματα αυτής της επιλογής είναι ότι τα Ψυχιατρικά Νοσοκομεία έχουν την απαραίτητη τεχνογνωσία ώστε να παρέχουν υπηρεσίες ψυχικής υγείας καθώς επίσης έχουν και μερικές σημαντικές εκτάσεις με φυσικές και κτιριακές εγκαταστάσεις. Τα μειονεκτήματα είναι ότι τα Ψυχιατρικά Νοσοκομεία σαν μοντέλο και φιλοσοφία είναι παρωχημένα και αυτοί που εμπλέκονται μπορεί να είναι πιο εξοικειωμένοι με παλιές πρακτικές και επομένως να αντιστέκονται περισσότερο σε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Επίσης υπάρχει κίνδυνος οι ψυχιατρικές υπηρεσίες να παραγκωνιστούν από το υπόλοιπο του συστήματος υγείας και κοινωνικής πρόνοιας και να στερηθούν της υποστήριξης των.
•  Ό Ενιαίος Φορέας Ψυχικής Υγείας να υπάγεται στα Γενικά Νοσοκομεία μέσω των Ψυχιατρικών Τμημάτων. Τα πλεονεκτήματα αυτής της επιλογής θα ήταν ότι οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας παραμένουν εντός της ημερήσιας διάταξης του γενικού συστήματος υγείας.  Τα μειονεκτήματα είναι ότι τα Γενικά Νοσοκομεία δεν έχουν την τεχνογνωσία παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας, το ενδιαφέρον τους για ψυχιατρικές υπηρεσίες ποικίλει και υπάρχει κίνδυνος να διοχετεύσουν τους οικονομικούς πόρους σε άλλες ιατρικές υπηρεσίες λόγω δικών τους προτεραιοτήτων και συμφερόντων διαφορετικών αυτών της ψυχικής υγείας. 
•  Ό Ενιαίος Φορέας Ψυχικής Υγείας να υπάγεται στις νέες δημιουργούμενες  περιφερειακές και τοπικές διοικητικές δομές των Υπηρεσιών Υγείας στην Ελλάδα αλλά διατηρώντας την αυτονομία τους για τον σχεδιασμού τις  προτεραιότητες τους και την χρηματοδότηση τους. Η τεχνογνωσία των Ψυχιατρικών Νοσοκομείων  μπορεί επίσης να αξιοποιηθεί. Μερικές από τις παρούσες εγκαταστάσεις μπορούν να αναβαθμιστούν και να ανακαινιστούν και ένα μέρος τους να χρησιμοποιούνται από το ευρύτερο κοινό π.χ. για ψυχαγωγικές δραστηριότητες όπως πάρκα ή αθλητικές εγκαταστάσεις. Τα πλεονεκτήματα αυτής της επιλογής είναι η ανάπτυξη ενός ισχυρού ενοποιημένου μοντέρνου συστήματος ψυχικής υγείας που θα παρείχε ένα ανανεωμένο ξεκίνημα χρησιμοποιώντας όλα τα υπάρχοντα συστήματα συμπεριλαμβανομένων των ψυχιατρικών νοσοκομείων και των υπηρεσιών της κοινότητας. Τα μειονεκτήματα είναι ότι αυτή η προσέγγιση απαιτεί την ανάπτυξη μιας εύρωστης υποδομής και αυτό μπορεί να αποδειχθεί  μια ριζοσπαστική εισήγηση που μπορεί να συνεπάγεται σημαντική οργανωτική προσπάθεια και οικονομικό κόστος.
•  Μια εναλλακτική ευέλικτη επιλογή για Ενιαίο Φορέα Ψυχικής Υγείας θα μπορούσε να είναι η εστίαση στη λειτουργικότητα των υπηρεσιών παρά στη οργανωτική και διοικητική μορφή τους, ώστε να επιτρέπει τοπικές παραλλαγές βασισμένες σε ηγετικές πρωτοβουλίες των άμεσα ενδιαφερομένων.
4.   Καθιέρωση Κέντρων Ψυχικής Υγείας ως κορμούς των τοπικών υπηρεσιών: Ο τοπικός φορέας ψυχικής υγείας “τομέας “θα πρέπει να εστιάσει και να αναπτύξει τα ΚΨΥ σαν τον κορμό των υπηρεσιών και να τα διασυνδέσει πλήρως με όλες τι υπάρχουσες υπηρεσίες. Παράλληλα θα πρέπει απαραιτήτως τα ΚΨΥ να παρέχουν πρωτοβάθμια περίθαλψη ψυχικής υγείας και να αναπτύξουν μεθόδους παρέμβασης στο σπίτι χρησιμοποιώντας θεραπείες αποδεδειγμένης τεκμηρίωσης. 
5.  Έμφαση και οργάνωση του συστήματος γύρω από τις κοινοτικές υπηρεσίες: Θα πρέπει να ενισχυθεί το  σύστημα υπηρεσιών κοινότητας έχοντας ως υποστήριξη τις νοσοκομειακές υπηρεσίες. Θα ήταν επίσης χρήσιμο να επανεξεταστούν κλινικές πρακτικές που θεωρούνται πλέον παρωχημένες. Για παράδειγμα, το σύστημα εφημεριών για εισαγωγές οξέων περιστατικών και η υπερβολική εξάρτηση από τα Ψυχιατρικά Νοσοκομεία αντί για παρεμβατικές κοινοτικές μονάδες. 
6.    Κάλυψη των υφιστάμενων κενών σε υπηρεσίες:
·   Σοβαρά θα πρέπει να ληφθεί υπόψη σαν προτεραιότητα τα υπάρχοντα μεγάλα κενά στις υπηρεσίες ψυχικής υγεία παιδιού και εφήβου. Καθώς επίσης και στις υπηρεσίες για μεγαλύτερους ενήλικες, που αποτελεί κατεξοχήν προτεραιότητα σε άλλες χώρες. Επίσης χρειάζονται εξειδικευμένες υπηρεσίες για άτομα με αυτιστικές διαταραχές, νοητική υστέρηση, διατροφικές διαταραχές και με διπλή διάγνωση εθισμού και ψυχικής ασθένειας.
·   Απαραίτητη είναι επίσης η παροχή κάποιων υπηρεσιών μεγαλύτερης διάρκειας νοσηλείας όπου είναι απολύτως αναγκαία. Επίσης είναι αναγκαίο να ξεκαθαρίσει η νοσηλεία των οξέων περιστατικών όταν χρειάζονται εντατική νοσηλεία. Η πιθανότητα ανάπτυξης μερικών εξειδικευμένων τριτογενών υπηρεσιών  σε περιφερειακό επίπεδο μπορεί να ληφθεί υπόψη.
·   Λειτουργία δομών που έχουν υλοποιηθεί αλλά δεν λειτουργούν λόγω καθυστερήσεων στην πρόσληψη προσωπικού.

II.    ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Η ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών, αν και παρουσιάζει σημαντική βελτίωση σε σχέση με πρακτικές του παρελθόντος, εμφανίζει αρκετά προβλήματα που χρήζουν προσοχής.
Μια προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η ανάπτυξη διαδικασιών και εργαλείων παρακολούθησης του συστήματος υπηρεσιών.
1.    Όπως διαπιστώθηκε από τις επιτόπιες επισκέψεις και τις συνεντεύξεις, ορισμένες δομές δεν καλύπτουν τον αριθμό ασθενών που θα έπρεπε να φιλοξενούν, ενώ επιπλέον πολλές από τις υφιστάμενες υπηρεσίες δεν είναι γνωστές στους χρήστες. Απαραίτητη λοιπόν είναι η εφαρμογή μιας διαδικασίας αποτύπωσης/καταγραφής και επαναπροσδιορισμού του ρόλου των εκάστοτε υπηρεσιών/ δομών. Η διαδικασία αυτή θα ήταν χρήσιμο να περιλαμβάνει:
·      Επικαιροποίηση του χάρτη ψυχικής υγείαςμε καταγραφή των υφιστάμενων δομών και των υπηρεσιών που παρέχουν.
·         Ανάπτυξη ενιαίου πληροφοριακού συστήματοςόπου θα καταχωρούνται οι ασθενείς έτσι ώστε να υπάρχει ένας κοινός «φάκελος» του κάθε ασθενή και να επιτευχθεί το συνεχές της φροντίδας
·    Χρειάζεται απογραφήόσο αφορά τις παρούσες κενές θέσεις στις στεγαστικές δομές στη κοινότητα ώστε να συμπληρωθούν με την πρώτη ευκαιρία
2.    Σε συνδυασμό με το παραπάνω, παρατηρήθηκε ότι η μεταφορά των ασθενώνμεταξύ των στεγαστικών δομώνδεν εφαρμόζεται ούτε έγκαιρα, ούτε βάσει συγκεκριμένων κριτήριων. Επιπλέον επειδή η διαδρομή των ασθενών μέσα στο σύστημα είναι πολύπλοκη, υπάρχει πιθανότητα εφαρμογής διαφορετικών διαγνωστικών κριτηρίων και θεραπευτικών πρακτικών  μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών. Θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τα εξής:
•   Η ροή των ασθενών από στεγαστικές δομές υψηλής προστασίας/υποστήριξης σε δομές χαμηλής προστασίας, θα πρέπει να εξετάζεται βάσει κριτηρίων όπως σαφείς προδιαγραφές των υπηρεσιών, λογοδοσίας (accountability) και διαχείρισης μέσω κριτηρίων αποδοτικότητας (performance management). 
•     Επικαιροποίηση του συστήματος καταγραφής ψυχικών νόσων με βάση διεθνώς εφαρμοσμένα διαγνωστικά κριτήρια (ICD-10)

Ένα δεύτερο επίπεδο δράσης αφορά την ανάπτυξη διαδικασιών διαχείρισης και διασφάλισης ποιότητας,οι οποίες θα ήταν χρήσιμο να περιλαμβάνουν:
1.   αναθεώρηση του ρόλου και της λειτουργίας των υπηρεσιών με βάση κοινά κανονιστικά πλαίσια για τη κάθε κατηγορία δομών συμπεριλαμβανομένου του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα καθώς και των μη-κυβερνητικών οργανώσεων.
2.   σαφείς διαδικασίες διασφάλισης της ποιότητας και διαχείρισης, πχ ένα πλαίσιο κανονισμών και συνεργίας όλων των υπηρεσιών, οι οποίες θα διαρθρώνονται σε τέσσερα επίπεδα:
a.   ποιότητα παροχής υπηρεσιών από τους επαγγελματίες (πχ αριθμός περιστατικών, είδος και αποτελέσματα παρέμβασης, τήρηση πρωτοκόλλων κτλ)
b.   ποιότητα υλικοτεχνικής υποδομής
c.   εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων κλινικής πρακτικής
d.   ικανοποίηση χρηστών και των οικογενειών τους
3.   ανάπτυξη διαδικασίας παραπομπών, εισαγωγών και έκδοσης εξιτηρίων (όπου αρμόζει)
Θα ήταν χρήσιμο να αναπτυχθεί μια διαδικασία και τα αντίστοιχα εργαλεία που θα μπορούν να υποστηρίξουν την αναδιοργάνωση του συστήματος. Για παράδειγμα μια εκδοχή θα μπορούσε να είναι η αποτίμηση των υπηρεσιών και των οικονομικών τους, η οποία θα ακολουθείται από μια διαδικασία ελέγχου προόδου σε σχέση με κάποια βασικά κριτήρια και συμπεριλαμβάνοντας τους κύριους εμπλεκόμενους. Αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας θα μπορούσαν να είναι: καλή πληροφόρηση για τις κατά τόπους δομές (που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως κατάλογος υπηρεσιών), ευκαιρία για benchmarking ανά τομείς/ περιφέρειες και χώρα και τέλος η αναγνώριση των προτεραιοτήτων για επόμενα σχέδια ανάπτυξης και αναδιοργάνωσης. Σε όλα αυτά θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην ανάπτυξη σχέσεων και στην ενθάρρυνση των ασθενών και των οικογενειών τους στο να συμμετέχουν ενεργά στο σύστημα.
4.    Η «πιστοποίηση» των υπηρεσιώνθα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη, ενώ θα πρέπει να συζητηθεί το θέμα του τρόπου με τον οποίο θα εφαρμοστεί ώστε να είναι επαρκώς ανεξάρτητη από τους φορείς/οργανισμούς που παρέχουν τις υπηρεσίες
5.  Οι προδιαγραφές των υπηρεσιών θα πρέπει να επιθεωρούνται συστηματικά ώστε να επιβεβαιώνεται ότι αντανακλούν τις σύγχρονες μεθόδους κλινικής πρακτικής και είναι βιώσιμες οικονομικά

Επιπλέον, όπως έγινε γνωστό μέσω συνεντεύξεων με χρήστες και εκθέσεων Αρχών, όπως ο Συνήγορος του Πολίτη και η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές, έχουν παρατηρηθεί παρατυπίες όσο αφορά κυρίως τις ακούσιες νοσηλείες. Η ανάπτυξη μιας συστηματικής και οργανωμένης διαδικασίας για την παρακολούθηση και έλεγχο της προστασίας των δικαιωμάτων των ασθενών,καθώς επίσης και η ενίσχυση του ρόλου των προαναφερθέντων αρχών αλλά και των συλλόγων των χρηστών και των οικογενειών τους, κρίνονται απαραίτητες.

Η ανάπτυξη ενός οικονομικού μοντέλου διαχείρισηςτου συστήματος αποτελεί μια ακόμη βασική προτεραιότητα, δεδομένων μάλιστα των συνθηκών στις οποίες βρίσκεται η χώρα. Ένα από τα αποτελέσματα της έρευνας που διεξήχθηκε, ήταν η αδυναμία προσδιορισμού του κόστους λειτουργίας του συστήματος ψυχικής υγείας. Σε συνδυασμό με την έλλειψη στοιχείων, όπως αριθμός χρηστών, αριθμός και είδος υπηρεσιών που παρέχονται και άλλα, η οικονομική διαχείριση των υπηρεσιών καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη και οι δαπάνες δεν ελέγχονται και κατά συνέπεια δεν μπορούν να περιοριστούν (όταν αυτό κρίνεται σκόπιμο). Είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί ένα μοντέλο μέσω του οποίου: 
·         θα υπάρχει σαφής σύνδεση μεταξύ οικονομικών πόρων και δράσεων (πλαίσιο διαχείρισης μέσω αποδοτικότητας).
·    η διάθεση των οικονομικών πόρων θα ανταποκρίνεται στις επιμέρους ανάγκες και προτεραιότητες ψυχικής υγείας κάθε περιοχής.
·         θα μπορεί να υπολογιστεί το κόστος ανά μονάδα, επιτρέποντας έτσι τη σύγκριση μεταξύ ομοειδών υπηρεσιών. Το κόστος αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο τις δαπάνες για τις υποδομές όσο και τις άμεσες δαπάνες λειτουργίας και το οποίο θα είναι βασισμένο σε ένα κοινό τύπο.

Επιπλέον, θα πρέπει να διεξαχθεί ένας οικονομικός έλεγχος των υπηρεσιών με σκοπό την ανακατανομή των πόρων και την κάλυψη των αναγκώνκαθώς:
·   Το κόστος των υποδομών φαίνεται να είναι αρκετά υψηλό (πχ υψηλού επιπέδου κτιριακή υποδομή με συγκριτικά μέτρια επίπεδα δραστηριοτήτων, μεγάλος αριθμός μέσων μεταφοράς αποκλειστικής χρήσης κα). 
·         Οι καθυστερήσεις στην καταβολή των μισθών του προσωπικού αποτελεί μείζον πρόβλημα, στο οποίο θα πρέπει να δοθεί υψηλή προτεραιότητα. Έντονη ανησυχία προκαλούν επίσης οι αναφορές για το σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης του προσωπικού.
·         Σε ορισμένες χώρες, όπως η Αγγλία, υπάρχει η δυνατότητα της μερικής κάλυψης του κόστους διαμονής σε κοινοτικές δομές από τα επιδόματα πρόνοιας που λαμβάνουν οι χρήστες. Κάτι τέτοιο ενδεχομένως θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στην Ελλάδα  από τα ασφαλιστικά ταμεία των ασθενών.

III.   ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ
Ένα από τα συμπεράσματα των συνεντεύξεων με επαγγελματίες ψυχικής υγείας διαφόρων ειδικοτήτων, είναι ότι το σύστημα ψυχικής υγείας παρουσιάζει αδυναμίες όσο αφορά το ανθρώπινο δυναμικό και οι οποίες σχετίζονται με τρεις βασικές συνιστώσες:
1.    Την κατανομή των επαγγελματιών στις επιμέρους δομές και υπηρεσίες. Θα ήταν χρήσιμο να εξεταστεί λεπτομερώς η λειτουργία των κοινοτικών δομών και οι ανάγκες τους σε προσωπικό (επαγγελματική ειδικότητα και αριθμός). Κατά αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να αποφευχθεί πιθανή υπεράριθμη στελέχωση τους, η οποία μπορεί να έχει εξίσου αρνητικά αποτελέσματα με την ελλιπή στελέχωση. Ιδίας σημασίας αποτελεί και η σύνθεση του προσωπικού, ειδικότερα για στεγαστικές δομές που απευθύνονται σε χρόνιους χρήστες οι οποίοι έχουν εμφανίσει ενός βαθμού προσαρμογή και οι ανάγκες τους είναι περισσότερο κοινωνικής φροντίδας παρά θεραπείας. Επίσης τα προσόντα που θα πρέπει να διαθέτει το προσωπικό χρειάζονται μελέτη ώστε να υπάρχει ισορροπία μεταξύ φροντίδας υγείας και κοινωνικής πρόνοιας, πουείναι ζωτικής σημασίας
2.    Την συνεχιζόμενη εκπαίδευση και κατάρτιση: Η κατάρτιση του προσωπικού αποτελεί ζήτημα μεγάλης σημασίας. Οι δράσεις κατάρτισης υλοποιήθηκαν στα πλαίσια στελέχωσης των νέων κοινοτικών δομών, ενώ δεν είναι γνωστό αν έχουν πραγματοποιηθεί περαιτέρω επιμορφωτικά σεμινάρια. Σημαντική παράλειψη επίσης αποτελεί το γεγονός ότι η κατάρτιση δεν αφορούσε στην διαχείριση των κοινοτικών μονάδων παρά μόνο στο θεραπευτικό μοντέλο που αντιπροσωπεύουν. Είναι απαραίτητο να υπάρξει ένα συντονισμένο πρόγραμμα το οποίο θα θέτει με σαφήνεια τις εκπαιδευτικές ανάγκες, θα έχει ξεκάθαρο προσανατολισμό και εκπαιδευτικούς στόχους. Η έμφαση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων πρέπει να δοθεί στα εξής:
•  στην λύση-προβλημάτων μέσω πρακτικής άσκησης
•  στην πρακτική που βασίζεται σε αποδεδειγμένα στοιχεία και τεκμηρίωση (evidence-based practice)
•  στη διαχείριση (management) των κοινοτικών δομών
Κάτι τέτοιο θα καθιστούσε ικανό το προσωπικό να εφαρμόζει θεραπευτικά πρωτόκολλα. Απαραίτητη είναι επίσης η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών δράσεων.
3.    Τις αντιλήψεις και στάσεις του προσωπικού απέναντι στο σύστημα. Από τις συνεντεύξεις και τις επιτόπιες επισκέψεις διαπιστώθηκαν σημάδια του συνδρόμου επαγγελματικής εξουθένωσης, όπως το ότι το προσωπικό έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στο σύστημα, κυριαρχεί η αντίληψη της ελλιπούς υποστήριξης η οποία επιβαρύνει τόσο τους επαγγελματίες όσο και τους ασθενείς, ενώ η έλλειψη σε ορισμένες κατηγορίες προσωπικού (πχ νοσηλευτές, βοηθητικό προσωπικό) επιβαρρύνει συναισθηματικά και σωματικά, το ήδη υπάρχον. Είναι λοιπόν απαραίτητη η συστηματική μελέτη του βαθμού ικανοποίησης του προσωπικού και του βαθμού επαγγελματικής εξουθένωσης.
           
IV.   ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΙΑΤΟΜΕΑΚΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΩΝ
Η απουσία διασύνδεσης και συντονισμού φαίνεται να χαρακτηρίζει όχι μόνο τη λειτουργία των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, αλλά και τη λειτουργία ολόκληρου του συστήματος σε σχέση με τον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Ωστόσο, η αποτελεσματική πρόληψη, αντιμετώπιση και θεραπεία της ψυχικής ασθένειας, δεν αφορά μόνο ένα κλειστό πλαίσιο επαγγελματιών και ασθενών, αλλά και υπηρεσίες διαφορετικών τομέων.
1.    Πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας: Αν και η διεθνής βιβλιογραφία κάνει λόγο για άμεση συσχέτιση της υγείας με την ψυχική υγεία, η μέχρι τώρα στρατηγική και πορεία της μεταρρύθμισης φαίνεται να αφορά, στο μεγαλύτερο ποσοστό, τους χρόνιους ασθενείς ή βαριές ψυχικές διαταραχές. Για παράδειγμα, έχει αποδειχτεί ερευνητικά η συσχέτιση μεταξύ καρδιαγγειακών νοσημάτων και άγχους, ορισμένων μορφών καρκίνου και κατάθλιψης  κτλ. Ωστόσο, το σύστημα ψυχικής υγείας, όπως έχει διαμορφωθεί, φαίνεται να είναι αποκομμένο ή εντελώς ξεχωριστό από άλλες αρχές και φορείς που εμπλέκονται (ή θα έπρεπε να εμπλέκονται) σε αυτό. Είναι βασικό να αναπτυχθεί συστηματική διασύνδεση μεταξύ διαφορετικών τομέων και υπηρεσιών υγείας (κυρίως πρωτοβάθμια φροντίδα υγεία) με τον τομέα της ψυχικής υγείας καθώς και οι μηχανισμοί που θα την υποστηρίξουν (όπως η κατάρτιση επαγγελματιών διαφορετικών ειδικοτήτων).
2.    Υπουργείο Απασχόλησης και φορείς που σχετίζονται με την εργασία: τα αποτελέσματα των ομάδων συζήτησης και των επιτόπιων επισκέψεων κατέδειξαν ότι η πλειοψηφία των ψυχικά ασθενών (χρόνιοι) δεν έχουν αποκατασταθεί επαγγελματικά. Αν και οι λόγοι για αυτό το φαινόμενο ποικίλουν, ωστόσο παρατηρήθηκε αδυναμία του συστήματος ψυχικής υγείας να αναπτύξει τις κατάλληλες συνεργασίες και διαδικασίεςμε εμπλεκόμενους φορείς και να παρέχει όχι μόνο κίνητρα σε επιχειρήσεις προκείμενου να προσλάβουν ψυχικά ασθενείς αλλά και την απαραίτητη υποστήριξη στους ίδιους τους εργαζόμενους-ασθενείς.
3.    Δικαστικός Τομέας: Υπάρχει μεγάλη ανάγκη, όπως διαπιστώθηκε από τις εκθέσεις της Ειδικής Επιτροπής Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές, για τη προάσπιση των συμφερόντων τους καθώς παρατηρούνται παρατυπίες που αφορούν στον ακούσιο εγκλεισμό ασθενών, την διαχείριση των επιδομάτων και των άλλων οικονομικών πόρων από τις οικογένειες τους χωρίς να εξασφαλίζονται τα συμφέροντα τουςκτλ. 

V.    ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΣΘΕΝΩΝ
Οι συνεντεύξεις με χρήστες και επαγγελματίες αποκάλυψαν ότι η επαγγελματική αποκατάσταση των ασθενών δεν έχει επιτύχει, παρά μόνο σε μεμονωμένες περιπτώσεις. Υπάρχει ανάγκη ενίσχυσης της δράσης των ΚΟΙΣΠΕ αλλά και εύρεσης νέων εργασιακών πλαισίων ή εναλλακτικών μορφών εργασίας.
1.    ΚΟΙΣΠΕ: Οι ΚΟΙΣΠΕ έχουν ήδη πραγματοποιήσει κάποια δράση αλλά με περιορισμένη έκθεση στην αγορά και με ελάχιστες πρακτικές εμπορικής διαχείρισης. Επιπλέον, η άποψη των χρηστών των υπηρεσιών είναι ότι τείνουν να περιθωριοποιούνται στα συμβούλια των ΚΟΙΣΠΕ και να αποτελούν απλώς «φτηνό» εργατικό δυναμικό.  Αυτό που φαίνεται να ισχύει από τη διεθνή εμπειρία είναι ότι οι συνεταιρισμοί αυτοί δεν είναι βιώσιμοι χωρίς την κρατική υποστήριξη. Είναι αναγκαίο προκειμένου οι ΚΟΙΣΠΕ να καταστούν εμπορικά βιώσιμοι, να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις των σύγχρονων τρόπων διαχείρισης.
2.    Εναλλακτικές μορφές εργασίας: Θα ήταν χρήσιμο να διερευνηθούν άλλοι τύποι εργασίας καθώς επίσης και διαφορετικά μοντέλα υποστηριζόμενης απασχόλησης. Με βάση αυτή τη προσέγγιση οι χρήστες μπορούν να αναζητούν εργασία στην ευρύτερη αγορά και να υποστηρίζονται στη σύνταξη βιογραφικού και στην εκτέλεση των καθηκόντων τους εφόσον έχουν εξασφαλίσει κάποια θέση εργασίας. Κάτι τέτοιο ενδείκνυται σε αντίθεση με την προσέγγιση της προ-επαγγελματικής κατάρτισης ή με το μοντέλο της προστατευμένης εργασίας.  Έρευνα στην Νότια Αμερική, στην Αυστραλία και σε κάποιες Ευρωπαϊκές χώρες έχει δείξει ότι τέτοιες προσεγγίσεις είναι εφαρμόσιμες, αποδεκτές από τους χρήστες και έχουν μεγαλύτερα ποσοστά απασχόλησης χωρίς να δρουν αρνητικά στην κλινική εικόνα. Παρόμοια προγράμματα μπορούν να εφαρμοστούν και στην Ελλάδα, μέσω του ΟΑΕΔ, χωρίς ωστόσο να αποκλείονται άλλες εναλλακτικές, όπως η εθελοντική εργασία, καθώς καμία προσέγγιση δεν μπορεί να καλύψει όλες τις ανάγκες. 

VI.  ΕΜΠΛΟΚΗ STAKEHOLDERS 
1.    Χρήστες: Οι προτάσεις των χρηστών των υπηρεσιών περιελάμβαναν το να δοθεί έμφαση στο ρόλο της κοινότητας και στην συγχώνευση υγείας και πρόνοιας, στην ανεξάρτητη έρευνα και αξιολόγηση, στην αποκατάσταση και επαγγελματική υποστήριξη, στην δημιουργία ξεχωριστών υπηρεσιών για παιδιά και ενήλικες, στην ανάπτυξη υπηρεσιών αντιμετώπισης της κρίσης και υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας ψυχικής υγείας και τέλος στην υποστήριξη των δομών από τα γενικά νοσοκομεία.
2.    Πανεπιστήμια/ Ερευνητικά κέντρα: Η έλλειψη έρευνας και αξιολόγησης των υπηρεσιών υγείας θα πρέπει να αντιμετωπιστεί, με την εμπλοκή ακαδημαϊκών τμημάτων, τα οποία μπορούν να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη καινοτομίας, στην κατάρτιση και στην διευκόλυνση της περαιτέρω ανάπτυξης των υπηρεσιών. Και εδώ απαραίτητη είναι η συστηματική εσωτερική και ανεξάρτητη αξιολόγηση.

VII.ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ
Το σύστημα ψυχικής υγείας διέπεται από δυο βασικά νομοθετήματα (Ν. 2071/92 και 2716/99). Είναι απαραίτητη η επικαιροποίηση της νομοθεσίαςώστε να αντανακλά την υφιστάμενη κατάσταση, να ανταποκρίνεται στις παρούσες ανάγκες και να αντιμετωπίζει τα σύγχρονα προβλήματα.

***
Εν κατακλείδι υπάρχουν πολλά και αξιόλογα επιτεύγματα να ειπωθούν από τις μεταρρυθμίσεις του Ελληνικού συστήματος ψυχικής υγείας. Θα πρέπει όμως να δοθεί έμφαση στην επικαιροποίηση της πολιτικής με την εκπόνηση ενδεχομένως ενός νέου επιχειρησιακού σχεδίου (Ψυχαργώς Γ) το οποίο θα θέτει τις προοπτικές, και θα προσδιορίζει τις μελλοντικές κατευθύνσεις του Ελληνικού συστήματος ψυχικής υγείας. Ένα τέτοιο επιχειρησιακό σχέδιο, θα μπορούσε να δράσει καταλυτικά στο υφιστάμενο καθεστώς του κατακερματισμού και έλλειψης διασύνδεσης των υπηρεσιών. Παράλληλα θα μπορούσε να συνεισφέρει στη δημιουργία μιας νέας δυναμικής η οποία θα προωθήσει περαιτέρω τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, την αποτελεσματική οργάνωση και τη διοίκηση των υπηρεσιών και εν τέλει την ποιοτικότερη παροχή υπηρεσιών προς όφελος των χρηστών τους.

_____________________ 
*Σημειώνεται ότι το έργο πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του έργου: «Εκ των υστέρων (ex post) αξιολόγηση της εφαρμογής του Εθνικού Σχεδίου Δράσης «ΨΥΧΑΡΓΩΣ» από το 2000 μέχρι και το 2009», από ομάδα εμπειρογνωμόνων του King’s College London και του Maudsley International, αποτελούμενη από τους καθηγητές Graham Thornicroft και Tom Craig, την manager συστημάτων ψυχικής υγείας Tracey Power και τον καθηγητή οικονομικών Martin Knapp.Επιστημονικός σύμβουλος του έργου, ήταν ο καθηγητής Νίκανδρος Μπούρας. 


** Οι με πλάγια γράμματα και υπογράμμιση προτάσεις στο κείμενο έγιναν από τον συντάκτη του blog.
_____________________________________________________
Ολόκληρη την έκθεση αξιολόγησης των παρεμβάσεων μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Κληρονομείται το επίδομα Πρόνοιας που δεν χρησιμοποιήθηκε από τον εν ζωή δικαιούχο ή πρέπει μετά τον θάνατό του να επιστρέφεται στην πολιτεία;

$
0
0



Το χρηματικό ποσό του επιδόματος της Πρόνοιας 
που δεν αναλώθηκε από τον δικαιούχο,
ο οποίος εν τω μεταξύ απεβίωσε, 
συμπεριλαμβάνεται στα κληρονομιαία περιουσιακά στοιχεία 
του αποβιώσαντος - δικαιούχου 
ή πρέπει να επιστρέφεται στην πολιτεία;

 Αληθινή ιστορία.

Απεβίωσε πρόσφατα ένοικος, ο οποίος φιλοξενείτο σε ΜΨΥ - Οικοτροφείο του "Ψυχαργώς". Όσο ζούσε εσέπραττε επίδομα από την Πρόνοια. 
Από τον εγκλεισμό του σε Δημόσιο Ψυχιατρείο αλλά και στη συνέχεια κατά την φιλοξενία του σε Οικοτροφείο κανείς από τους συγγενείς του δεν τον επισκέφτηκε, ούτε ενδιαφέρθηκε να πληροφορηθεί έστω τηλεφωνικά για την κατάσταση της υγείας του.

Ωστόσο, αμέσως σχεδόν μετά τον θάνατό του εμφανίστηκαν τα ανίψια του στον φορέα, που εν ζωή τον φιλοξενούσε, και ζήτησαν, ως νόμιμοι εξ'αδιαθέτου κληρονόμοι, να πληροφορηθούν το χρηματικό ύψος του ποσού που δεν είχε αναλωθεί από τον δικαιούχο - θανόντα και είχε συγκεντρωθεί από το επίδομα που εισέπραττε όλο αυτό το χρονικό διάστημα της περίθαλψής του, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο μπορούσαν να το εισπράξουν...

Και γεννιέται το εύλογο ερώτημα: Το χρηματικό ποσό, που συγκεντρώθηκε από τις χρηματικές καταβολές του επιδόματος (= επιπλέον χορήγημα) της Πρόνοιας και δεν αναλώθηκε από τον δικαιούχο, ο οποίος εν τω μεταξύ απεβίωσε, συμπεριλαμβάνεται στα κληρονομιαία περιουσιακά του στοιχεία ή πρέπει να επιστρέφεται στην πολιτεία;
Πολύ δε περισσότερο όταν οι κληρονόμοι του, για όσο χρονικό διάστημα ζούσε, δεν ενδιαφέρθηκαν γι'αυτόν στο παραμικρό.

«Καθορισμός συμμετοχής στη δαπάνη περίθαλψης των περιθαλπόμενων σε ΝΠΔΔ».

$
0
0

Αναρτήθηκε στο διαδίκτυο η απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με την οποία καθορίζεται η συμμετοχή των περιθαλπομένων στη δαπάνη περίθαλψής τους σε ΝΠΔΔ, τα οποία παρέχουν υπηρεσίες κλειστής περίθαλψης.

Συγκεκριμένα το ποσό της μηνιαίας σύνταξης που θα παρακρατείται και θα αποδίδεται στο ΝΠΔΔ καθορίστηκε κλιμακωτά ως εξής:
α) Για σύνταξη μέχρι 360,00 ευρώ ποσοστό 40%,
β) Για σύνταξη από 360,01 ευρώ μέχρι 500,00 ευρώ ποσοστό 50%,
γ) Για σύνταξη από 500,01 ευρώ μέχρι 1.000,00 ευρώ ποσοστό 60%,
δ) Για σύνταξη από 1.000,01 ευρώ μέχρι 1.500,00 ευρώ ποσοστό 70%,
ε) Για σύνταξη από 1.500,01 ευρώ και άνω ποσοστό 80%.
Ολόκληρο το κείμενο της απόφασης μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Η αμφιλεγόμενηδιάταξη παρ. 3 του άρθρου 13 του Ν. 3868/2010 (ΦΕΚ Α' 129/3.08.2010), η οποία προστέθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 66 του Ν. 3984/2011 (ΦΕΚ Α' 150/27.06.2011), έχει καταλεπτώς ως ακολούθως: 
 "3. Οι περιθαλπόμενοι σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα οποία παρέχουν υπηρεσίες κλειστής περίθαλψης, οι οποίοι πάσχουν από χρόνιες παθήσεις και για όσο χρονικό διάστημα αυτοί διαμένουν μόνιμα εντός των φορέων αυτών, συμμετέχουν στη δαπάνη περίθαλψης τους με ποσοστό επί της σύνταξης που λαμβάνουν. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται το ποσοστό συμμετοχής κλιμακωτά ανάλογα με τη σύνταξη του κάθε περιθαλπόμενου, η διαδικασία και ο τρόπος καταβολής του, το όργανο ελέγχου και διαχείρισης των χρημάτων και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Αντίθετοι όροι στις συναφθείσες συμβάσεις μεταξύ των δημόσιων φορέων που παρέχουν υπηρεσίες κλειστής περίθαλψης με τους ασφαλιστικούς φορείς δεν ισχύουν".

Η δικαστική συμπαράσταση και οι κοινωνικές υπηρεσίες των ΝΠΙΔ.

$
0
0

Στα δέκα περίπου χρόνια που μεσολάβησαν από την έναρξη υλοποίησης του προγράμματος "Ψυχαργώς", οι φορείς υλοποίησης και οι υπηρεσίες τους απέκτησαν σημαντική εμπειρία. Εμπειρία που, αν αξιοποιηθεί από το Υπουργείο Υγείας και ειδικότερα τη Δ/νση Ψυχικής Υγείας,  θα συμβάλλει στην αντιμετώπιση της ανεπάρκειας των κρατικών υπηρεσιών και στη διασφάλιση των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχικές διαταραχές.

Η αξιοποίηση, λόγου χάριν, των κοινωνικών υπηρεσιών των ΝΠΙΔ, θα συμπληρώσει προσωρινά το κενό που υφίσταται από την μη συγκρότηση των προβλεπομένων από το νόμο 2447/1996 Κοινωνικών Υπηρεσιών. Θα στηρίξει το κλονισμένο οικοδόμημα του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης, διασφαλίζοντας τα παραπαίοντα σήμερα δικαιώματα των ψυχικά πασχόντων.

Πρακτικά, δηλαδή, να αναλάβουν οι κοινωνικές υπηρεσίες των ΝΠΙΔ, υπό το συντονισμό και την εποπτεία των Κέντρων Ψυχικής Υγείας των νομών, τη διενέργεια αξιολόγησης της κατάστασης των συμπαραστατέων, την αναγκαιότητα και έκταση του μέτρου, την καταλληλότητα του δικαστικού συμπαραστάτη με τη διεξαγωγή κοινωνικής έρευνας και τη σύνταξη σχετικής κοινωνικής έκθεσης και, όπου υφίσταται αδυναμία διορισμού, να αναλάβουν δικαστικές συμπαραστάσεις.
Να σταματήσει το σημερινό φαινόμενο, που αρκετοί από τους δικαστικούς συμπαραστάτες είναι πρόσωπα ακατάλληλα. Εισπράττουν τις συντάξεις, τα επιδόματα κ.λ.π. των συμπαραστατέων και δεν τους διαθέτουν κανένα ποσό ή, στην καλλίτερη περίπτωση, διαθέτουν ελάχιστο (δεν είναι λίγες οι φορές που ακούσαμε: τι να τα κάνει τα λεφτά ο τρελός;). Θεωρούν πως τα χρήματα αυτά που εισπράττουν αποτελούν προσωπικό τους έσοδο και τα χρησιμοποιούν προς ίδιον όφελος. Τα δε εποπτικά συμβούλια είναι στις περισσότερες περιπτώσεις διακοσμητικά.
Σήμερα κανένας έλεγχος δεν γίνεται στις πράξεις των δικαστικών συμπαραστατών ή των διαχειριστών και καμία προστασία δεν παρέχεται στους ευάλωτους σε εκμετάλλευση ψυχικά πάσχοντες'και η πολιτεία μοιάζει να αδιαφορεί.
Η προσωρινή άσκηση των αρμοδιοτήτων των Κοινωνικών Υπηρεσιών του ν. 2447/1996 από τις κοινωνικές οργανώσεις που εποπτεύονται από το ΥΥΚΑ προβλέπεται στο άρθρο 54 παρ. 1 του ν. 2447/1996* ενώ για τις κοινωνικές υπηρεσίες των ΝΠΙΔ υπό τον συντονισμό και την εποπτεία των Κέντρων Ψυχικής Υγείας των νομών, προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. ε’ του άρθρου 1, ΠΔ 250/1999** σε συνδ. με το άρθρο 93 παρ. 1, του Ν. 2071/1992***.  

Επισημαίνεται, τέλος, πως η ενεργοποίηση των υπαρχουσών κοινωνικών υπηρεσιών των ΝΠΙΔ στην προσωρινή άσκηση των αρμοδιοτήτων των Κοινωνικών Υπηρεσιών του  ν. 2447/1996 δεν απαιτεί την παραμικρή επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού.


ΥΓ: Όλα τα ανωτέρω αναφέρονται με αφορμή το κείμενο της Κατερίνας Γουργουρίνη, κοινωνικής λειτουργού και επιστημονικά υπεύθυνης του Οικοτροφείου της Πάτρας «Σεμέλη» του ΜΚΟ "Κλίμακα"που ακολουθείκαι περιέχει σχετικές πρακτικές προτάσεις:


****************

Προτάσεις
για την αξιοποίηση των κοινωνικών υπηρεσιών
των Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης,
στην προστασία των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχικές διαταραχές.


Για τους ψυχικά πάσχοντες που διαμένουν σε μονάδες ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης (ξενώνες, οικοτροφεία), η Κοινωνική Υπηρεσία της εκάστοτε δομής ή του φορέα δύναται να γνωρίζει: α) ποιοι ένοικοι τελούν υπό καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, β) σε ποιες περιπτώσεις ενοίκων κρίνεται αναγκαία η προώθηση μίας τέτοιας διαδικασίας, γ) στοιχεία που αφορούν στο οικογενειακό – υποστηρικτικό περιβάλλον των ενοίκων (π.χ. απουσία συγγενικών προσώπων, σχέσεις οικογένειας, δυνατότητα και βαθμός επικοινωνίας και συνεργασίας).


Προτάσεις:

α) Η σύνταξη έκθεσης από την Κοινωνική Υπηρεσία της δομής ή του φορέα που να εμπεριέχει εξατομικευμένες πληροφορίες για τους ενοίκους της δομής (ποιοι βρίσκονται ήδη σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, ποιοι χρήζουν σχετικής διαδικασίας, ποιοι συγγενείς διαχειρίζονται οικονομικούς πόρους και περιουσιακά στοιχεία των ενοίκων ενώ δεν έχουν ορισθεί ως δικαστικοί συμπαραστάτες κ.α.)

β) Σε περίπτωση που παραλαμβάνεται από τη δομή αίτηση για δικαστική συμπαράσταση κάποιου ενοίκου, και μετά από συνεννόηση με την εποπτεύουσα αρχή, να ενεργοποιείται η Κ.Υ. του φορέα και να συντάσσει έκθεση περί της αναγκαιότητας και καταλληλότητας του προσώπου. Η έκθεση αυτή θα υποβάλλεται στο αρμόδιο δικαστήριο για την προώθηση της νομικής διαδικασίας.

γ) Σε περίπτωση που υπάρχουν διαχειριστές των συντάξεων (συγγενείς ή άλλα πρόσωπα) χωρίς σχετική δικαστική απόφαση, τότε η Κοινωνική Υπηρεσία σε συνεννόηση με την εποπτεύουσα αρχή και τη Νομική Υπηρεσία του φορέα, μπορεί να κοινοποιεί έγγραφο στο διαχειριστή που θα τάσσει χρονική προθεσμία προκειμένου να τεθεί ο ένοικος σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης.

Αν δεν υπάρξει σχετική απάντηση από πλευράς του διαχειριστή, τότε το ζήτημα να γνωστοποιείται εγγράφως στον αρμόδιο ασφαλιστικό φορέα που χορηγεί τη σύνταξη, ώστε αφενός να διακόπτεται η διαχείριση από το τρίτο πρόσωπο και αφετέρου να προωθείται η διαδικασία της δικαστικής συμπαράστασης του ενοίκου.
Στόχος των προαναφερθέντων δράσεων, είναι να ενεργοποιηθούν και να αξιοποιηθούν οι Κοινωνικές Υπηρεσίες των φορέων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η διαδικασία της δικαστικής συμπαράστασης θα διεξάγεται πιο ορθά και ολοκληρωμένα, με γνώμονα το συμφέρον των συμπαραστατουμένων.

Ο ρόλος της Κοινωνικής Υπηρεσίας, ως προς τον έλεγχο της δικαστικής συμπαράστασης, θα μπορούσε να διακριθεί σε δύο στάδια:
1) Το διάστημα πριν τεθεί κάποιος υπό καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης και
2) Το διάστημα που έχει ήδη τεθεί κάποιος σε δικαστική συμπαράσταση.

Όσον αφορά στο πρώτο στάδιο, η Κοινωνική Υπηρεσία εστιάζει στην αξιολόγηση της παρούσας κατάστασης υγείας του ενοίκου, του βαθμού και της δυνατότητας διαχείρισης οικονομικών από πλευράς του καθώς και στην ανάλυση των συνηθών δαπανών του (σε μηνιαία βάση και ανά κατηγορία εξόδων). Η κοινωνική έκθεση που περιλαμβάνει το σύνολο των πληροφοριών αυτών, κοινοποιείται εν συνεχεία στο δικαστήριο που έχει επιληφθεί τη διαδικασία της δικαστικής συμπαράστασης καθώς και στη Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας.

Στο δεύτερο στάδιο, ο ρόλος της Κοινωνικής Υπηρεσίας επικεντρώνεται στην αξιολόγηση του δικαστικού συμπαραστάτη και του εποπτικού συμβουλίου ως προς τη φροντίδα του συμπαραστατούμενου και ως προς τον τρόπο διαχείρισης των οικονομικών πόρων του ενοίκου. Η έκθεση που συντάσσεται στη συνέχεια από τον αρμόδιο κοινωνικό λειτουργό, κοινοποιείται στη Ειδική Επιτροπή Προστασίας των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές και στη Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας. Ανάλογα δε της στάσης του δικαστικού συμπαραστάτη, θα κινείται ή όχι η διαδικασία αντικατάστασής του ή ακόμα και δικαστική διεκδίκηση αποζημίωσης του συμπαραστατούμενου για τις τυχόν οικονομικές ατασθαλίες στις οποίες είχε προβεί ο δικαστικός συμπαραστάτης.


Κατερίνα Γουργουρίνη,
Κοινωνική λειτουργός και επιστημονικά υπεύθυνη του οικοτροφείου «Σεμέλη» του ΜΚΟ "Κλίμακα". 

______________

* Ν. 2447/1996  (ΦΕΚ Α’/278) «Υιοθεσία, Επιτροπεία και αναδοχή ανηλίκου, δικαστική συμπαράσταση, δικαστική επιμέλεια ξένων υποθέσεων και συναφείς ουσιαστικές, δικονομικές και μεταβατικές διατάξεις», άρθρο 54 παρ. 1: 1. Οπου στον παρόντα ή σε άλλο νόμο προβλέπονται αρμοδιότητες κοινωνικής υπηρεσίας στο πλαίσιο της λειτουργίας του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης, οι αρμοδιότητες αυτές ασκούνται, για όσο διάστημα και σε όσες Κοινωνικές Υπηρεσίες δεν έχουν συγκροτηθεί ακόμα ειδικά Τμήματα, από ειδικούς επιστήμονες των Τμημάτων Ανηλίκων αυτών των Υπηρεσιών και, ωσότου συγκροτηθούν και αρχίσουν να λειτουργούν και αυτά τα Τμήματα, από ειδικούς επιστήμονες των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας και της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, καθώς και των κοινωνικών οργανώσεων που εποπτεύονται από αυτές...
**ΠΔ 250/1999 (ΦΕΚ Α’/206) «Άσκηση κοινωνικής υπηρεσίας κατά τη δικαστική συμπαράσταση», άρθρο 1: 1. Οι αρμοδιότητες κοινωνικής υπηρεσίας που προβλέπονται από τις ουσιαστικές και δικονομικές διατάξεις του Σχεδίου Νόμου που κυρώθηκε με το Ν. 2447/1996 (ΦΕΚ Α’/278), οι οποίες αναφέρονται στη λειτουργία του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης, ασκούνται, από τους ειδικούς επιστήμονες (κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχιάτρους, Ψυχολόγους επισκέπτες υγείας και άλλους επιστήμονες κατάλληλους για την αντιμετώπιση σωματικά αναπήρων και εξαρτημένων προσώπων, όπως τοξικομανών ή αλκοολικών): α) … ε) των λοιπών Μονάδων Ψυχικής Υγείας, που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 93 του Ν. 2071/1992, εξαιρουμένων των ιδιωτικών ψυχιατρικών κλινικών, στ) …
**Ν. 2071/1992 «Εκσυγχρονισμός και Οργάνωση Συστήματος Υγείας» (ΦΕΚ Α’/149), άρθρο 93 “Μονάδες Ψυχικής Υγείας (Μ.Ψ.Υ.)”: 1. Μονάδες Ψυχικής Υγείας είναι τα κέντρα ψυχικής υγείας… οι κινητές Μονάδες Ψυχικής Υγείας… οι ξενώνες, τα οικοτροφεία, τα προστατευόμενα διαμερίσματα…


Εύκολη αντίδραση και άρνηση ή δύκολη δράση και προτάσεις;

$
0
0

Με αφορμή την αμφιλεγόμενη ρύθμιση, σχετικά με τις δαπάνες περίθαλψης των περιθαλπομένων σε ΝΠΔΔ, λάβαμε και δημοσιεύουμε την ακόλουθη επιστολή:


****
Συνάδελφοι ας μην εθελοτυφλούμε και παραμυθιαζόμαστε ομαδικώς. Οι ένοικοι των περισσότερων οικοτροφείων είναι χρόνιοι ψυχικά ασθενείς, που προέρχονται από δημόσια ψυχιατρεία, στα οποία ήταν έγκλειστοι για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Οι περισσότεροι από αυτούς δεν εισέπρατταν συντάξεις ή επιδόματα, επειδή κανείς δεν είχε ενδιαφερθεί να συνταξιοδοτηθούν. Αλλά και όσοι από αυτούς συνταξιοδοτούνταν τα χρήματα δεν έφταναν ποτέ στους ίδιους, αλλά πήγαιναν κατευθείαν στους διαχειριστές - συγγενείς τους.

Με το πρόγραμμα αποασυλοποίησης "Ψυχαργώς", και εξ΄αιτίας των, επίπονων πολλές φορές, ενεργειών των κοινωνικών λειτουργών των φορέων, όλοι σχεδόν οι ένοικοι συνταξιοδοτούνται ή λαμβάνουν κάποιο επίδομα. Και επειδή οι περισσότεροι από τους ενοίκους αυτούς, όπως καλώς γνωρίζουμε, αδυνατούν να διαχειριστούν τα χρήματά τους, τη διαχείριση αναλαμβάνουν οι ελάχιστοι δικαστικοί συμπαραστάτες, οι διαχειριστές - συγγενείς τους και οι κοινωνικοί λειτουργοί των δομών.

Στις δυο πρώτες περιπτώσεις διαχείρισης το μεγαλύτερο μέρος των συντάξεων και των επιδομάτων -αν όχι όλο, καταλήγει "συμπλήρωμα εισοδήματος"των εν λόγω διαχειριστών και δεν διατίθεται για την κάλυψη αναγκών των δικαιούχων ενοίκων.

Στην τρίτη περίπτωση, όπου τη διαχείριση αναλαμβάνουν οι κοινωνικοί λειτουργοί των δομών, και επειδή τα χρήματα δεν χρησιμοποιούνται παρά μόνο για τις άμεσες ανάγκες των ενοίκων -κι αυτό λόγω του ασαφούς νομικού πλαισίου, του φόβου έκθεσης των κοινωνικών λειτουργών στους κακόπιστους τρίτους αλλά και των έμμεσων απειλών που δέχονται από συγγενείς - επίδοξους κληρονόμους των ενοίκων, τα χρήματα από τις συντάξεις και επιδόματα συσσωρεύονται σε τραπεζικούς λογαριασμούς ενοίκων ή του φορέα στον οποίο ο ένοικος φιλοξενείται.

Και γνωρίζουμε τι ακριβώς συμβαίνει όταν αυτός πεθάνει. Ειδικά, σχεδόν αμέσως μετά την ταφή του. Εμφανίζονται από παντού συγγενείς, οι οποίοι μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν χαρακτηριστικά απόντες, με απέραντο τώρα ενδιαφέρον, όχι για τον ίδιο τον ένοικο αλλά για το ύψος των χρημάτων που έχουν αποταμιευτεί από τη σύνταξη ή το επίδομά του. Πολλές φορές μάλιστα δυσανασχετούν όταν πληροφορούνται πως το ύψος του ποσού δεν είναι αυτό που εκείνοι είχαν προϋπολογίσει.
Εν τέλει γίνονται πλουσιότεροι από τις συντάξεις και τα επιδόματα οι μέχρι τότε αδιάφοροι συγγενείς.

Όλα αυτά είναι γνωστά σε όλους τους επαγγελματίες της ψυχικής υγείας. Όχι βέβαια στους θεωρητικούς αυτής.

Και γεννιέται το ερώτημα;
Είναι σωστό το μεσοβέζικο μέτρο της παρακράτησης μέρους των συντάξεων και επιδομάτων των ενοίκων; Μήπως η πολιτεία πρέπει να τολμήσει; Να εκσυγχρονίσει, δηλαδή, το νομικό πλαίσιο, ώστε  να "λύσει"τα χέρια των κοινωνικών λειτουργών και να διαθέτουν εφεξής άφοβα τα χρήματα των συντάξεων των ενοίκων για μια πραγματική αποασυλοποίηση; (λ.χ. καλλίτερη διαβίωση, περισσότερη ποιοτικά ψυχαγωγία όπως ταξίδια στο εξωτερικό, σύγχρονες μεθόδους επανένταξης κ.λ.π).

Η στείρα άρνηση των συναδέλφων ειδικών ψυχιάτρων και μη χωρίς ταυτόχρονες προτάσεις που θα λύνουν το πρόβλημα, μας οδηγεί πίσω στο ίδρυμα.


*Η ως άνω επιστολή αναρτήθηκε με τη μορφή σχόλιου εδώ.

Τροποποίηση του συστήματος διοικητικής και οικονομικής διαχείρισης ελέγχου και παρακολούθησης της ποιότητας σε μονάδες ψυχικής υγείας

$
0
0

Εν όψει της διαβούλευσης μεταξύ του Δικτύου Φορέων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης και Ψυχικής Υγείας «ΑΡΓΩΣ» με το ΥΥΚΑ, σχετικά με την τροποποίηση της υπ’ αριθμ. Υ5α,β/Γ.Π.οικ.39321 ΥΑ, η οποία αφορά το “Σύστημα διοικητικής και οικονομικής διαχείρισης ελέγχου και παρακολούθησης της ποιότητας σε μονάδες ψυχικής υγείας”  (ΦΕΚ 453 Β’/16.04.2010), αναρτάμε προς ενημέρωσή σας και για την υποβολή προτάσεων τη σχετική υπ’ αριθμ. Υ5α,β/Γ.Π.οικ.39321ΥΑ.

Διορισμός μελών της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές

$
0
0
 
Δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ, (τεύχ. Υ.Ο.Δ.Δ. 310/12.09.2011) η υπ'αριθμ. ΔΥ1δ/οικ. 92501/ 17.08.2011 ΥΑ, με την οποία διορίστηκαν τα μέλη της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές, το κείμενο της οποίας έχει ως ακολούθως:

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ
ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Αριθμ. ΔΥ1δ/οικ. 92501
Διορισμός των μελών της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου
Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές.


Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α. του άρθρου 12 παρ. ΣΤ του ν. 2955/2001 (Φ.Ε.Κ. 256 Α΄) «Προμήθειες Νοσοκομείων και λοιπών μονάδων υγείας των Πε.Σ.Υ. και άλλες διατάξεις.»
β. του άρθρου 2 του ν. 2716/1999 (Φ.Ε.Κ. 96 Α΄) «Ανάπτυξη και εκσυγχρονισμός των υπηρεσιών ψυχικής υγείας και άλλες διατάξεις.»
γ. των άρθρων 13−15 του ν. 2690/1999 (Φ.Ε.Κ. 45 Α΄) «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις».
2. Την υπ’ αριθμ. ΔΥ(3−4)/Γ.Π. οικ. 139649/9−11−2010 (Φ.Ε.Κ. 1765 Β΄) απόφαση μεταβίβασης αρμοδιοτήτων και του δικαιώματος υπογραφής εγγράφων «Με εντολή Υπουργού» στους Γενικούς Γραμματείς του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

3. Το γεγονός ότι δεν λειτουργεί η Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Ασθενών του ν. 2519/1997, σύμφωνα με το από 12−11−2010 έγγραφο της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Προστασίας Δικαιωμάτων Ασθενών.

4. Την αναγκαιότητα λειτουργίας της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές, σύμφωνα με το από 1−11−2010 υπηρεσιακό σημείωμα της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας, αποφασίζουμε:
1. Διορίζουμε μέλη της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές τα κατωτέρω πρόσωπα:

α. Τομαρά Βλάσιο του Δημήτριου, με Α.Δ.Τ. ΑΕ 082099, Ψυχίατρο, με αναπληρωτή του τον Πλουμπίδη Δημήτριο του Νικολάου, με Α.Δ.Τ. ΑΖ 631739, Ψυχίατρο.

β. Γεωργιάδη Δημήτριο του Γεωργίου, με Α.Δ.Τ. Σ 283107, Παιδοψυχίατρο, με αναπληρωτή του τον
Γκριτζέλα Γεώργιο του Γρηγορίου, με Α.Δ.Τ. ΑΗ 023123, Παιδοψυχίατρο.

γ. Κωστοπούλου Βασιλική του Ευθυμίου, με Α.Δ.Τ. Τ 141101, Κοινωνική Λειτουργό, με αναπληρώτριά της την Φραγκοπούλου Μαρία του Γεωργίου, με Α.Δ.Τ. Φ 132629, Κοινωνική Λειτουργό.

δ. Βικέντιο Γεώργιο του Ευσταθίου, με Α.Δ.Τ. Χ 123391, Κοινωνικό Λειτουργό, με αναπληρώτριά του την Φαρμακοπούλου Ιγνατία του Αθανασίου, με Α.Δ.Τ. ΑΙ 111414, Κοινωνική Λειτουργό.

ε. Κουρμουλάκη Ιωάννη του Νικολάου, με Α.Δ.Τ. ΑΗ 014096, Ψυχολόγο, με αναπληρώτριά του την Κοσμά Κωνσταντίνα του Κλέαρχου, με Α.Δ.Τ. ΑΒ 279414, Νοσηλεύτρια.

στ. Μητροσύλη Μαρία του Κωνσταντίνου, με Α.Δ.Τ. Ι 219668, Νομικό, με αναπληρωτή της τον Κοσμάτο Κωνσταντίνο του Γεράσιμου, με Α.Δ.Τ. ΑΙ 700271, Νομικό.

ζ. Φυτράκη Ευτύχιο του Ελευθερίου, με Α.Δ.Τ. Ν 950701, Νομικό, με αναπληρωτή του τον Παπαδόπουλο Παναγιώτη του Ιωάννη, με Α.Δ.Τ. ΑΑ 078783, Νομικό.

η. Τσαγκουρνό Γεώργιο του Φίλιππου, με Α.Δ.Τ. ΑΙ 554110, εκπρόσωπο του Σωματείου Χρηστών Υπηρεσιών Υγείας «Αυτοεκπροσώπηση», με αναπληρωτή του τον Χειλάκο Ιωάννη του Παναγιώτη, με Α.Δ.Τ. Μ 082196, εκπρόσωπο του Σωματείου «Αναγέννηση».

θ. Τριανταφύλλου Αγγελική του Παναγιώτη, με Α.Δ.Τ. ΑΗ 703230, εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Οικογενειών για την Ψυχική Υγεία (Π.Ο.Σ.Ο.Ψ.Υ.), με αναπληρώτριά της την Νομίδου Νίκη Ελένη του Γεωργίου, με Α.Δ.Τ. Χ 974983, εκπρόσωπο της Π.Ο.Σ.Ο.Ψ.Υ.

2. Πρόεδρο της Επιτροπής ορίζουμε τον Τομαρά Βλάσιο.

3. Γραμματέα της Επιτροπής ορίζουμε την Ιωάννου Θεοδώρα του Βασιλείου, με Α.Δ.Τ. Λ 151544, υπάλληλο του κλάδου ΤΕ Διοικητικού − Λογιστικού, που υπηρετεί στη Διεύθυνση Προσωπικού, με αναπληρώτριά της την Παπουδάκη Ελένη του Νικολάου, με Α.Δ.Τ. Μ 129110, υπάλληλο του κλάδου Π Ε Διοικητικού που υπηρετεί στην Αυτοτελή Υπηρεσία Προστασίας Δικαιωμάτων Ασθενών.

4. Η θητεία της Επιτροπής είναι πενταετής.

5. Η απόφαση καθορισμού αποζημίωσης Προέδρου, Μελών και Γραμματέως της Ειδικής Επιτροπής είναι η 2/36947/0022/14−6−2001 (Φ.Ε.Κ. 837 Β΄), όπως ισχύει μετά την έκδοση του ν. 3833/2010 (Φ.Ε.Κ. 40 Α΄). 

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 17 Αυγούστου 2011

Με εντολή Υπουργού
Ο Γενικός Γραμματέας
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΟΛΥΖΟΣ


Το ΦΕΚ τεύχ. Υ.Ο.Δ.Δ. 310/12.09.2011 μπορείτε να διαβάσετε εδώ
 

ΤΑ Ν.Π.Ι.Δ. ΠΟΥ ΥΛΟΠΟΙΟΥΝ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ "ΨΥΧΑΡΓΩΣ"ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 31 Ν. 4024/2011

$
0
0

ΤΟ ΑΡΘΡΟ 31, Ν. 4024/2011

ΚΑΙ ΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «ΨΥΧΑΡΓΩΣ»


Το άρθρο 31 του ν. 4024/2011«Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο − βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012−2015» (ΦΕΚ Α’ 226/27.10.2011), φέρει τον τίτλο «Αναλογικές ρυθμίσεις για νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα».

Με την παράγραφο 1, του άρθρου 31 του ν. 4024/2011 τίθενται οι προϋποθέσεις ένταξης των φορέων και οργανισμών στην έννοια «νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα».

Σύμφωνα με την παράγραφο 1α΄ του άρθρου 31του ν. 4024/2011 «Στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.), που ανήκουν στο κράτος ή σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α. … ή επιχορηγούνται τακτικά, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από πόρους των ως άνω φορέων κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους… εφαρμόζεται ανώτατο όριο μέσου κατά κεφαλή κόστους αμοιβών προσωπικού σύμφωνα με τα οριζόμενα στις επόμενες παραγράφους…».

Από την γραμματική διατύπωση της ανωτέρω παραγράφου 1α, του άρθρου 31, του ν. 4024/2011 και την τεθείσα ως μόνη προϋπόθεση σ΄αυτό, για την ένταξη των φορέων και των οργανισμών στην έννοια των «νομικών προσώπων του ευρύτερου δημόσιου τομέα», την «χρηματοδότηση κατά 50% τουλάχιστον από τον κρατικό προϋπολογισμό», προκύπτει ότι οι φορείς ψυχικής υγείας, που χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό για την υλοποίηση του προγράμματος «Ψυχαργώς», εμπίπτουν στις διατάξεις του ν. 4024/2011.


Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 1, του ν. 3429/2005«Δημόσιες Επιχειρήσεις και ΔΕΚΟ» (ΦΕΚ Α’ 314/27.12.2005), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, δίνεται η δυνατότητα στους Υπουργούς Οικονομίας και Οικονομικών και στον εποπτεύοντα Υπουργό (Υγείας), όπως με κοινή απόφασή τους υπαγάγουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Α΄ «ΟΡΓΑΝΩΣΗ, ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ, ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΚΡΑΤΙΚΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ»του νόμου αυτού, εφαρμοζομένων αναλόγως, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (εκτός των δημοσίων επιχειρήσεων) χρηματοδοτούμενα από το Δημόσιο ή από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου σε ποσοστό άνω του πενήντα τοις εκατό ("Οργανισμοί"), καθώς και δημόσιες επιχειρήσεις που έχουν εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου αυτού.


*Σημειώνεται ό,τι, λίγες ημέρες πριν την ανωτέρω ανάρτηση είχε εκδοθεί η υπ'αριθμ. πρωτ. οικ.2/78400/0022 εγκύκλιος του Υπουργείου Οικονομικών με οδηγίες, την οποία θα βρείτε εδώκαι μια ημέρα μετά την ανάρτηση εκδόθηκε η υπ'αριθμ. πρωτ. ΕΓΔΕΚΟ 2073/18.11.2011 σχετική εγκύκλιος του Υπουργείου Οικονομικών,την οποία θα βρείτε εδώ.


Ο θεσμός της Δικαστικής Συμπαράστασης*

$
0
0


Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ.
Ο θεσμός της δικαστικής συμπαράστασης ρυθμίζεται στο τέταρτο Βιβλίο,  κεφάλαιο δέκατο έκτο του Οικογενειακού Δικαίου και στα άρθρα 1666 – 1688 του Αστικού Κώδικα (ΑΚ). Πράγματι, αν και οι σχέσεις τις οποίες ρυθμίζει ο εν λόγω θεσμός δεν είναι οικογενειακές, ωστόσο υπάγονται παραδοσιακά στο Οικογενειακό δίκαιο. Εύλογα, λοιπόν, θα αναρωτηθεί κανείς: ποιος ο λόγος υπαγωγής της δικαστικής συμπαράστασης στο Οικογενειακό Δίκαιο;
Ο θεσμός της δικαστικής συμπαράστασης συμπεριλαμβάνεται στο Οικογενειακό Δίκαιο αφενός μεν διότι πρότυπο για τη ρύθμιση του θεσμού αυτού αποτελεί η καθαρά οικογενειακή σχέση της “γονικής μέριμνας”, αφετέρου δε επειδή η επιμέλεια των προσώπων αυτών ανατίθεται, συνήθως και όχι απαραίτητα, σε συγγενικά πρόσωπα. Άλλωστε, για τους παραπάνω λόγους ονομάζονται οι σχέσεις αυτές «οιονεί οικογενειακές σχέσεις», με χαρακτηριστικό γνώρισμα ότι τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται η επιμέλεια των ανικάνων ασκούν λειτούργημα[1].

ΙΙ. ΟΡΙΣΜΟΙ.
Τι εννοούμε, όμως, με τον όρο «δικαστική συμπαράσταση»; Ποιος είναι ο «συμπαραστατούμενος», ποιος ο «συμπαραστατέος»; Ποιος είναι ο «προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης» και ποιος ο (οριστικός) «δικαστικός συμπαραστάτης»; Δικαστική συμπαράστασηείναι η κατάσταση στην οποία τίθεται με δικαστική απόφαση ένα πρόσωπο, λόγω πνευματικών, σωματικών ή χαρακτηρολογικών ανωμαλιών και κατά τη διάρκεια της οποίας το πρόσωπο αυτό είτε είναι ανίκανο για ορισμένες ή όλες τις δικαιοπραξίες, είτε για να επιχειρήσει έγκυρα κάποιες από αυτές ή το σύνολό τους χρειάζεται τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη του[2]. Συμπαραστατούμενοςονομάζεται το ενήλικο πρόσωπο που βρίσκεται σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, συμπαραστατέοςδε εκείνος που πρόκειται να υπαχθεί στο καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης.Δικαστικός συμπαραστάτηςή απλώς συμπαραστάτηςκαλείται το όργανο του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης, που αντιπροσωπεύει τον συμπαραστατούμενο στις δικαιοπραξίες του ή συναινεί σ’ αυτές[3].Τέλος, προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτηςείναι το πρόσωπο το οποίο ασκεί καθήκοντα δικαστικού συμπαραστάτη πριν από την κίνηση της διαδικασίας της δικαστικής συμπαράστασης, κατά τη διάρκεια της και μέχρι την έναρξη του λειτουργήματος του δικαστικού συμπαραστάτη.

III. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ.
1. Η προστασία της προσωπικότητας και αξιοπρέπειας του πάσχοντα, σύμφωνα με τις Συνταγματικές επιταγές[4], είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του δικαίου της δικαστικής συμπαράστασης τόσο σε ουσιαστικό όσο και σε δικονομικό πεδίο[5]. Η παρεχόμενη προστασία και η διαδικασία παροχής της έχουν διαμορφωθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε εξαιτίας της πάθησής του να μην θίγεται η προσωπικότητα του, αλλά ούτε και να υφίσταται κάποια μείωση ή φαλκίδευση του[6]. Χάριν αυτής της προστασίας απαριθμούνται στο δίκαιο της δικαστικής συμπαράστασης επακριβώς και αποκλειστικά οι ειδικοί λόγοι[7], που, εφόσον ελεγχθεί δικαστικά η θετική συνδρομή τους στο πρόσωπο του πάσχοντα, οδηγούν στην μετάπτωσή του σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, μέσα από την τήρηση μιας δικαστικής διαδικασίας.
2. Η εξασφάλιση της αυτοδιάθεσης του πάσχοντακαι η δυνατότητα της αυτόβουλης διαμόρφωσης των σχέσεών του, χωρίς εξωτερικές επιδράσεις. Η αυτοδιάθεση δηλαδή εξασφαλίζεται, κατά κύριο λόγο, από τη δυνατότητα που παρέχει ρητά ο νόμος στο πρόσωπο, εφόσον έχει αυτή τη δυνατότητα, να υποδείξει το ίδιο στο δικαστήριο το δικαστικό συμπαραστάτη του[8].
3. Το συμφέρον του πάσχοντος προσώπουαποτελεί παράλληλα με την προστασία της προσωπικότητάς του το κυριότερο στοιχείο της δικαστικής συμπαράστασης[9]. Η δικαστική συμπαράσταση δεν επιβάλλεται για κανέναν άλλο λόγο παρά μόνο για να προστατεύσει τους πάσχοντες. Επομένως, το αληθινό συμφέρον (περιουσιακό ή ηθικό) του συμπαραστατέου πρέπει να αποτελέσει το γνώμονα όλων των ενεργειών που κατατείνουν στην εξυπηρέτηση του, γεγονός που καταγράφεται στη θεμελιώδη διάταξη του άρθρου 1684 ΑΚ: «Όλες οι πράξεις … πρέπει να αποβλέπουν στο συμφέρον του συμπαραστατουμένου…». Συνέπεια της παράβασης των ανωτέρω υποδείξεων είναι, ενδεχομένως, η θεμελίωση ευθύνης αποζημίωσης προς τον συμπαραστατούμενο, καθώς και λόγος παύσεως οργάνου ή μέλους οργάνου[10]. Απόρροια της αρχής αυτής είναι και ο περιορισμός των προσώπων τα οποία νομιμοποιούνται ενεργητικά[11]να επισπεύσουν τη θέση κάποιου σε δικαστική συμπαράσταση[12].
4. Η απόλυτη ελευθερία και ευρεία δικαιοδοσία του δικαστηρίουστην κλιμάκωση των αποτελεσμάτων της δικαστικής συμπαράστασης, ανάλογα με τη συγκεκριμένη περίπτωση κάθε ατόμου. Η ελευθερία αυτή του δικαστηρίου περιορίζεται και προσδιορίζεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, βέβαια, από τις ανάγκες και τα συμφέροντα του συμπαραστατουμένου. Το ελαστικό, εξάλλου, καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης είναι σύμφωνο με τα πορίσματα της σύγχρονης ψυχιατρικής που επέβαλε τον εκσυγχρονισμό και άλλων ευρωπαϊκών νομοθεσιών.

IV.  ΕΚΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΑΚΟΥΣΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗ ΣΕ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ.
Η υποβολή σε δικαστική συμπαράσταση, ανάλογα με τις προϋποθέσεις διακρίνεται: α) μόνο εκούσια, όταν η υποβολή σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης γίνεται μόνο με αίτηση του ίδιου του συμπαραστατούμενου[13]και, β) εκούσια και ακούσια, στην πρώτη περίπτωση όταν η υποβολή του προσώπου γίνεται με αίτηση του ιδίου, και στη δεύτερη περίπτωση όταν γίνεται από άλλο νομιμοποιούμενο πρόσωπο και του εισαγγελέα ή αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο[14].

V. ΟΙ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΕΩΝ.
Σε δικαστική συμπαράστασηυποβάλλεται ο ενήλικος (και όχι ο ανήλικος[15])[16]όταν: α) λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του, καθώς και άτομα τρίτης ηλικίας που, λόγω της προχωρημένης τους ηλικίας, παρουσιάζουν εξασθένηση των διανοητικών ή σωματικών τους δυνάμεων[17], β) λόγω ασωτίας, τοξικομανίας ή αλκοολισμού, εκθέτει σε κίνδυνο της στέρησης τον εαυτό του, το σύζυγό του, τους κατιόντες του ή τους ανιόντες του και, γ) όταν πρόκειται για πρόσωπο το οποίο εκτίει ποινή στερητική της ελευθερίας  τουλάχιστον δύο (2) ετών.

VI. ΟΙ ΨΥΧΙΚΑ ΠΑΣΧΟΝΤΕΣ. 

Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 1666 ΑΚ, την πρώτη κατηγορία συμπαραστατέων, με την οποία θα ασχοληθούμε κυρίως στο παρόν άρθρο με αφορμή τα προβλήματα που συνάντησε η «ΚΛΙΜΑΚΑ» κατά την υλοποίηση προγραμμάτων αποασυλοποίησης, αποτελούν τα ενήλικα εκείνα πρόσωπα τα οποία «λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής» αδυνατούν συνολικά ή εν μέρει να φροντίζουν μόνα τους για τις υποθέσεις τους.
Προϋποθέσεις για την υπαγωγή ενός προσώπου της κατηγορίας αυτής σε  εκούσια ή ακούσια (βλ. ανωτέρω κεφ. IV. υπό β’) δικαστική συμπαράσταση είναι:
α) ψυχική ή διανοητική διαταραχή (απλή, χρόνια κ.ά., αν αυτό υπαγορεύεται από το συμφέρον του συμπαραστατούμενου) του προσώπου και,
β) ολική ή μερική αδυναμίατου προσώπου να φροντίζει μόνο του για τις υποθέσεις τουτόσο προσωπικής όσο και περιουσιακής φύσεως, η οποία οφείλεται στην ψυχική ή διανοητική διαταραχή του.

VII. ΚΛΙΜΑΚΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ.
Το δικαστήριο, ανάλογα με τις ιδιομορφίες της κάθε ατομικής περίπτωσης, είναι ελεύθερο να αποφασίζει την υποβολή του πάσχοντος προσώπου σε ένα από τα ακόλουθα είδη της δικαστικής συμπαράστασης[18]

1. Πλήρης στερητική δικαστική συμπαράστασηυπάρχει όταν το πρόσωπο κηρύσσεται ανίκανο για όλες τις δικαιοπραξίες και περιέχεται σε κατάσταση πλήρους δικαιοπρακτικής ανικανότητας, δικαιοπρακτεί δε μέσω του δικαστικού συμπαραστάτη του (βλ. υποσημ. 18, άρθρο 1676 εδ. α’ αριθμ. 1 ΑΚ). Βέβαια, στις δίκες που αφορούν τη δικαστική συμπαράσταση ή την υποβολή … σε ακούσια νοσηλεία…, είναι πλήρως ικανός να παρίσταται στο δικαστήριο με το δικό του όνομα, να επιχειρεί όλες τις διαδικαστικές πράξεις, να επιχειρεί ή να δέχεται επιδόσεις κάθε είδους και να ασκεί ή να παραιτείται από ένδικα μέσα[19].
2. Μερική στερητική δικαστική συμπαράσταση, στην περίπτωση αυτή το πρόσωπο κηρύσσεται ανίκανο για ορισμένες μόνο δικαιοπραξίες και περιέχεται σε κατάσταση περιορισμένης δικαιοπρακτικής ικανότητας, καταρτίζει δε τις δικαιοπραξίες για τις οποίες είναι ανίκανος (εκτός από τις προσωποπαγείς) μέσω του δικαστικού συμπαραστάτη του (βλ. υποσημ. 18, άρθρο 1676 εδ. α’ αριθμ. 1 ΑΚ). Επίσης, δεν μπορεί να επιχειρεί μόνος «χαριστικές δικαιοπραξίες, να εισπράττει απαιτήσεις και να παρέχει εξόφληση», εκτός εάν αυτές έχουν επιτραπεί ρητά στην απόφαση[20]
3. Πλήρης επικουρική δικαστική συμπαράστασηυπάρχει στην περίπτωση κατά την οποία το πρόσωπο, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, για να επιχειρήσει οποιαδήποτε δικαιοπραξία και για να είναι αυτή ισχυρή χρειάζεται τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη του και περιέχεται σε κατάσταση ολικής περιορισμένης δικαιοπρακτικής ικανότητας (βλ. υποσημ. 18, άρθρο 1676 εδ. α’ αριθμ. 2 ΑΚ), ενώ συγχρόνως, είναι περιορισμένα ανίκανος για όλες τις εν ζωή περιουσιακές δικαιοπραξίες, για το γάμο, όχι όμως για τη διαθήκη.
4. Μερική επικουρική δικαστική συμπαράστασηυπάρχει στην περίπτωση κατά την οποία το πρόσωπο, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, για να επιχειρήσει ορισμένες δικαιοπραξίες, οι οποίες πρέπει να αναφέρονται στην απόφαση, χρειάζεται ομοίως τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη του και περιέχεται σε κατάσταση μερικής περιορισμένης δικαιοπρακτικής ικανότητας.
5. Συνδυασμός μερικής στερητικής και μερικής επικουρικής δικαστικής συμπαράστασης, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ότι το πρόσωπο θα τεθεί σε κατάσταση συνδυασμού μερικής στερητικής και μερικής επικουρικής δικαστικής συμπαράστασης. Στην περίπτωση αυτή το πρόσωπο έχει περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητα, η οποία μπορεί, ανάλογα με τις ρυθμίσεις της σχετικής δικαστικής απόφασης, να είναι ολική ή μερική. Το πρόσωπο είναι ανίκανο για τις δικαιοπραξίες στις οποίες αναφέρεται η στερητική δικαστική συμπαράσταση, ικανό με συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη για τις δικαιοπραξίες στις οποίες αναφέρεται η επικουρική δικαστική συμπαράσταση και πλήρως ικανό για τις λοιπές δικαιοπραξίες (εκτός αν η μερική στερητική και μερική επικουρική δικαστική συμπαράσταση καλύπτουν το σύνολο των δικαιοπραξιών).

VIII. Η ΑΝΑΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΟΥΜΕΝΟΥ.
Το δικαστήριο μπορεί να αναθέτει στον δικαστικό συμπαραστάτη, την επιμέλεια του προσώπου του συμπαραστατουμένου συνολικά ή εν μέρει[21]. Κατά την άσκηση όμως της επιμέλειας, ο δικαστικός συμπαραστάτης οφείλει να εξασφαλίζει στον συμπαραστατούμενο τη δυνατότητα να διαμορφώνει μόνος του τη ζωή του, εφόσον η κατάστασή του το επιτρέπει. Σε περίπτωση κατά την οποία η επιμέλεια δεν υπάγεται ρητά στην απόφαση της δικαστικής συμπαράστασης, τότε, ο συμπαραστατούμενος αυτός μόνος έχει την επιμέλεια του.

IX. ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΝΑ ΚΙΝΗΣΟΥΝ ΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ.
Σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε στο προγενέστερο δίκαιο, όπου ο καθένας που είχε έννομο συμφέρον μπορούσε να ζητήσει την υποβολή άλλου σε καθεστώς επιμέλειας, κατά το νέο δίκαιο συρρικνώθηκε ο κύκλος των προσώπων που νομιμοποιούνται να ζητήσουν την υποβολή κάποιου σε δικαστική συμπαράσταση.
Ειδικότερα: α) παρέχεται η δυνατότητα και στον ίδιο τον ψυχικά πάσχοντα ενήλικο να υποβάλλει αίτηση[22]για την υποβολή του σε δικαστική συμπαράσταση, όταν βέβαια δεν πάσχει από ψυχική διαταραχή βαριάς μορφής, β) ο σύζυγός του «εφόσον υπάρχει έγγαμη συμβίωση», γ) οι γονείς του συμπαραστατέου, ο καθένας τους αυτοτελώς, δ) τα τέκνα του συμπαραστατέου, ομοίως αυτοτελώς το κάθε τέκνο, ε) ο εισαγγελέας πρωτοδικών του αρμοδίου οικογενειακού δικαστηρίου και, στ) αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο[23]της συνήθους διαμονής του συμπαραστατέου.
Πρέπει να επισημάνουμε, ότι σκοπός της τελευταίας περίπτωσης, περί αυτεπάγγελτης κήρυξης της δικαστικής συμπαράστασης από το δικαστήριο, είναι να βοηθήσει στην προστασία εκείνων των ατόμων για τα οποία δεν υπάρχει φροντίδα, είτε λόγω ανυπαρξίας συζύγου ή στενών συγγενών, είτε λόγω αδιαφορίας.

X.  ΚΑΘΗΚΟΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ.
Εξ’ αιτίας της προαναφερόμενης αυτεπάγγελτης δυνατότητας που έχει το δικαστήριο, για κίνηση της διαδικασίας της δικαστικής συμπαράστασης, διατυπώνεται στο άρθρο 1668 ΑΚ[24]σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 5 Ι, 1 και 2 του Π.Δ. 250/1999, καθήκον γραπτής[25]πληροφόρησης του δικαστηρίου σε εύλογο χρονικό διάστημα, για τα περιστατικά που μπορούν να συνεπάγονται την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση, καθήκον το οποίο βαρύνει τους υπαλλήλους του δημοσίου, των Ο.Τ.Α., τους εισαγγελείς, τα όργανα των αρμοδίων κοινωνικών υπηρεσιών, τους προϊσταμένους των μονάδων ψυχικής υγείας και, επιπρόσθετα, τους ειδικούς επιστήμονες[26]που υπηρετούν στην περιφέρεια του δικαστηρίου το οποίο είναι αρμόδιο να επιληφθεί αυτεπαγγέλτως της σχετικής περίπτωσης ή και σε μονάδες της ευρύτερης περιφέρειας.

XI.  ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Τα πρωτεύοντα όργανα της δικαστικής συμπαράστασης είναι: α) το οικογενειακό δικαστήριο, β) το εποπτικό συμβούλιο και γ) ο δικαστικός συμπαραστάτης.
1. Το οικογενειακό δικαστήριοκαθίσταται ο τελικός εγγυητής της προστασίας των συμφερόντων του συμπαραστατουμένου και προσαρμόζει τη δικαστική συμπαράσταση και τη λειτουργία της στις πραγματικές ανάγκες της συγκεκριμένης περίπτωσης. Η επικοινωνία του δικαστηρίου με τον συμπαραστατέο, ώστε να σχηματίσει άμεση αντίληψη, είναι κατ΄ αρχήν υποχρεωτική[27]. Επίσης, μπορεί να μην είναι απαραίτητη η προσωπική επικοινωνία του δικαστηρίου με τον συμπαραστατέο, όταν ο ίδιος ο συμπαραστατέος παρίσταται στο δικαστήριο. Το οικογενειακό δικαστήριο, ενδεικτικά, έχει αρμοδιότητα της επιλογής του είδους και της έκτασης της δικαστικής συμπαράστασης στο οποίο θα υπαχθεί το συγκεκριμένο πρόσωπο, να την μεταβάλει[28], σύμφωνα με το συμφέρον του συμπαραστατέου προσώπου[29]καθώς και να την αίρει [30].  Έχει, επίσης, αρμοδιότητα να ορίζει, να παύει και να αντικαθιστά τον δικαστικό συμπαραστάτη και τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου. Να επιλύει τυχόν διαφωνία μεταξύ του εποπτικού συμβουλίου και δικαστικού συμπαραστάτη.
2. Το Εποπτικό Συμβούλιο – Ο Ειρηνοδίκης. Το εποπτικό συμβούλιο είναι συλλογικό όργανο της δικαστικής συμπαράστασης με αποστολή την εποπτεία της δικαστικής συμπαράστασης και ειδικότερα την εποπτεία του έργου του δικαστικού συμπαραστάτη. Αποτελείται «από τρία έως πέντε μέλη, τα οποία διορίζονται με την ίδια απόφαση που διορίζει τον δικαστικό συμπαραστάτη από συγγενείς ή φίλους του συμπαραστατουμένου (εποπτικό συμβούλιο)»[31]. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις το ίδιο άρθρο παρέχει τη δυνατότητα στο δικαστήριο να διορίσει ως μέλος του εποπτικού συμβουλίου και ένα όργανο της κοινωνικής υπηρεσίας ή να αναθέσει σε εξαιρετικές περιπτώσεις αποκλειστικά σ’ αυτό τα έργα του εποπτικού συμβουλίου[32]. Η εναλλακτική αυτή λύση προσφέρεται ιδίως σε περιπτώσεις που δεν υπάρχουν κατάλληλοι συγγενείς ή φίλοι ή συντρέχει άλλος σπουδαίος λόγος. Το εποπτικό συμβούλιο διορίζεται, κατ’ αρχήν, για όλο το χρονικό διάστημα της διάρκειας της δικαστικής συμπαράστασης και η θητεία του αρχίζει με την έκδοση της απόφασης που κηρύσσει την δικαστική συμπαράσταση και λήγει με την με οποιοδήποτε τρόπο λήξη της δικαστικής συμπαράστασης. Από τις σχετικές διατάξεις περί του εποπτικού συμβουλίου δεν προκύπτει ευθέως σε τι ακριβώς συνίσταται η «εποπτεία». Βέβαιο είναι, όμως, πως αυτή δεν πρέπει να έχει διακοσμητικό ρόλο. Το έργο του εποπτικού συμβουλίου θα πρέπει να συνίσταται στην παροχή ή όχι αδείας στον δικαστικό συμπαραστάτη να συναινέσει ή να μην συναινέσει στην επιχείρηση πράξεων από τον συμπαραστατούμενο. Στην περίπτωση προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη, τα έργα της εποπτείας της δικαστικής συμπαράστασης ασκεί ο ειρηνοδίκης»[33]του τόπου διαμονής του συμπαραστατουμένου καθώς, επίσης, στις περιπτώσεις εκείνες που τα έργα του δικαστικού συμπαραστάτη έχουν ανατεθεί σε σωματείο ή ίδρυμα ή στην Κοινωνική Υπηρεσία[34].
3. Ο Δικαστικός Συμπαραστάτης. Ο δικαστικός συμπαραστάτης είναι κατά κανόνα φυσικό πρόσωπο[35] (βλ. όμως και άρθρο 1671 ΑΚ, υποσημ. αριθμ. 33), ασκεί λειτούργημα[36], προσωποπαγές, μη υποχρεωτικό[37]και κατ’ αρχήν άμισθο[38]Σ’ αυτόν ανατίθεται η νόμιμη αντιπροσώπευσητου συμπαραστατουμένου (στην περίπτωση της στερητικής δικαστικής συμπαράστασης) ή η παροχή συναίνεσηςσε ορισμένες πράξεις του συμπαραστατουμένου (στην περίπτωση της επικουρικής δικαστικής συμπαράστασης). Ο δικαστικός συμπαραστάτης διορίζεται, κατ’ αρχήν κι αυτός, για όλο το χρονικό διάστημα της διάρκειας της δικαστικής συμπαράστασης και η θητεία του αρχίζει με την τελεσιδικία της απόφασης που τον διορίζεικαι λήγει με την με οποιοδήποτε τρόπο λήξη της δικαστικής συμπαράστασης. Το έργο του αναφέρεται στη διοίκηση, διαχείριση κ.λ.π., της περιουσίας του συμπαραστατουμένου. Είναι δυνατόν να υπάρχουν δύο ή και περισσότεροι συμπαραστάτες, λ.χ. να ανατεθεί στον έναν η διοίκηση της περιουσίας και στον άλλο η επιμέλεια του προσώπου του συμπαραστατουμένου. Ο δικαστικός συμπαραστάτης οφείλει να ασκεί το λειτούργημά του σύμφωνα με το νόμο και με γνώμονα το συμφέρον του συμπαραστατουμένου. Παράβαση των υποχρεώσεών του αυτών γεννά, εκτός άλλων, υποχρέωση για αποζημίωση του συμπαραστατουμένου ή των κληρονόμων του.
3.1 Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1669 ΑΚ, το δικαστήριο διορίζει ως δικαστικό συμπαραστάτη το φυσικό πρόσωπο που έχει προτείνει αυτός τον οποίο αφορά το μέτρο και το προτεινόμενο πρόσωπο κρίνεται κατάλληλο και μπορεί κατά το νόμο να διορισθεί. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν προτείνει κανέναν ή αν εκείνος ο οποίος προτάθηκε δεν κρίνεται κατάλληλος, τότε το δικαστήριο έχει την ελευθερία να προτείνει εκείνον που κρίνει ως πλέον κατάλληλο. Το δικαστήριο, πριν προβεί στο διορισμό του κατάλληλου προσώπου, λαμβάνει υπόψη του την τυχόν εκφρασμένη βούληση του συμπαραστατέου να αποκλεισθεί συγκεκριμένο πρόσωπο, τους δεσμούς του με τους συγγενείς του ή άλλα πρόσωπα και ιδίως με τους γονείς του, τα παιδιά του και τη σύζυγό του, καθώς και τον κίνδυνο από την τυχόν υφιστάμενη αντίθεση συμφερόντων ανάμεσα στον συμπαραστατέο και σε αυτόν που πρόκειται να διοριστεί.

3.2 Ενδεικτικά, ως προς τις πράξεις και υποχρεώσεις του δικαστικού συμπαραστάτη:
3.2.1 Στην επικουρική δικαστική συμπαράσταση και στις περιπτώσεις συναίνεσης του δικαστικού συμπαραστάτη, η οποία συμπληρώνει τη βούληση του συμπαραστατούμενου «παρέχεται εγγράφως, μόνο πριν από την επιχείρηση της πράξης». Σε περίπτωση κατά την οποία ο δικαστικός συμπαραστάτης «αρνείται να συναινέσει, αποφασίζει το δικαστήριο ύστερα από αίτηση του συμπαραστατουμένου». Επίσης, «οι πράξεις του συμπαραστατουμένου, για τις οποίες ο νόμος απαιτεί τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη, είναι άκυρες, αν επιχειρήθηκαν χωρίς αυτή τη συναίνεση. Την ακυρότητα προτείνει μόνο ο δικαστικός συμπαραστάτης, ο συμπαραστατούμενος και οι καθολικοί ή ειδικοί διάδοχοί του»[39],
3.2.2 Απαγορεύονται στον δικαστικό συμπαραστάτη: α) οι χαριστικές δικαιοπραξίες σε βάρος της περιουσίας του συμπαραστατουμένου[40], β) η ιδιόχρηση της περιουσίας του συμπαραστατουμένου[41]κ.ά.,
3.2.3 Στη στερητική δικαστική συμπαράσταση έχει υποχρέωση: α) σύνταξης απογραφής[42], β) προκλήσεως προσδιορισμού ετήσιας δαπάνης[43], γ) επωφελούς τοποθέτησης μετρητών[44], δ) λογοδοσίας[45], στ) ενημέρωσης του δικαστηρίου[46]κ.ά.,
3.2.4 Πράξεις του δικαστικού συμπαραστάτη για τις οποίες απαιτείται προηγούμενη άδεια του εποπτικού συμβουλίου είναι: α) «… 1. να εκμισθώνει ή να μισθώνει ακίνητα, 2. να συνάπτει σύμβαση με αντικείμενο την παροχή της εργασίας του … ή σύμβαση μαθητείας, 3. να επιχειρεί και κάθε άλλη πράξη που υπερβαίνει τα όρια της τακτικής διαχείρισης, εφόσον αυτή δεν εμπίπτει στα άρθρα 1623, 1624 και 1625» (βλ. άρθρο 1619 ΑΚ), β) «…για σύναψη σύμβασης εργασίας και την άσκηση επαγγέλματος» (βλ. άρθρο 1620 ΑΚ), γ) για την διεξαγωγή δικών (άρθρο 1621 ΑΚ) κ.ά.,
3.2.5 Πράξεις για τις οποίες απαιτείται γνωμοδότηση του εποπτικού συμβουλίου και άδεια του δικαστηρίου είναι: α)  «…: 1. να διαθέτει την περιουσία του … συνολικά ή κατά ένα μέρος της, 2. να εκποιεί ή να αποκτά με αντάλλαγμα ακίνητο ή εμπράγματο δικαίωμα σε ξένο ακίνητο, 3. να εκχωρεί απαίτηση που έχει αντικείμενο τη μεταβίβαση ακινήτου …, 4. να εκποιεί τους τίτλους και τα πολύτιμα αντικείμενα του άρθρου 1614, 5. να επιχειρεί οποιοδήποτε έργο σε ακίνητο … 6. να εκποιεί εμπορική, βιομηχανική ή άλλη επιχείρηση που περιλαμβάνεται στην περιουσία του … να αποφασίζει τη διάλυση και την εκκαθάρισή της, καθώς και να ιδρύει νέα επιχείρηση, 7. να εκμισθώνει ακίνητο του … για χρόνο που υπερβαίνει τα εννέα έτη, 8. να δανείζει ή να δανείζεται…» (βλ. άρθρο 1624 ΑΚ), β) « 1. να αποποιείται κληρονομία ή να παραιτείται από τη νόμιμη μοίρα κληρονομίας … 2. να αποδέχεται κληροδοσία ή δωρεά που συνεπάγεται βάρη, 3. να αποποιείται κληροδοσία …» (βλ. άρθρο 1625 ΑΚ) κ.ά.,
3.2.6 Ο δικαστικός συμπαραστάτης δεν μπορεί να εκπροσωπήσειτον συμπαραστατούμενο: α) στην τέλεση γάμου, β) στο συναινετικό διαζύγιο, γ) στην τέλεση υιοθεσίας με την ιδιότητα του υιοθετούντος κ.ά, μπορεί, όμως, να τον εκπροσωπήσει: α) στην αγωγή ακυρώσεως γάμου του, β) στην αγωγή διαζυγίου, γ) στην πολιτική αγωγή για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη (ενεργητικά και παθητικά) κ.α.,
Σε περίπτωση κατά την οποία ο δικαστικός συμπαραστάτης δεν συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του, ευθύνεται σε αποζημίωση του συμπαραστατουμένου[47]και μπορεί να παυθεί[48].
4. Ο προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης[49]. Η κατάσταση του προσώπου η οποία υπαγορεύει την υποβολή του σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης υπάρχει τόσο πριν την έναρξη όσο και κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κηρύξεως του σε δικαστική συμπαράσταση. Το γεγονός αυτό καθιστά, σε πολλές περιπτώσεις, αναγκαία την προσωρινή θέση του προσώπου αυτού υπό επιμέλεια, έτσι ώστε να αντιμετωπίζονται επείγοντα ζητήματα, αλλά και να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη συμμετοχή του στις συναλλαγές. Εξάλλου, λόγω της ρύθμισης του άρθρου 1681 ΑΚ[50], παρίσταται ανάγκη να υπάρχει δικαστικός συμπαραστάτης του προσώπου κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της δημοσίευσης της απόφασης η οποία κηρύσσει τη δικαστική συμπαράσταση και της τελεσιδικίας της.
5. Ο ειδικός δικαστικός συμπαραστάτης[51]είναι το πρόσωπο το οποίο διορίζεται για να υποκαταστήσει στα έργα του τον οριστικό ή/και προσωρινό δικαστικό συμπαραστάτη, όταν τα συμφέροντα συμπαραστατουμένου και δικαστικού συμπαραστάτη ή των προσώπων με τα οποία αυτός συνδέεται («… του συζύγου του, ή των συγγενών του σε ευθεία γραμμή εξ’ αίματος ή εξ’ αγχιστείας απεριόριστα και σε πλάγια γραμμή εξ αίματος έως το δεύτερο βαθμό…» άρθρο 1627 ΑΚ) συγκρούονται.
6. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να βρεθεί το κατάλληλο φυσικό πρόσωπο, για να διοριστεί ως δικαστικός συμπαραστάτης, η δικαστική συμπαράσταση ανατίθεται σύμφωνα με το άρθρο 1671 ΑΚ[52], σε σωματείο ή ίδρυμα που έχουν συσταθεί ειδικά γι’ αυτό το σκοπό και διαθέτουν την κατάλληλη υποδομή και προσωπικό, διαφορετικά στην αρμόδια Κοινωνική Υπηρεσία[53]. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζεται η περίπτωση ατόμων ουσιαστικά εγκαταλελειμμένων.

XΙΙ.  Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ.
Ο νόμος 2447/1996 προέβλεπε την ίδρυση σε κάθε Πρωτοδικείο μιας αυτοτελούς υπηρεσίας, της Κοινωνικής Υπηρεσίας[54].  Αυτή θα εξέφραζε την κρατική μέριμνα στο πεδίο των προσωπικών σχέσεων του πάσχοντα και θα είχε αφενός μεν βοηθητικό ρόλο στον έλεγχο της δράσης των άλλων οργάνων (συμπαραστάτη, εποπτικού συμβουλίου), αφετέρου δε θα επικουρούσε το έργο του οικογενειακού δικαστηρίου[55]. Ειδικότερα, προκειμένου το δικαστήριο να αποφασίσει την θέση του ενηλίκου σε δικαστική συμπαράσταση συνεκτιμά, αναφέρεται στο νόμο, την έκθεση της αρμόδιας Κοινωνικής Υπηρεσίας, σχετικά με την αναγκαιότητα του μέτρου και την καταλληλότητα του προσώπου που πρόκειται να διοριστεί ως δικαστικός συμπαραστάτης ή του σωματείου ή του ιδρύματος, στο οποίο πρόκειται να ανατεθεί η δικαστική συμπαράσταση[56]. Μέχρι και σήμερα, όμως, οι προβλεπόμενες στα άρθρα 49 επ. του ν. 2447/1996 Κοινωνικές Υπηρεσίες δεν έχουν ακόμα συγκροτηθεί. Προς διευκόλυνση της εκδίκασης των σχετικών υποθέσεων, ορίστηκε ότι «όπου ο νόμος απαιτεί την υποβολή στο δικαστήριο και την υποχρεωτική συνεκτίμηση από αυτό έκθεσης της Κοινωνικής Υπηρεσίας, αν η έκθεση αυτή δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα, το δικαστήριο δικάζει χωρίς έκθεση»[57].
Ταυτόχρονα, η μη σύσταση των κοινωνικών υπηρεσιών (ή έστω σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά τη θέση σε ισχύ του νέου δικαίου), αλλά και οι δυσκολίες που συνόδεψαν τις μεταβατικές ρυθμίσεις – λύσεις αποτέλεσαν, δυστυχώς, την αχίλλειο πτέρνα της μεταρρύθμισης, ενώ κατέστησαν αδρανές στην πράξη όλο το νομικό πλαίσιο της δικαστικής συμπαράστασης[58].


XΙΙΙ.  ΛΗΞΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ.

Η δικαστική συμπαράσταση λήγει, αφενός μεν αυτοδικαίως στις περιπτώσεις θανάτου του συμπαραστατουμένου ή με την κήρυξή του σε αφάνεια, οπότε αυτός θεωρείται νεκρός και αφετέρου, με δικαστική απόφαση, η οποία αίρει την δικαστική συμπαράσταση, καταργεί δηλαδή το καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης, οπότε το πρόσωπο επανέρχεται από πλευράς δικαιοπρακτικής ικανότητας και επιμέλειας στην κατάσταση στην οποία βρισκόταν πριν από την κήρυξη της δικαστικής συμπαράστασης[59]. Μετά τη λήξη της δικαστικής συμπαράστασης ο δικαστικός συμπαραστάτης είναι υποχρεωμένος σε απόδοση της περιουσίας στον συμπαραστατούμενο και σε λογοδοσία.

Βιβλιογραφία. 

1. Ι. Δεληγιάννη, Η σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου στον τομέα της επιτροπείας, Αρμ. 1995.1249. 
2. Π. Αγγαλοπούλου, Προστασία των ψυχικά διαταραγμένων, ΚριτΕπιθ 1995/2.205 επ.
3. Πεπραγμένα της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, τόμ. Ι και ΙΙ. 
4. Αχ. Κουτσουράδης, Η μεταρρύθμιση του Ν. 2447/1996. 
5. Ι. Δεληγιάννη, Η δικαστική συμπαράσταση, Θεσσαλονίκη 1997. 
6. Ι. Σπυριδάκης, Η μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου, Αθήνα 1997. 
7. Ι. Σπυριδάκης, Η δικαστική συμπαράσταση, Αθήνα 1998. 
8. Δεληγιάννης, Εγγενή χαρακτηριστικά και υστερογενείς περιπέτειες της πρόσφατης μεταρρύθμισης του οικογενειακού δικαίου, ΚριτΕ 1997. Πανεπιστήμιο Πειραιώς-Ένωση Αστικολόγων, Η πρόσφατη μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου, (ν. 2447/1996), 1998. 
9. Αχ. Κουτσουράδης, «Παρατηρήσεις στη νέα διαδικασία ακούσιας νοσηλείας (εγκλεισμού) ψυχικά πάσχοντα», Σε μνήμη Ι. Καρακατσάνη, 1999. 
10 Αχ. Κουτσουράδης – Αγγ. Γεωργιάδου, Προστατευτικοί Θεσμοί του Αστικού Δικαίου, 2002.

    (*Το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο υπ'αριθμ. 8/2004 τεύχοςτου περιοδικού "Αφιερώματα"της "Κλίμακα").

    ____________________________________________

    [1]Βλ. Ι. Σ. Σπυριδάκης, «Η δικαστική συμπαράσταση», σελ. 1.
    [2]Βλ. άρθρα 1676 και 1678 του ΑΚ.
    [3]Βλ. Ι. Σ. Σπυριδάκης ό.π. υποσημ. αριθμ. 1, σελ. 7. Για τους όρους βλ. Ε αρ. 35, Πεπραγμένα ΙΙ, σελ. 274 (κριτική Σταθοπούλου) και σελ. 287 (απάντηση Δεληγιάννη), Σπυριδάκης, Μεταρρύθμιση 26 σημ. Αξίζει να σημειωθεί ότι, με την πάροδο του χρόνου και τη συχνή χρήση των όρων, οι λέξεις «συμπαραστατέος» και «συμπαραστατούμενος» έχουν καταστεί οικείες και έτσι εκ των υστέρων η επιλογή της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής μπορεί να θεωρηθεί επιτυχής.
    [4]Βλ. Σύνταγμα, άρθρο 2 παρ. 1:  «1. Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας.», άρθρο 5 παρ. 1: «1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.».
    [5]Βλ. Αχ. Κουτσουράδης –Αγγ. Γεωργιάδου, «Προστατευτικοί Θεσμοί του Αστικού Δικαίου», σελ. 10 επ.
    [6]Βλ. Κουτσουράδης, «Παρατηρήσεις στη νέα διαδικασία ακούσιας νοσηλείας (εγκλεισμού) ψυχικά πάσχοντα», Σε μνήμη Ι. Καρακατσάνη, 1999, 335 επ. 336.
    [7]Βλ. άρθρο 1666 ΑΚ: «Σε δικαστική συμπαράσταση υποβάλλεται ο ενήλικος: 1. όταν λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του…».
    [8]Βλ. άρθρο 1667 ΑΚ: «Η υποβολή σε δικαστική συμπαράσταση αποφασίζεται από το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του ιδίου του πάσχοντος…», άρθρο 1669 ΑΚ: «Το δικαστήριο διορίζει δικαστικό συμπαραστάτη το φυσικό πρόσωπο που έχει προτείνει αυτός τον οποίον αφορά το μέτρο» και πιο κάτω στο ίδιο άρθρο «…αφού λάβει υπόψη του την τυχόν εκφρασμένη βούληση του συμπαραστατέου, να αποκλειστεί συγκεκριμένο πρόσωπο…», άρθρο 1680 ΑΚ: «… Κατά την άσκηση της επιμέλειας ο δικαστικός συμπαραστάτης οφείλει να εξασφαλίζει στον συμπαραστατούμενο τη δυνατότητα να διαμορφώνει μόνος του τις προσωπικές του σχέσεις, εφόσον του το επιτρέπει η κατάστασή του.» και άρθρο 1684 ΑΚ: «…πριν από κάθε ενέργεια ή απόφαση, πρέπει να επιδιώκεται η προσωπική επικοινωνία με τον συμπαραστατούμενο και να συνεκτιμάται η γνώμη του.».
    [9]Bλ.λ.χ. άρθρο 1676 παρ. 3, εδ. 2 ΑΚ: «…Το δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την αίτηση, οφείλει όμως να επιβάλλει στον συμπαραστατούμενο τους ελάχιστους δυνατούς περιορισμούς που απαιτεί το συμφέρον του… ».
    [10]Βλ.  Ι. Σ. Σπυριδάκης ό.π. υποσημ. αριθμ. 1, σελ. 114.
    [11]Κατά τον Δεληγιάννη νομιμοποιούνται εκείνοι «μόνο που τεκμαίρεται βάσιμα ότι κινούνται αποκλειστικά από ηθικό ενδιαφέρον» για τον συμπαραστατέο. 
    [12]Βλ. άρθρο 1667 ΑΚ: «Η υποβολή σε δικαστική συμπαράσταση αποφασίζεται από το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του ιδίου του πάσχοντος ή του συζύγου του, εφόσον υπάρχει έγγαμη συμβίωση… ή των γονέων ή τέκνων του ή του εισαγγελέα ή και αυτεπαγγέλτως…».
    [13]Βλ. άρθρο 1667 παρ. 2 ΑΚ: «… Όταν το πρόσωπο πάσχει αποκλειστικά από σωματική αναπηρία, το δικαστήριο αποφασίζει μόνο ύστερα από αίτηση του ιδίου.» και άρθρο 1688 ΑΚ: «…Η δικαστική συμπαράσταση κηρύσσεται μόνο με αίτηση του προσώπου εκτίει την ποινή και μόνο για τις πράξεις που αυτός προσδιόρισε στην αίτησή του.».
    [14]Βλ. άρθρο 1667 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 12.
    [15]Δικαιολογητικός λόγος, εκτός των άλλων, είναι ότι η όλη διαδικασία της υποβολής του ανηλίκου σε δικαστική συμπαράσταση θα μπορούσε να επιφέρει επιδείνωση της κατάστασης της ψυχικής του υγείας.
    [16]Βλ. άρθρο 1666 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 7.
    [17]Βλ. Πεπραγμένα της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, τόμος ΙΙ, σελ. 115 επ.
    [18]Βλ. άρθρο 1676 ΑΚ: «Ανάλογα με την περίπτωση, το δικαστήριο που υποβάλλει ένα πρόσωπο σε δικαστική συμπαράσταση, είτε: 1. τον κηρύσσει ανίκανο για όλες ή για ορισμένες δικαιοπραξίες, γιατί κρίνει ότι αδυνατεί να ενεργεί γι'αυτές αυτοπροσώπως (στερητική δικαστική συμπαράσταση, πλήρης ή μερική) είτε 2. ορίζει ότι για την ισχύ όλων ή ορισμένων δικαιοπραξιών του απαιτείται η συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη (επικουρική δικαστική συμπαράσταση, πλήρης ή μερική) είτε 3. αποφασίζει συνδυασμό των δύο προηγούμενων ρυθμίσεων. Το δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την αίτηση, οφείλει όμως να επιβάλλει στον συμπαραστατούμενο τους ελάχιστους δυνατούς περιορισμούς που απαιτεί το συμφέρον του. Στην περίπτωση της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 1667, το δικαστήριο δεν
    μπορεί να επιβάλει, με την αρχική ή την τροποποιητική απόφασή του, περιορισμούς περισσότερους από όσους ζητούνται.
    ».
    [19]Βλ. άρθρο 802 παρ. 1 ΚΠολΔ.
    [20]Βλ. άρθρο 1678 παρ. 3 ΑΚ:«… Επίσης δεν μπορεί, εφόσον δεν του έχει επιτραπεί ρητά, να επιχειρεί μόνος χαριστικές δικαιοπραξίες, να εισπράττει απαιτήσεις και να παρέχει εξόφληση»..
    [21]Βλ. άρθρο 1680 ΑΚ, ό.π. υποσημ αριθμ. 8.
    [22]Βλ. άρθρο 1667 παρ. 1 εδ. α’ ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 8.
    [23]Βλ. άρθρο 1667 παρ. 1 εδ. α’ ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 12.
    [24]Βλ. άρθρο 1668 ΑΚ: «Οι δημόσιοι ή δημοτικοί υπάλληλοι, οι εισαγγελείς, τα όργανα των αρμόδιων κοινωνικών υπηρεσιών, καθώς και οι προϊστάμενοι μονάδων ψυχικής υγείας οφείλουν να γνωστοποιούν στο δικαστήριο κάθε περίπτωση που μπορεί να συνεπάγεται την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική
    συμπαράσταση, αμέσως μόλις την πληροφορούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους
    .».
    [25]Βλ. άρθρο 5 παρ. 2 εδ. 2 του Π.Δ. 250/1999, όπου γίνεται λόγος για διαβίβαση στο δικαστήριο αναφοράς: «Το καθήκον πληροφόρησης του δικαστηρίου για τα περιστατικά που μπορούν να συνεπάγονται την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση …και στα όργανα των αρμόδιων κοινωνικών υπηρεσιών, βαρύνει όλους τους ειδικούς επιστήμονες του άρθρου 1 του παρόντος … Τα ίδια αυτά πρόσωπα βαρύνει, εξάλλου, και η υποχρέωση να αναφέρουν, είτε στον συντονιστή … είτε και απευθείας … κάθε άλλη περίπτωση που καθιστά αναγκαία την αυτεπάγγελτη ενέργεια του δικαστηρίου υπέρ προσώπου που, λόγω των μειονεξιών που παρουσιάζει, έχει ανάγκη από δικαστική προστασία κατά το νόμο. Μαζί με την αναφορά διαβιβάζεται και κάθε άλλο χρήσιμο στοιχείο ή πληροφορία και υποβάλλονται σχετικές προτάσεις…».
    [26]Βλ. άρθρο 1 του Π.Δ. 250/1999: «Οι αρμοδιότητες κοινωνικής υπηρεσίας … οι οποίες αναφέρονται στη λειτουργία του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης,ασκούνται, από τους ειδικούς επιστήμονες (κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχιάτρους, Ψυχολόγους επισκέπτες υγείας και άλλους επιστήμονες κατάλληλους για την αντιμετώπιση σωματικά αναπήρων και εξαρτημένων προσώπων, όπως τοξικομανών ή αλκοολικών)…».
    [27]Βλ. άρθρο 804 ΚΠολΔ: «1. Το δικαστήριο επικοινωνεί με ….  ώστε να σχηματίσει άμεση αντίληψη για την κατάστασή του. Η προσωπική επικοινωνία μπορεί να γίνεται μέσα στο συνηθισμένο περιβάλλον του συμπαραστατέου, αν το ζητεί ο ίδιος ή αν αυτό διευκολύνει τη διευκρίνιση των πραγμάτων και δεν αντιτίθεται ο συμπαραστατέος. Η επικοινωνία παραλείπεται μόνο αν πιστοποιείται αρμοδίως ότι υπάρχει βάσιμος κίνδυνος για την υγεία του προσώπου, για το οποίο πρόκειται, ή αν αυτό βρίσκεται σε προφανή αδυναμία να επικοινωνήσει με το περιβάλλον... 2. Η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης μπορεί, κατά την κρίση του δικαστηρίου, να παραλείπεται, αν προσκομίζεται βεβαίωση δημόσιας αρχής ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου για την κατάσταση του συμπαραστατέου.».
    [28]Βλ. άρθρο 1677 ΑΚ: «Με μεταγενέστερη απόφασή του, το δικαστήριο μπορεί να τροποποιεί και αυτεπάγγελτα το είδος και την έκταση της δικαστικής συμπαράστασης.».
     [29]Βλ. άρθρο 1676 εδ. β’ ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 18.
    [30]Βλ. άρθρο 1685 ΑΚ: «Αν έλειψαν οι λόγοι που την προκάλεσαν, η δικαστική συμπαράσταση αίρεται με απόφαση του δικαστηρίου ύστερα από αίτηση των προσώπων που μπορούν να τη ζητήσουν ή και αυτεπαγγέλτως…».
    [31]Βλ. άρθρο 1682 ΑΚ:«Σε κάθε περίπτωση στερητικής δικαστικής συμπαράστασης έχουν …ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις για την επιτροπεία ανηλίκων. Τα έργα της εποπτείας της δικαστικής συμπαράστασης ασκεί συμβούλιο από τρία έως πέντε μέλη, τα οποία διορίζονται με την ίδια απόφαση που διορίζει τον δικαστικό συμπαραστάτη από συγγενείς ή φίλους του συμπαραστατουμένου (εποπτικό συμβούλιο)… Στην περίπτωση προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη, τα έργα της εποπτείας της
    δικαστικής συμπαράστασης ασκεί ο ειρηνοδίκης
    .».
    [32]Βλ. άρθρο 1682 εδ. γ’ ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 30, σε συνδ. με άρθρο 1634 παρ. 2 ΑΚ: «…Το δικαστήριο μπορεί, αν κρίνει ότι το επιβάλλει το συμφέρον … να διορίσει ως μέλος του εποπτικού συμβουλίου και ένα όργανο της κοινωνικής υπηρεσίας ή να αναθέσει σε εξαιρετικές περιπτώσεις αποκλειστικά σ'αυτό τα έργα του εποπτικού συμβουλίου…».
    [33]Βλ. άρθρο 1682 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 30.
    [34]Βλ. άρθρο 1671 ΑΚ: «Αν δεν βρίσκεται κατάλληλο φυσικό πρόσωπο … η δικαστική συμπαράσταση ανατίθεται σε σωματείο ή ίδρυμα, που έχουν συσταθεί ειδικά για το σκοπό αυτόν και διαθέτουν το κατάλληλο προσωπικό και υποδομή, αλλιώς στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία…», άρθρο 1635 ΑΚ: «…προσωρινός ή οριστικός, ενεργεί η κοινωνική υπηρεσία, καθώς και όταν δεν προβλέπεται ή δεν έχει συγκροτηθεί ακόμη εποπτικό συμβούλιο, τα έργα του εποπτικού συμβουλίου ασκεί ο ειρηνοδίκης…».
    [35]Βλ. άρθρο 1669 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 8.
    [36]Βλ άρθρο 1681 εδ. β’ ΑΚ: «Τα αποτελέσματα της δικαστικής συμπαράστασης αρχίζουν αφότου
    δημοσιευθεί η σχετική απόφαση. Για την έναρξη όμως του λειτουργήματος του δικαστικού συμπαραστάτη απαιτείται τελεσιδικία της απόφασης που τον διορίζει.
    ».
    [37]Βλ. άρθρο 1682 εδ. α’ ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 30, σε συνδ. με άρθρο 1599 ΑΚ: «Ο διοριζόμενος έχει το δικαίωμα να αποποιηθεί το διορισμό, εκτός αν έχει διοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 1600. Έχει επίσης το δικαίωμα να παραιτείται, μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος».
    [38]Βλ. άρθρο 1682 εδ. α’ ΑΚ,  ό.π. υποσημ. αριθμ. 30, σε συνδ. με άρθρο 1631 ΑΚ: «Το δικαστήριο μπορεί … να ορίζει …αμοιβή για την απασχόληση … ανάλογη με τους κόπους του και το μέγεθος της περιουσίας που διαχειρίζεται. Αν η περιουσία αυτή δεν επαρκεί … να καταβληθεί …  αμοιβή ανάλογη … ή αν δεν υπάρχει καθόλου περιουσία και το δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει, λόγω των ειδικών περιστάσεων, να καταβληθεί αμοιβή, η αμοιβή την οποία καθορίζει καταβάλλεται … από το δημόσιο ταμείο…» και άρθρο 66 ν. 2447/96: «Στον Κρατικό Προϋπολογισμό και σε βάρος των κονδυλίων του Υπουργείου Δικαιοσύνης αναγράφεται υποχρεωτικά κάθε χρόνο η δαπάνη που απαιτείται για να καταβάλλονται στους επιτρόπους ή τους δικαστικούς συμπαραστάτες η αμοιβή τους και στους ίδιους, καθώς και στα μέλη των εποπτικών συμβουλίων οι δαπάνες τους, που είναι καταβλητέες από το δημόσιο ταμείο …».
    [39]Βλ. άρθρο 1683 ΑΚ:«Η συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη, από την οποία εξαρτάται η ισχύς ορισμένων ή και όλων των δικαιοπραξιών … παρέχεται εγγράφως, μόνο πριν από την επιχείρηση της πράξης. Αν ο δικαστικός συμπαραστάτης αρνείται να συναινέσει, αποφασίζει το δικαστήριο ύστερα από αίτηση του συμπαραστατουμένου. Οι πράξεις του συμπαραστατουμένου… είναι άκυρες, αν επιχειρήθηκαν χωρίς αυτή τη συναίνεση. Την ακυρότητα προτείνει μόνο ο δικαστικός συμπαραστάτης, ο συμπαραστατούμενος και οι καθολικοί και οι ειδικοί διάδοχοί του».
    [40]Βλ. άρθρο 1617 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Ο… δεν δικαιούται να καταρτίζει δικαιοπραξίες με χαριστική αιτία σε βάρος της περιουσίας του …. Εξαιρούνται με την επιφύλαξη των διατυπώσεων της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1624, οι χαριστικές δικαιοπραξίες που επιβάλλονται από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας».
    [41]Βλ. άρθρο 1618 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «…δεν δικαιούται να χρησιμοποιεί για δικό του λογαριασμό την περιουσία του … και ιδίως μετρητά χρήματά του».
    [42]Βλ. άρθρο 1611 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «…Ο … οφείλει να συντάσσει παρουσία εκπροσώπου του εποπτικού συμβουλίου απογραφή της περιουσίας που υπάρχει ή που περιέρχεται στον … μετά το διορισμό και που υπάγεται στη διοίκηση του επιτρόπου. …Αντίγραφο της απογραφής επιδίδεται στο εποπτικό συμβούλιο και στην κοινωνική υπηρεσία…».
    [43]Βλ. άρθρο 1612 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Κατά την έναρξη … ο … οφείλει να προκαλέσει απόφαση του εποπτικού συμβουλίου, που να ορίζει κατά προσέγγιση την ετήσια δαπάνη για την επιμέλεια του προσώπου και τη διοίκηση της περιουσίας του …».
    [44]Βλ. άρθρο 1613 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Αν στην περιουσία … υπάρχουν ή περιέλθουν κατά τη διάρκεια της επιτροπείας μετρητά χρήματα, ο … οφείλει χωρίς καθυστέρηση να χρησιμοποιήσει παραγωγικά ή να τοποθετήσει κατά τρόπον επωφελή το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση της ετήσιας δαπάνης. Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η τοποθέτηση των χρημάτων προσδιορίζεται από τον … και εγκρίνεται από το εποπτικό συμβούλιο. Αν το εποπτικό συμβούλιο αρνείται την έγκριση, αποφασίζει το δικαστήριο».
    [45]Βλ. άρθρο 1626 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Ο … οφείλει να λογοδοτεί στο εποπτικό συμβούλιο κάθε χρόνο. Το εποπτικό συμβούλιο μπορεί να καθορίζει τη λογοδοσία σε αραιότερα διαστήματα, πάντως όχι μεγαλύτερα από μια πενταετία, αν οι περιστάσεις δεν δικαιολογούν την ετήσια λογοδοσία»)
    [46]Βλ. άρθρο 1686 ΑΚ: «"Αν ο δικαστικός συμπαραστάτης γνωρίζει περιστατικά που δικαιολογούν οποιαδήποτε μεταβολή στο καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης, οφείλει να τα γνωστοποιεί στο δικαστήριο χωρίς καθυστέρηση".».
    [47]Βλ. άρθρο 1632 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Ο … ευθύνεται για κάθε ζημία του … από πταίσμα του κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Αν έχουν διοριστεί περισσότεροι…, είναι συνυπεύθυνοι εις ολόκληρον, εκτός αν έχουν διοριστεί με χωριστό κύκλο ενέργειας ο καθένας και ενεργούν αυτοτελώς.».
    [48]Βλ. άρθρο 1651 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «Το δικαστήριο παύει, με αίτηση του εποπτικού συμβουλίου ή και αυτεπαγγέλτως, τον …, όταν συντρέχει σπουδαίος λόγος, ιδίως αν κρίνει ότι η συνέχιση της … μπορεί να θέσει σε κίνδυνο, λόγω παραμέλησης των καθηκόντων του ή για άλλο λόγο, τα συμφέροντα του….».
    [49]Βλ. άρθρα 1672 ΑΚ: «Το δικαστήριο μπορεί οποτεδήποτε, πριν ή και μετά την έναρξη της διαδικασίας για την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση, να διορίσει, με αίτηση ενός από τα πρόσωπα του άρθρου 1667 ή και αυτεπαγγέλτως, προσωρινό δικαστικό συμπαραστάτη. Η εξουσία του περιλαμβάνει κάθε ασφαλιστικό μέτρο απαραίτητο για να αποφευχθεί σοβαρός κίνδυνος για το πρόσωπο ή την περιουσία του συμπαραστατέου. Για την τελεσιδικία της, ο διορισμός προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη είναι υποχρεωτικός.» και 805 ΚΠολΔ: «…εφαρμόζονται και για το διορισμό προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη πριν από την κίνηση της διαδικασίας της δικαστικής συμπαράστασης. 2. Προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης μπορεί να διοριστεί και με προσωρινή διαταγή του δικαστηρίου …όταν από ιατρικό πιστοποιητικό συνάγεται ότι συντρέχουν … επείγοντες λόγοι υπέρ του διορισμού δικαστικού συμπαραστάτη και ότι απειλείται από την αναβολή κίνδυνος για τα συμφέροντά του. Η προσωρινή διαταγή εκδίδεται ύστερα από προηγούμενη ακρόαση του συμπαραστατέου και έκθεση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας, εκτός αν επίκειται κίνδυνος από οποιαδήποτε αναβολή… 3. Εφόσον το κρίνει απαραίτητο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του συμπαραστατέου, το δικαστήριο που διόρισε τον προσωρινό δικαστικό συμπαραστάτη ορίζει ότι αυτός … παραστέκει τον συμπαραστατέο στη διενέργεια κάθε διαδικαστικής πράξης και την άσκηση ένδικων μέσων, τόσο κατά τη διεξαγωγή της κύριας δίκης για την υποβολή στη δικαστική συμπαράσταση, όσο και σε κάθε άλλη δίκη που αφορά το πρόσωπο ή την περιουσία του. 4. Αν διορίστηκε προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης, όλες οι επιδόσεις πρέπει να γίνονται σ'αυτόν και σ'εκείνον για τον οποίο διορίστηκε. 5. Ο διορισμός προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη για το χρονικό διάστημα μετά την έκδοση της απόφασης, με την οποία το πρόσωπο υποβλήθηκε σε δικαστική συμπαράσταση, καθώς και η διατήρηση ή αντικατάσταση, για το ίδιο χρονικό διάστημα, αυτού που είχε ήδη διοριστεί, γίνονται με την ίδια απόφαση, που απαγγέλλει την υποβολή στη δικαστική συμπαράσταση.».
    [50]Βλ. άρθρο 1681 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 35.
    [51]Βλ. άρθρο 1628 ΑΚ (αναλογική εφαρμογή): «…Στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου, όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση κωλύματος, το δικαστήριο διορίζει, με αίτηση του επιτρόπου ή και αυτεπαγγέλτως ειδικό επίτροπο. Όταν ο ειδικός επίτροπος διορίζεται για να αναπληρώσει τον επίτροπο προσωρινά σε όλα τα έργα του λόγω κωλύματός του, το δικαστήριο μπορεί να ορίσει και τη διάρκεια της ειδικής επιτροπείας…».
    [52]Βλ. άρθρο 1671 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 33.
    [53]Βλ. άρθρο 64, του ν. 2447/1996: «Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Υγείας και Πρόνοιας ορίζονται τα ιδρύματα και τα σωματεία που λόγω του εξειδικευμένου προσωπικού τους κρίνονται κατάλληλα να αναλαμβάνουν επιτροπείες ανηλίκων, σύμφωνα με το άρθρο 1671 του Αστικού Κώδικα, όπως οι διατάξεις αυτές τροποποιούνται με τα
    άρθρα 12 και 13 του παρόντος. Με το ίδιο ή άλλο προεδρικό διάταγμα, ορίζονται και τα ειδικά ιδρύματα ή καταστήματα, καθώς και οι μονάδες ψυχικής υγείας που προβλέπονται από τα άρθρα 1609 και 1687 του Αστικού Κώδικα, όπως επίσης τροποποιούνται με τον παρόντα. Όλα τα ιδρύματα,
    σωματεία, καταστήματα ή μονάδες ψυχικής υγείας των δύο προηγούμενων εδαφίων τελούν υπό τον έλεγχο και την εποπτεία του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας.
    ».
    [54]Βλ. άρθρα 49-54 του ν. 2447/1996.
    [55]Αχ. Κουτσουράδης, Η μεταρρύθμιση του Ν. 2447/1996, σελ. 7 επ.
    [56]Βλ. άρθρο 1674 ΑΚ: «Το δικαστήριο, προκειμένου να αποφασίσει την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση και το διορισμό δικαστικού συμπαραστάτη … συνεκτιμά την έκθεση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας σχετικά με την αναγκαιότητα του μέτρου και την καταλληλότητα του προσώπου που πρόκειται να διοριστεί δικαστικός συμπαραστάτης ή του σωματείου ή του ιδρύματος, στα οποία πρόκειται να ανατεθεί η δικαστική συμπαράσταση.».
    [57]Βλ. άρθρο 19 παρ. 5 του ν. 2521/1997: «…5. …Στις περιπτώσεις αυτές, καθώς και όπου αλλού ο νόμος απαιτεί την υποβολή στο δικαστήριο και την υποχρεωτική συνεκτίμηση από αυτό έκθεσης της κοινωνικής υπηρεσίας, αν η έκθεση αυτή δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα, το δικαστήριο δικάζει χωρίς έκθεση ..».
    [58]Βλ. Αχ. Κουτσουράδης, ό.π. υποσημ. αριθμ. 54, σελ. 19.
    [59]Βλ. άρθρο 1685 ΑΚ, ό.π. υποσημ. αριθμ. 29.
    Viewing all 114 articles
    Browse latest View live